23/8/08

Η Ιατρική στα χρόνια του Ουμανισμού [18]

Το τέλος τού Μεσαίωνα συμπίπτει με το άνοιγμα νέων οριζόντων σ’ όλους τους τομείς της ζωής, φυσικά και στην ιατρική. Η εκτέλεση ανατομικών σπουδών επί του πτώματος, που εγκαινίασε η θαρραλέα πρωτοβουλία του Μοντίνο ντα Λούτσι ανοίγει μια νέα εποχή για την ιατρική. Ό,τι ο διδάσκαλος παραδίδει από καθέδρας υλοποιείται αμέσως πάνω στο πτώμα και ο νέος τρόπος της διδασκαλίας δεν θα αργήσει να αποδώσει τους καρπούς του. Βέβαια, ούτε ο Μοντίνο ούτε οι διάδοχοί του σκέφτηκαν να αμφισβητήσουν τις γνώμες του Γαληνού, διαπιστώνοντας δε κραυγαλέες αντιθέσεις ανάμεσα στις απόψεις του διδασκάλου και την ανατομική πραγματικότητα, έτειναν να πιστέψουν ότι αυτός που έσφαλλε ήταν μάλλον ο ανθρώπινος οργανισμός. Η επανάληψη όμως των διαφωνιών ανάμεσα στα ανατομικά ευρήματα και στο κείμενο του Γαληνού, δημιούργησε αρχικά την αμφιβολία κι αργότερα τη βεβαιότητα ότι σε μερικά σημεία ο διδάσκαλος έσφαλε. Από το 1500 αρχίζει να γίνεται έκδηλη η επιθυμία της διόρθωσης των κειμένων του Γαληνού. Και αυτό είναι το πρώτο σημείο της νέας νοοτροπίας, που θα σφραγίσει από εδώ και εμπρός το δρόμο της επιστήμης.

ΟΙ ΝΕΕΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ
Ό,τι δίνει το όνομα στον ανθρωπισμό είναι ακριβώς η προώθηση του ανθρώπου στο κέντρο των ιδεών και των αντιλήψεων για τη ζωή. Ο άνθρωπος στο ουμανιστικό κίνημα καταλαμβάνει τη θέση που μέχρι τότε, έστω και κατ’ επίφαση, κατείχε ο Θεός στην ανθρώπινη ψυχή και σκέψη. Γίνεται το επίκεντρο του ενδιαφέροντος για το φιλόσοφο, τον καλλιτέχνη και τον επιστήμονα. Η μεταβολή αυτή αλλάζει ριζικά την όψη του κόσμου. Η ουμανιστική ιδέα δεν είναι υποχρεωτικά άπιστη ή υλιστική. Δεν προϋποθέτει την απομάκρυνση του Θεού απ' την ψυχή και τη σκέψη του ανθρώπου, αλλά την τοποθέτηση πλάι στο Θεό – δημιουργό του ανθρώπου – δημιουργού. Με μια μόνο διαφορά μεταξύ τους: ο Θεός δημιουργεί εκ του μηδενός, ο άνθρωπος έχει ανάγκη από ύλη για να δημιουργήσει. Αλλά κι αυτός είναι μικρός δημιουργός.
Με τέτοιες αντιλήψεις τα δημιουργήματα του ανθρώπου αντιμετωπίζονται σαν μαρτυρίες της αξίας του κι η μελέτη τους γίνεται πολύτιμο μορφωτικό μέσο για τον ίδιο τον άνθρωπο. Έτσι οι Ουμανιστές αποδύονται σε μια γεμάτη ενθουσιασμό προσπάθεια για την αναζήτηση των δημιουργιών εκείνων του ανθρώπου, που έχουν λησμονηθεί στα σκονισμένα ράφια των βιβλιοθηκών των μοναστηριών.
Την πρώτη θέση καταλαμβάνουν τώρα στα ενδιαφέροντα του ανθρώπου τα έργα των αρχαίων Ελλήνων κλασικών, γνωστά στη Δύση μέχρι τότε από περιλήψεις σε μετάφραση για πρακτικούς και μόνο σκοπούς. Άμεση συνέπεια του ενδιαφέροντος αυτού είναι η εκμάθηση κι η διάδοση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας που είχε επί αιώνες παραμεληθεί. Τώρα οι άνθρωποι μπορούν ξανά να μελετήσουν τον Πλάτωνα στο πρωτότυπο, αλλά κι έργα που αφορούν πιο άμεσα την ιατρική: τον Αριστοτέλη, το Γαληνό, τον Ιπποκράτη. Τα αποτελέσματα δεν αργούν να γίνουν φανερά, τόσο στο φιλοσοφικό όσο και τον επιστημονικό τομέα. Ο Πίκο ντέλα Μιράντολα
[1] καλεί τους συγχρόνους του να εγκαταλείψουν τις αφηρημένες έννοιες και να στραφούν στη μελέτη του συγκεκριμένου: του κόσμου και των φαινομένων του, όπως είναι, κατά τις αιτίες τους και τις αρχές που τα διέπουν, χωρίς προκαταλήψεις. Ο φίλος και συνεργάτης του Μαρσίλιο Φιτσίνο (1433-1499), ο μεγαλύτερος απ’ τους νεοπλατωνικούς της Φλωρεντινής Ακαδημίας, που ιδρύθηκε χάρις στη μεγαλοδωρία του Λαυρεντίου του Μεγαλοπρεπούς,[2] διακηρύσσει ότι ο άνθρωπος είναι συνδετικός κρίκος μεταξύ ουρανού και γης. Έτσι τοποθετείται μια γέφυρα μεταξύ μικρόκοσμου και μακρόκοσμου, που ενώνει τη διάνοια του ανθρώπου με το Πνεύμα τού Θεού. Ο Νικόλα Κουζάνο[3] κηρύσσει ανοικτά τον πόλεμο κατά των αριστοτελικών αντιλήψεων: τα αντίθετα αθροιζόμενα δε μηδενίζονται, αλλά συμπίπτουν. Κάθε επίγειο κι ουράνιο, κάθε σωματικό και ψυχικό φαινόμενο πρέπει να μελετηθούν ως προς τις αρχές που τα διέπουν. Σπεύδει όμως πριν την εποχή του κι οι απόψεις του δεν γίνονται αμέσως δεκτές. Δίνουν, όμως, μια χαρακτηριστική εικόνα του δρόμου που ακολουθεί πια η φιλοσοφική και η επιστημονική σκέψη.

ΟΥΜΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΗ
Οι επιδράσεις του νέου τρόπου σκέψης, όπως είναι φυσικό, επεκτείνονται και στην ιατρική. Ο Γαληνός, αν κι εξακολουθεί να είναι δάσκαλος αγαπητός, παύει να αποτελεί πλέον εμπόδιο στην πρόοδο. Η πρόοδος και η συντήρηση συνυπάρχουν. Έτσι στα 3 βιβλία του Μαρσίλιο Φιτσίνο «Περί της διατήρησης της υγείας» βρίσκομε ακόμη αρκετή δόση συντηρητικού πνεύματος, πράγμα που δεν τον εμπόδιζε να είναι μεγάλος Ουμανιστής. Την εποχή εκείνη είχε εισβάλλει στην Ευρώπη η πανώλη, ο «μαύρος θάνατος» που στοίχισε στον τότε πληθυσμό της 25.000.000 νεκρούς. Στη Φλωρεντία (1348), ο πανικός ήταν μεγάλος. Ο αγώνας των ιατρών ήταν άπελπις: τίποτε δεν ήξεραν για τη φοβερή νόσο, ήταν τελείως άοπλοι απέναντί της κι όμως διατηρούσαν τη ψευδαίσθηση πως μπορούσαν να την αντιμετωπίσουν με δίαιτα και με μέτρα υγιεινής. Συγγραφείς όπως ο Σαβοναρόλα, ο Φιτσίνο κι ο Μπενιβιένι συγγράφουν σχετικά βιβλία, των οποίων η φήμη οφείλεται περισσότερο στο όνομα του συγγραφέα, παρά στο περιεχόμενό τους.
Ο Αντόνιο Μπενιβιένι (1443-1502) όμως μετά το έργο του για την πανώλη, μας προσφέρει την πραγματεία «Για τα κρυφά και περίεργα αίτια των νόσων και των θεραπειών», ένα σημαντικό βήμα προς τη σύγχρονη ιατρική. Για την ακρίβεια, το έργο δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του, απ’ τον αδελφό του Τζιρόλαμο. Στο έργο αυτό σχετίζονται για πρώτη φορά τα συμπτώματα μιας νόσου με τα αποτελέσματα της νεκροτομίας. Σε 20 τουλάχιστον περιπτώσεις η κλινική διάγνωση επιβεβαιώνεται νεκροτομικά, κάτι που σημαίνει πως ο συγγραφέας αναζητούσε τα αίτια του θανάτου επί του πτώματος κι επιχειρούσε παραλληλισμούς μεταξύ των συμπτωμάτων του αρρώστου και των ανατομικών βλαβών του οργανισμού του. Σ’ αυτόν, δηλαδή, αναγνωρίζουμε τον πρόδρομο της Παθολογικής Ανατομικής. Η περαιτέρω πρόοδος της μεθόδου του Μπενιβιένι θα οδηγήσει αργότερα (1761) τον Μοργκάνι στο έργο του «Περί της έδρας και της αιτίας των νόσων», που σήμανε τη γέννηση ενός νέου ιατρικού κλάδου, της Παθολογικής Ανατομικής.
Ανάλογα φαινόμενα παρατηρούμε και στις άλλες ιατρικές ειδικότητες. Στην «Παιδιατρική» του Πάολο Μπατζελάρντο δεν συναντάμε τίποτα περισσότερο απ’ τις γνωστές διαιτητικές συμβουλές με βάση τις αντιλήψεις του Άραβα Ραζή, που και που δε καμιά προσωπική παρατήρηση. Αντίθετα, άλλος συγγραφέας ομολογεί ότι όσο κι αν έψαξε δεν μπόρεσε να βρει στους νεφρούς το φίλτρο που περιγράφει ο Γαληνός και το οποίο είχε παραδεχθεί κι ο Μοντίνο. Αυτό σημαίνει ότι η αμφιβολία είχε εισχωρήσει πια στη σκέψη τους κι ότι κατέρρεε η αυθεντία της παράδοσης.

Η ΒΟΤΑΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑ
Ανάλογα είναι τα ρεύματα και στις επιστήμες αυτές, όπου η παράδοση γίνεται αντικείμενο σφοδρής κριτικής.
Ο Ερμόλαος Μπάρμπαρο (1454-1493), διάσημος φιλόλογος και βοτανολόγος, κάνει μια αναθεώρηση και διόρθωση του κειμένου της Φυσικής Ιστορίας του Πλινίου. Το τεράστιο αυτό σύγγραμμα τυπώθηκε το 1490 με τίτλο «Διορθώσεις στο κείμενο του Πλινίου». Το καθαρά φιλολογικό αυτό έργο οδήγησε σε απρόβλεπτες εξελίξεις μεταξύ των συγγραφέων της εποχής: ζητήθηκε να κριθούν, από επιστημονική άποψη, οι διαβεβαιώσεις του Πλινίου και μάλιστα υπό το φως της νέας πείρας και των νέων παρατηρήσεων. Έτσι έρχεται ο Νικολό ντα Λόνιγκο να δημοσιεύσει έργο με τίτλο «Περί των σφαλμάτων του Πλινίου στη Φαρμακολογία», με αποτέλεσμα να ξεσπάσει φοβερή διαμάχη μεταξύ οπαδών κι επικριτών του Πλινίου. Χαρακτηριστική της έκβασης του αγώνα είναι η φράση ενός υποστηρικτή του Πλινίου, του Τζιρόλαμο Φρακαστόρο, γνωστού απ’ την περιγραφή της σύφιλης, ο οποίος σχολιάζοντας την περιγραφή μερικών φυτών γράφει: «ο Πλίνιος σφάλλει ως συνήθως!».
Στον τομέα της φαρμακολογίας παρεμβαίνει ένα αποφασιστικό γεγονός: η εμφάνιση της σύφιλης που συνέπεσε με την ανακάλυψη της Αμερικής και θέρισε την Ευρώπη υπό μορφή επιδημίας. Αμέσως ξέσπασε ζωηρή πολεμική μεταξύ των ερευνητών σε σχέση με την προέλευση, τη φύση και τη θεραπεία της νόσου. Η διαμάχη γύρω απ’ την προέλευσή της συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Κατά τη μια άποψη η νόσος εισήχθη στην Ευρώπη από τους ναύτες του Κολόμβου. Κατά άλλη, πρόκειται για παλιά νόσο που περιγράφεται κιόλας στα κλασικά κείμενα, με άλλη όμως ονομασία. Από την Αμερική προήλθε ένα νέο στέλεχος του μικροβίου, απέναντι στο οποίο δεν υπήρχε εθισμός των οργανισμών κι όταν ακόμη είχαν ασθενήσει απ' το παλαιό στέλεχος. Βέβαια αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα. Αυτό που θέλουμε να τονίσουμε είναι οι εξελίξεις στις οποίες οδήγησε η εμφάνιση της νόσου την ιατρική και τις παραϊατρικές επιστήμες.
Αρχικά η φιλολογία των «Οδηγών» πήρε νέα ώθηση. Και πρώτος ο Νικολό ντα Λόνιγκο, ο επικριτής τού Πλινίου, δημοσίευσε ένα μικρό βιβλίο «Επί της επιδημίας της νόσου, της κοινώς καλούμενης γαλλικό πάθος». Στο βιβλίο αυτό περιγράφει τα συμπτώματα, καθώς και τα παθολογοανατομικά γνωρίσματα της νόσου, όπως προέκυψαν από νεκροτομές συφιλιδικών.
[4]
Στη συνέχεια η σύφιλη δημιούργησε φαρμακολογικά προβλήματα. Οδήγησε σε θεραπευτικά πειράματα με το ιερό ξύλο, που θεωρείτο ειδικό και θαυματουργό φάρμακο κατά της νόσου αυτής. Ταυτόχρονα σημειώθηκε επιστροφή στα παλιά παρασκευάσματα με βάση τον υδράργυρο, που οι Άραβες είχαν χρησιμοποιήσει με επιτυχία στη θεραπεία δερματικών παθήσεων, με τις οποίες δεν ήταν ξένη η σύφιλη, λόγω των δερματικών της εκδηλώσεων.
Εξ αφορμής της ίδιας επιδημίας προωθήθηκε η αναζήτηση νέων φαρμάκων. Τότε παρήχθησαν τα πρώτα οινοπνευματώδη ποτά από απόσταξη. Στο κοινότατο «ρακί» αποδόθηκαν θαυματουργικές φαρμακευτικές ιδιότητες. Το ονόμασαν «νερό τής φωτιάς». Ο Σαβοναρόλα έγραψε εγχειρίδιο που περιείχε τον ακριβή τρόπο παρασκευής του, περιέγραψε τις θεραπευτικές του ιδιότητες και υποδείκνυε το πότε επιβαλλόταν να εφαρμοστεί. Με υπερβολική αφέλεια σημειώνει κάπου ότι το φάρμακο είναι πράγματι θαυματουργικό, αλλά δεν πρέπει να γίνεται κατάχρηση, όπως με μερικούς ασθενείς που, επειδή τους άρεσε, συνέχιζαν να το πίνουν και μετά το τέλος τής θεραπείας.
Για όλους αυτούς τους λόγους ο 15ος αιώνας πρέπει να χαρακτηριστεί σαν μεταβατική εποχή και επομένως σαν συγκεχυμένη περίοδος στην ιστορία τής ιατρικής. Το μείγμα όμως παλαιού και νέου, συντηρητικού κι επαναστατικού, κάνει τη μελέτη τής περιόδου αυτής δύσκολη μεν, αλλά συγχρόνως κι ελκυστική. Ο αιώνας αυτός κλείνει με τη μορφή τού Λεονάρντο ντα Βίντσι.


[1] Giovanni Pico della Mirandola (1463-1494). Ιταλός ουμανιστής φιλόσοφος. Μελέτησε την εβραϊκή μυστικιστική διδασκαλία τής Καββάλα.[2] Lorenzo de' Medici, «il Magnifico» (1449-1492). Ιταλός ηγεμόνας και κυβερνήτης της Φλωρεντίας.[3] Nikolaus Cusanus (1401-1464). Εκλατινισμένο όνομα του Γερμανού ιερέα και φιλοσόφου Krebs von Coes. [4] Η νόσος δεν έφερε ακόμα το όνομα «σύφιλη».

22/8/08

Πίνακες υγείας, Βοτανολόγια και ζωολόγια [17]

Η ιατρική γνώση του Μεσαίωνα και των συγγενικών με την ιατρική επιστημών, βρίσκεται καταχωρημένη σε μια σειρά βιβλίων με τυπικά χαρακτηριστικά. Ο τύπος των βιβλίων αυτών επαναλαμβανόταν στερεότυπα από κάθε συγγραφέα με μοναδική διαφορά, από χειρόγραφο σε χειρόγραφο, την καλύτερη ή χειρότερη γραφή και τη μεγαλύτερη ή μικρότερη αξία των μικρογραφιών που το στόλιζαν. Έχουμε κιόλας αναφέρει βιβλία, όπως το «Σύνταγμα υγείας του Σαλέρνο», που αποτέλεσαν πραγματική φιλολογική παράδοση, που εξακολουθούσε να ανθεί και στα χρόνια της Αναγέννησης.

ΕΙΔΙΚΟΙ «ΟΔΗΓΟΙ» ΚΑΙ «ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ»
Από τα αρχικά «Συντάγματα», που ήταν έργα γενικού χαρακτήρα, συλλογές υγιεινοδιαιτητικών κανόνων μαζί με στοιχεία επαγγελματικής ηθικής, προήλθαν έργα πιο ειδικά. Ήταν οι «οδηγοί» υγείας για μεμονωμένα άτομα, ευγενείς κυρίως και πρίγκιπες ή προορίζονταν για ορισμένες ηλικίες ή επαγγέλματα, όπως οδηγοί για γέροντες, οδηγοί για σπουδαστές κλπ. Τα έργα αυτά διακρίνονταν για την αυστηρή τυποποίηση και στερεοτυπία τους και ήταν γραμμένα από φημισμένες προσωπικότητες ή από κοινούς ιατρούς. Ακόμη και στην εικονογράφηση των κειμένων βλέπει κανείς να επαναλαμβάνονται απελπιστικά τα ίδια «μοτίβα», με μόνη τη διαφορά την ποιότητα της απόδοσης, ανάλογη με τη δεξιοτεχνία του σχεδιαστή.
Από τους «οδηγούς» αυτούς προέκυψαν στη συνέχεια οι «συμβουλές», ένα άλλο ιατρικό φιλολογικό είδος με πλατειά διάδοση το Μεσαίωνα, το ίδιο πάντως στερεότυπο και εξ ίσου ανιαρό. Οι «συμβουλές» ήταν σύντομοι «οδηγοί», πιο ειδικευμένοι, αφού προορίζονταν όχι απλά για συγκεκριμένο πελάτη, αλλά και για συγκεκριμένη ασθένεια. Ο ιατρός, βασιζόμενος στα συμπτώματα που παρατηρούσε στον ασθενή, τον κατέτασσε σ’ έναν απ’ τους ιδιοσυγκρασιακούς τύπους (χολερικός, φλεγματικός, αιματώδης, μελαγχολικός). Οι τύποι αυτοί προέρχονταν, κατά τους αρχαίους, από την υπεροχή πότε του ενός και πότε του άλλου χυμού τού σώματος (κίτρινη χολή, φλέγμα, αίμα, μέλαινα χολή). Μετά καθόριζε την ασθένεια: συμφόρηση, κολίτιδα, πνευμονία κλπ.
Το επόμενο κεφάλαιο ήταν αφιερωμένο στη θεραπεία: διαιτητική, φαρμακευτική, χειρουργική. Το περιεχόμενό του δε πρόσφερε τίποτα περισσότερο από όσα μπορούσε να διαβάσει κανείς στις σελίδες ενός «οδηγού». Μολαταύτα στις «συμβουλές» ακριβώς αυτές στηρίχθηκε η φήμη πολλών ιατρών τού Μεσαίωνα.

ΟΙ ΤΑΚΟΥΪΝΟΙ
Με τον καιρό οι «οδηγοί» γίνονταν πιο πολύπλοκοι. Εμπλουτίζονταν με παρατηρήσεις, συχνά φανταστικές ή αυθαίρετες και με λαβυρινθώδεις συλλογισμούς, με προορισμό να δικαιολογήσουν τα συμπεράσματα του ιατρού και την προτεινόμενη θεραπεία.
Οι δυσκολίες όμως με τον καιρό πλήθυναν. Στη γνωστή απ’ τους αρχαίους θεωρεία των 4 χυμών οι Άραβες πρόσθεσαν και κάτι άλλο. Οι 4 βασικές ποιότητες (θερμό, ψυχρό, υγρό, ξηρό) που βρίσκονταν σε κάθε αντικείμενο του σύμπαντος, ορυκτό, φυτό ή ζώο, σε διαφόρους συνδυασμούς, όπως υγρό και ψυχρό, ξηρό και θερμό κλπ., παρουσιάζονται επιπλέον καθεμία με 4 βαθμούς. Πώς τώρα κατόρθωναν οι ιατροί αυτοί, να καθορίζουν το βαθμό της κάθε ποιότητας, μένει μυστήριο ανεξιχνίαστο. Πίστευαν πάντως ότι μπορούσαν να τον καθορίσουν και να στηριχθούν στο συμπέρασμά τους, για να χαράξουν τη διαιτητική ή φαρμακευτική θεραπεία του αρρώστου δίνοντας βότανα αντίθετης ποιότητας και βαθμού. Η θεραπευτική αρχή ήταν: «τα αντίθετα γιατρεύονται με τα αντίθετα».
Για να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες που προέκυπταν από την ύπαρξη πολλών τέτοιων συμβουλευτικών εγχειριδίων, ένας Άραβας χριστιανός από τη Βαγδάτη (11ος αιών), ο Ιμπν Μπουτλάν, σκέφτηκε να τα απλοποιήσει, σχηματοποιώντας τη μορφή τους. Από την προσπάθειά του προέκυψε ο πρώτος από 6 πίνακες, «πίνακας υγείας» (αραβικά «τακουΐν αλ σιχχά»). Η πρώτη λέξη του αραβικού τίτλου μεταφέρθηκε αυτούσια στη λατινική γλώσσα, όταν μεταφράστηκε το έργο, πήρε λατινική κατάληξη και καθιερώθηκε ως κοινόχρηστη ονομασία των βιβλίων αυτών που ονομάστηκαν «τακουΐνοι».
Οι 6 αυτοί πίνακες είχαν σαν θέμα τους από ένα αντικείμενο της υγιεινής και διαιτολογίας και συγκεκριμένα τον αέρα, τα τρόφιμα και τα ποτά, την κίνηση και την ανάπαυση, τον ύπνο και την εγρήγορση, πλήρωση και κένωση και παθήσεις της ψυχής. Καθένα από τα αντικείμενα αυτά εξεταζόταν μαζί με ένα αντίστοιχο ανατομικό θέμα και με τις σχετικές παθολογικές καταστάσεις.
Η σχηματική κι άκαμπτη αυτή διάταξη ήταν καθαρά αραβική και την κληρονόμησε αυτούσια η δυτική ιατρική χωρίς καμιά τροποποίηση. Το ίδιο ισχύει και για τις εικονογραφήσεις των αντικειμένων, όπου επικρατούσε η ομάδα των 5 ανθρωπίνων μορφών σε βατραχοειδή στάση. Κάθε μια απ’ τις μορφές αυτές παρίστανε ένα από τα βασικά συστήματα του ανθρωπίνου σώματος: φλέβες, αρτηρίες, οστά, νεύρα, μύες. Τα σπλάγχνα του θώρακος και της κοιλιάς περιέχονταν συνήθως στις δυο πρώτες εικόνες.
Αν και όλα αυτά καταγράφονται στο ενεργητικό της προσφοράς των Αράβων στην ιατρική, όμως δεν είναι λίγοι οι ερευνητές που ανάγουν τα σχήματα αυτά στην αλεξανδρινή εποχή.

Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ
Τόσο οι «οδηγοί» όσο κι οι «συμβουλές» και οι «πίνακες» έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό που μας κινεί το ενδιαφέρον. Είναι η γλώσσα στην οποία έχουν γραφεί. Πρόκειται για ένα παράξενο κράμα, στο οποίο συναντώνται ελληνικές με λατινικές λέξεις και αρκετές μεταγραμματισμένες αραβικές. Έτσι βλέπουμε να αναμιγνύεται στη φαρμακολογία το γνωστό μπεζοάρ (λέξη αραβική) με το ελληνικό βούγλωσσον και στην ανατομία το αραβικό σοφάκ (τοιχωματικό περιτόναιο) με το λατινικό κίρμπους (μείζον επίπλουν) και τον ελληνικό οισοφάγο. Κι όμως η ορολογία αυτή επιβίωσε για αιώνες, ώστε τη βρίσκομε ακόμη και στον ανατομικό άτλαντα του Γκουΐντο ντα Βιτζέβανο, που στην ουσία εικονογράφησε την Ανατομική του Μοντίνο, ενός απ’ τους πιο διαπρεπείς ιατρούς της τελευταίας περιόδου του Μεσαίωνα. Η συμβολή των Αράβων επιβιώνει μετά από πολλούς αιώνες μέσω των αραβικών όρων που πολιτογραφήθηκαν στις ιατρικές επιστήμες.

ΤΑ ΒΟΤΑΝΟΛΟΓΙΑ
Τονίσαμε ήδη την προσφορά των Αράβων στο τομέα της φαρμακολογίας: κατάταξη και σχηματοποίηση των κλασικών γνώσεων, κατάκτηση νέων και διόρθωση των σφαλμάτων του Πλινίου και του Διοσκουρίδη. Στο πεδίο αυτό συνεισέφεραν σημαντικά και τα μοναστήρια, στους κήπους των οποίων, κοντά στα χορταρικά και τα λουλούδια, καλλιεργούνταν και φαρμακευτικά φυτά.
Με το καιρό προέκυψε η ανάγκη να περιγραφούν ορισμένα φαρμακευτικά και δηλητηριώδη φυτά και να δημιουργηθούν βοτανολόγια, κατάλογοι, δηλαδή, φυτών με τη βοτανική περιγραφή τους, τις αρετές και τις βλαπτικές τους επιδράσεις, καθώς και τα νοσήματα, στα οποία συνιστούσαν τη χρήση τους. Σε πολλούς από τους καταλόγους αυτούς καθοριζόταν ακόμη και ο κατάλληλος χρόνος, μήνας, ημέρα και ώρα τής συλλογής τους και επί πλέον το… καταλληλότερο γι’ αυτόν το σκοπό πρόσωπο, καθώς και ορισμένες απαραίτητες διατυπώσεις. Αν δεν ακολουθούνταν οι υποδείξεις αυτές, ιδίως ο ακριβής χρόνος που προϋπόθετε τη μεσουράνηση ορισμένου… ζωδίου, τότε το βότανο όχι μόνο έχανε τις φαρμακευτικές του ιδιότητες, αλλά μπορούσε και να προκαλέσει τα εντελώς αντίθετα αποτελέσματα. Τυπική περίπτωση ήταν εκείνη του φυτού «μανδραγόρας», που άλλοτε ήταν αρσενικό κι άλλοτε θηλυκό, και για κάθε ενδεχόμενο έπρεπε να δοκιμάζεται πρώτα η ενέργειά του σ’ ένα σκύλο. Μετά από τέτοιες πληροφορίες χρειαζόταν μεγάλη προσπάθεια για να μπορέσει να πάρει κανείς από τα βοτανολόγια χρήσιμες συμβουλές. Πάντως, το γεγονός ότι όλα αυτά θεωρούνταν επιστήμη, δίνει μια θλιβερή εικόνα για την εποχή εκείνη και το κοινωνικό της επίπεδο.
Το ίδιο απογοητευτική είναι κι η εικόνα ενός ανάλογου προς τα βοτανολόγια κατάλογου ζώων όπου, όπως και με τα φυτά, διδάσκονταν οι περιγραφές τους. Βέβαια «ζωολόγια» υπήρχαν από την αρχαιότητα. Πολύ γνωστό βιβλίο ήταν τα «Θηριακά» του διδακτικού ποιητή και ιατρού Νίκανδρου του Κολοφωνίου.
[1] Αναφέρεται στα δήγματα από φίδια κι άλλα δηλητηριώδη ερπετά και στη θεραπεία τους με διάφορα βότανα σαν αντίδοτα των δηλητηρίων τους. Σε άλλο του έργο, τα «Αλεξιφάρμακα», καταχωρούνται πολλά φυτικά, ζωικά κι ανόργανα δηλητήρια, δίνοντας ταυτόχρονα και τα αντίδοτά τους.
Τα ζωολόγια του μεσαίωνα είναι τουλάχιστον σε ορισμένα μέρη, επηρεασμένα σημαντικά από τα έργα του Νίκανδρου, που είχαν αρκετές φορές μεταφραστεί στα λατινικά και μάλιστα από ποιητές, όπως ο Βιργίλιος
[2] κι ο Μάρκος Λουκανός.[3]
Ένα από τα ζωολόγια του Μεσαίωνα, χαρακτηριστικό του είδους, είναι αυτό του Μπρουνέτο Λατίνι[4] με τίτλο «Τεζόρο». Σ' αυτό ο συγγραφέας αφιερώνει αρκετές σελίδες για να περιγράψει πώς η σαλαμάνδρα ζει μες στη φωτιά και πώς ο βασιλίσκος (τρομερό φίδι), μπορεί να σκοτώσει με μόνο το βλέμμα του. Για άλλη μια φορά δηλαδή βρισκόμαστε μπρος σε μια σειρά μύθων κι αφελών πληροφοριών με αξιώσεις επιστημονικής ακρίβειας. Εξαίρεση αποτελεί το έργο του Αλβέρτου τού Μεγάλου,[5] οι παρατηρήσεις του οποίου φτάνουν ως του σημείου να αμφισβητούν την ορθότητα ορισμένων απόψεων τού Αριστοτέλη. Μαζί μ' αυτό το έργο, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διαβάζεται και ένα παράξενο βιβλίο του Φρειδερίκου Β', βασιλιά της Σικελίας κι αυτοκράτορα της Γερμανίας (1194-1250). Πρόκειται για τον φωτισμένο ηγεμόνα, που, όπως είδαμε, συνιστούσε την εκτέλεση ανατομικών μελετών στο πτώμα. Τον βλέπουμε επίσης, φανατικό μελετητή της ζωολογίας και μανιώδη κυνηγό, απασχόληση που διευκόλυνε τις ζωολογικές του μελέτες. Το κυνήγι γινόταν τότε συνήθως με τη βοήθεια κυνηγετικών γερακιών. Στο θέμα αυτό, ο Φρειδερίκος έγραψε πραγματεία, όπου πρόσθεσε διάφορες οξυδερκείς παρατηρήσεις σχετικά με τα ήθη κι έθιμα διαφόρων ζώων. Εκτός από το θαυμάσιο περιεχόμενό του, το έργο αυτό είναι περίφημο και για ένα άλλο λόγο: τις θαυμάσιες μικρογραφίες που στολίζουν τους πιο φημισμένους κώδικές του.

[1] Από την Κλάρο της Κολοφώνας (2ος π.Χ. αιών). Άκμασε την εποχή που ο Άτταλος ήταν βασιλιάς τής Περγάμου (138-133 π.Χ.).
[2] Publius Vergilius Maro (70-19 π.Χ.). Λατίνος ποιητής, απ' τους κορυφαίους των ρωμαϊκών χρόνων.[3] Marcus Annaeus Lucanus (39-65 μ.Χ.). Λατίνος ποιητής, ανιψιός του Σενέκα. Συμμετείχε σε συνωμοσία κατά του Νέρωνα, αλλά όταν τα σχέδια των συνωμοτών αποκαλύφθηκαν, αναγκάστηκε να αυτοκτονήσει.[4] Brunetto Latini (1220-1294), Ιταλός λόγιος. Ήταν φανατικός οπαδός τών Γουέλφων κι εξορίστηκε στη Γαλλία την περίοδο 1260-12266.[5] Albertus Magnus (1200-1280). Γερμανός φιλόσοφος και θεολόγος της Καθολικής Εκκλησίας. Θεωρείται πρόδρομος του Θωμά Ακινάτη.

Οι μεγάλοι Άραβες διδάσκαλοι [16]

Ο ΡΑΖΗΣ (868-925)
Πρόκειται για τον Αμπού Μπακρ Μουχάμαντ ιμπν Ζακαρίγια, που τα συγγράμματά του επηρέασαν όλη τη μεσαιωνική ιατρική. Ένα από τα κυριότερα έργα του ήταν ένα είδος εγκυκλοπαίδειας, όπου συνοψίζονται τα σπουδαιότερα έργα των κλασικών, γνωστής με τίτλο «Κοντινέντε», στη λατινική μετάφραση. Το βιβλίο αυτό επέδρασε ιδίως στο φαρμακολογικό τομέα. Ένα άλλο έργο του διαδόθηκε στην Ευρώπη με τίτλο «Λίμπερ μεντικινάλις Αλ-μανσόρις» από το όνομα του ηγεμόνα Αλ Μανσούρ, προστάτη αρχικά του Ραζή και στον οποίον είχε αφιερώσει το έργο αυτό. Ονομαστό ήταν το 9ο βιβλίο τού έργου, γνωστό στη βιβλιογραφία, ως «Νόνους Αλμανσόρις». Η φήμη τού βιβλίου προερχόταν κυρίως απ’ το γεγονός ότι περιείχε θεραπευτικές συμβουλές για όλες τις υπάρχουσες παθήσεις. Ήταν δηλαδή, κάτι που ανταποκρινόταν απόλυτα στις επιθυμίες της εποχής εκείνης.

Ο ΑΒΙΚΕΝΝΑΣ (980-1037)
Με το εκλατινισμένο αυτό όνομα ήταν γνωστός στο Μεσαίωνα ο Ιμπν Σίνα, ο πιο διάσημος αναμφίβολα από τους Άραβες ιατρούς. Ήταν συγχρόνως φιλόσοφος, μαθηματικός, αστρονόμος και πολύγραφος συγγραφέας.
Το θεμελιώδες ιατρικό έργο του υπήρξε ο «Κανών», που αποτελείτο από 5 βιβλία. Η φιλοσοφική του θεμελίωση είναι βασικά αριστοτελική, ενώ οι καθαρά ιατρικές του απόψεις στην ανατομική προέρχονται απ' τον Γαληνό και στη φυσιολογία απ' τον Ιπποκράτη («θεωρία των χυμών»). Ο «Κανών» γνώρισε αναρίθμητες εκδόσεις, τόσο χειρόγραφες
[1], όσο κι έντυπες στο πρωτότυπο, την εβραϊκή και λατινική γλώσσα. Οι εκδόσεις τού «Κανόνα» περιλαμβάνουν και σχόλια διασήμων ιατρών της εποχής. Η έκδοση της Βενετίας (1523) ήταν βασικό βιβλίο ιατρικής σπουδής στην Ευρώπη, μέχρι και το τέλος του 16ου αιώνα.
Ό,τι εντυπωσιάζει και διαθέτει ευνοϊκά τον αναγνώστη στο έργο του Αβικέννα είναι οι σαφείς διαγνώσεις και το ασφαλές και δογματικό ύφος του, που εξασφάλισαν στα κείμενά του επιβίωση 5 τουλάχιστον αιώνων, στο διάστημα των οποίων η αυθεντία τους ήταν επιβεβλημένη στις ιατρικές συνειδήσεις τής Ευρώπης.

Ο ΑΜΠΟΥΛΚΑΣΗΣ
Την ίδια επιβολή γνώρισαν σύντομα και τα βιβλία του Αμπούλ Κασίμ, γνωστού πιο πολύ σαν Αμπουλκασή. Έγραψε 30 βιβλία, απ' τα οποία σημαντικότερα ήταν 3 με τον τίτλο «Χειρουργική». Το πρώτο βιβλίο της «Χειρουργικής» (56 κεφάλαια) είναι αφιερωμένο στις καυτηριάσεις, που ήταν στη πρώτη γραμμή της ιατρικής δραστηριότητας των Αράβων, επειδή το Κοράνιο απαγορεύει κάθε τι αιχμηρό στη χειρουργική και αποτρέπει αιματηρές επεμβάσεις. Γι’ αυτό οι Άραβες ιατροί ανέπτυξαν πάρα πολύ την τεχνική αυτή, επινοώντας και πολλά ειδικά εργαλεία.

Ο ΑΒΕΡΡΟΗΣ (1126-1198)
Πιστός αριστοτελικός και εγκυκλοπαιδιστής υπήρξε ένας άλλος Άραβας σοφός, ο Ιμπν Ρουσντ, γνωστός σαν Αβερρόης, που το έργο επέδρασε σημαντικά στη σκέψη των Δυτικοευρωπαίων. Η επίδρασή του όμως είναι περισσότερο φιλοσοφική παρά καθαρά ιατρική. Η σημαντικότερη συμβολή του υπήρξε στον τομέα της εμβρυολογίας. Ο Αριστοτέλης υποστήριζε ότι το φυτό ή το ζώο υπήρχε «δυνάμει» στο σπέρμα. Αντίθετα ο Αβερρόης υποστήριξε ότι ό,τι υπήρχε, υπήρχε «ενεργεία» κι όχι «δυνάμει», συνεπώς μέσα στο σπέρμα βρίσκεται ήδη το φυτό ή το ζώο έτοιμο.
Το κυριότερο έργο του Αβερρόη, γνωστό ως «Κόλλιγκετ» στη λατινική του μετάφραση, είναι ένα είδος εγκυκλοπαίδειας στην οποία συνοψίζονται τα έργα των αρχαίων κλασικών.


Η ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΑΡΑΒΩΝ
Εκεί όμως που η επίδραση των Αράβων ήταν αποφασιστική και η προσωπική τους συμβολή μεγαλύτερη, είναι η φαρμακολογία. Φαρμακολογικές πραγματείες, όπως το «Κόρπο ντέι σέμπλιτσι» (ιταλικός τίτλος) του Ιμπν Αλ Μπαϊτάν (1117-1248) υπερβαίνουν κατά πολύ τις φαρμακολογικές γνώσεις των Γαληνού, Πλινίου και Διοσκουρίδη. Η απαγόρευση των ανατομικών μελετών στο πτώμα κι η αποστροφή των αιματηρών χειρουργικών επεμβάσεων ώθησαν τους Άραβες σε μια πλατύτερη και βαθύτερη μελέτη των φαρμάκων, ιδίως αυτών που προέρχονταν από το φυτικό βασίλειο. Έτσι έγινε γνωστός μεγάλος αριθμός φυτών με φαρμακολογικές ιδιότητες, άγνωστες στους αρχαίους βοτανολόγους, μελετήθηκαν οι θεραπευτικές τους επιδράσεις και επινοήθηκαν διάφορες τεχνικές για την παρασκευή τους. Στη φαρμακολογία των Αράβων χρησιμοποιούνται επίσης ορυκτά και ζωικά προϊόντα. Ανάμεσα στα ζωικά, ιδιαίτερη θέση κατέχει ένα περίεργο φάρμακο, το μπεζοάρ (ελληνικά αιγαγροπίλημα), που βρίσκεται στο στομάχι των μηρυκαστικών ή στο έντερο φυτοφάγων ζώων. Πρόκειται για ένα σφαιροειδές σώμα, που γίνεται από τις τρίχες που τυχαίνει να καταπιεί το ζώο, συγκολλημένες μεταξύ τους υπό την επίδραση των υγρών του πεπτικού σωλήνα. Στο μπεοζάρ αποδίδονταν θαυματουργικές ιδιότητες. Όπως υποστηρίζουν διαπρεπείς ερευνητές, το φαρμακείο, όπως ήταν πριν μερικά χρόνια, δηλαδή κι εργαστήριο, το οφείλουμε στους Άραβες.


[1] Μερικές σώζονται μέχρι σήμερα με θαυμάσιες μικρογραφίες.

Η Αραβική Ιατρική [15]

Στα προηγούμενα κεφάλαια είδαμε το σπουδαίο ρόλο που έπαιξαν οι Άραβες στη Δύση σχετικά με την ιατρική σκέψη και πρακτική, στη περίοδο του Μεσαίωνα. Αξίζει, λοιπόν, να γνωρίσουμε από πιο κοντά την επιστήμη τους. Βέβαια, οι Άραβες, στο πεδίο της ιατρικής, δεν έχουν να παρουσιάσουν πρωτότυπη εργασία, όπως στον τομέα των μαθηματικών και της αστρονομίας. Υπήρξαν όμως αυτοί που διατήρησαν ζωντανή τη μεγάλη κλασική παράδοση της αρχαιότητας και τη μεταβίβαση στους Ευρωπαίους της Δύσης, τον Μεσαίωνα.

Ο ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΛΑΣΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Πάντα, όταν συζητάμε για το Μεσαίωνα, πρέπει να κάνουμε αυστηρή διάκριση μεταξύ Δύσης κι Ανατολής. Στη ρίζα της διάκρισης αυτής, με αδιαμφισβήτητη υπεροχή της Ανατολής, βρίσκεται ένα σημαντικό πολιτισμικό γεγονός: η διατήρηση στην Ανατολή, σ' αδιάκοπη συνέχεια, της γλώσσας των κλασικών κειμένων, της ελληνικής.
Αντίθετα στη Δύση, η γνώση τής ελληνικής συνεχώς υποχωρούσε κι έτσι αποκόπτονταν οι γέφυρες προς την κλασική παράδοση. Η λατινική γλώσσα, βέβαια, επέζησε επί μακρόν. Συνέχισε για αιώνες να μιλιέται και να γράφεται. Χρησιμοποιείτο όχι μόνο στα επιστημονικά συγγράμματα, αλλά και στις ανάγκες της καθημερινής ζωής, όπως στα συμβόλαια και την επιστολογραφία. Με το τρόπο αυτό διασώθηκαν, βέβαια, έργα της αρχαιότητας, αλλά με πιο απλό περιεχόμενο και γι’ αυτό με ευρεία κι εύκολη διάδοση: τα έργα του Πλίνιου, του Μακρόβιου και μέρος από τα έργα τού Κέλσου. Από τη μεγάλη συγγραφική παραγωγή της ελληνικής αρχαιότητας διατηρήθηκαν ορισμένα βασικά στοιχεία σε μετάφραση, αλλά κι αυτά περιληπτικά. Μπορούσε να τα βρει κανείς σ' έργα Ρωμαίων συγγραφέων ή σε χωριστές, όχι όμως πλήρεις, μεταφράσεις. Με βεβαιότητα μπορεί να πει κανείς ότι επρόκειτο για 3 έργα: το «Περί αέρων, υδάτων, τόπων» του Ιπποκράτη, ο «Φαίδων» (ίσως κι ο «Τίμαιος») του Πλάτωνα και η «Μικρή Τέχνη» του Γαληνού.
Στην Ανατολή, εξάλλου, η κλασική παράδοση δεν διακόπηκε ούτε στιγμή. Εξακολούθησε να ζει, να διδάσκεται, να εξελίσσεται, να συμπληρώνεται. Κι όλα αυτά, χάρις σ' έναν κυρίως λόγο: την αδιάκοπη συνέχεια της χρήσης της ελληνικής γλώσσας. Πάνω στη βάση αυτή, μεγάλες φυσιογνωμίες συναγωνίζονται να κρατήσουν στη ζωή τους καρπούς της στοχαστικής δημιουργίας της αρχαίας Ελλάδας, προσφέροντάς τους πάντοτε νέους και δροσερούς σ’ όλους εκείνους που διψούσαν για σοφία και μάθηση.

Ο ΜΕΓΑΣ ΦΩΤΙΟΣ
Ανάμεσα στις φυσιογνωμίες αυτές ξεχωρίζει μια μορφή: ο Μέγας Φώτιος, πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης επί δυο περιόδους (858-867 και 877-886). Άνθρωπος με αφάνταστη εργατικότητα μπόρεσε, παρά το πολυτάραχο της πατριαρχίας του, στα μεσοδιαστήματα της οποίας έμπαιναν οι οριστικές βάσεις του σχίσματος των μεγάλων χριστιανικών εκκλησιών (Ανατολικής και Δυτικής), να μας κληροδοτήσει τη μεταγραφή ενός τεράστιου αριθμού αρχαίων κειμένων. Περί τίνος ακριβώς πρόκειται; Τα αρχαία κείμενα, αποθησαυρισμένα σε παπύρους ή περγαμηνές, ήταν γραμμένα κατά εξαιρετικά δύσκολο τρόπο, με κεφαλαία δηλαδή γράμματα και σε συνεχή γραφή, έτσι που να μη ξεχωρίζει η μια λέξη απ’ την άλλη. Πριν την Αλεξανδρινή, μάλιστα, περίοδο, δεν υπήρχαν τόνοι, ούτε σημεία στίξης ή άλλα διακριτικά, που να διευκολύνουν την ανάγνωση του κειμένου. Έτσι κάθε βιβλίο διαβαζόταν πολύ δύσκολα, ακόμα κι από μορφωμένους ανθρώπους, ενώ στους μη ειδικούς ήταν τελείως απρόσιτο. Ο Φώτιος είναι αυτός που αντιλήφθηκε πόσο μεγάλη προσφορά θα ήταν αν τα κείμενα αυτά γίνονταν προσιτά σ’ ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Και αυτό προϋπόθετε την απόδοση των κειμένων με συγχρονισμένο τρόπο γραφής. Και πράγματι αυτό έκανε.
Ανέλαβε την πρωτοβουλία μεταγραφής των αρχαίων κειμένων και γι’ αυτό οργάνωσε μια ολόκληρη σχολή που περιλάμβανε συνεργάτες, αντιγραφείς και άλλες ειδικότητες, την εργασία των οποίων διεύθυνε κι επέβλεπε. Από τέτοιο επιτελείο αποδίδονταν τα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων, μεταγραμματισμένα με μικρά γράμματα (και μεγάλα όπου έπρεπε), με τις λέξεις χωριστές, με τόνους και σημεία στίξης, δηλαδή μ' όλα τα γραμματικά σύμβολα που είναι απαραίτητα για την εύκολη ανάγνωση και την κατανόηση τής ορθής τους έννοιας. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πόσο μπορεί να αλλάξει η έννοια μιας λέξης με την απλή μετάθεση του τόνου της κι η σημασία μιας φράσης με τη μετατόπιση ενός κόμματος ή μιας τελείας, για να καταλάβει τη τεράστια φιλολογική προσφορά του Φωτίου.
Ένα τέτοιο έργο υπήρξε φυσικά τεράστιο. Έπρεπε να αρχίσει κανείς από τον Όμηρο για να φτάσει σε απροσδιόριστο τέρμα.
[1] Ό,τι διαβάζουμε σήμερα από αρχαίους συγγραφείς,[2] και ό,τι 4 αιώνες μετά τον Φώτιο, έφτασε στους Ουμανιστές τής Δύσης, προέρχεται από εκείνες τις μεταγραφές του Φωτίου.

ΟΙ ΑΡΑΒΕΣ ΚΑΙ Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Χάρις στη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας, το Ανατολικό Ρωμαϊκό κι αργότερα Βυζαντινό Κράτος είχε στη διάθεση των λαών του τους θησαυρούς της αρχαίας ελληνικής σοφίας. Δεν επρόκειτο δε μόνο για Έλληνες. Οι Σύριοι κι οι Πέρσες της Αυτοκρατορίας διέθεταν επίσης στη γλώσσα τους, μεταφράσεις και σχόλια ενός μεγάλου μέρους της κλασικής παράδοσης.
Όταν οι Άραβες μετά το θάνατο του Μωάμεθ (632 μ.Χ.) επέκτειναν την κυριαρχία τους στις νότιες και ανατολικές περιοχές του Βυζαντινού κράτους, κατέκτησαν πληθυσμούς που είχαν αφομοιώσει τα στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού και βρίσκονταν σε ανώτερο επίπεδο από τους κατακτητές. Έτσι οι Άραβες, που δεν στερούνταν ευφυίας, γνώρισαν και στη συνέχεια αφομοίωσαν μεγάλο μέρος της κλασικής παράδοσης. Αυτοί που ετοίμαζαν τις μεταφράσεις και τα σχόλια των αρχαίων Ελλήνων σοφών για τους Άραβες, ήταν αρχικά εξελληνισμένοι Εβραίοι και Κόπτες. Αργότερα έμαθαν κι οι Άραβες ελληνικά, οπότε άρχισαν να με-λετούν τους αρχαίους στο πρωτότυπο, να τους μεταφράζουν, να τους σχολιάζουν και να ετοιμάζουν περιλήψεις των έργων τους. Με τέτοιο πνευματικό φορτίο έφτασαν αργότερα σαν κατακτητές στη Σικελία, τη Σαρδηνία, την Ισπανία μεταφέροντας τη πνευματική κληρονομιά της αρχαιότητας στους λαούς της μεσαιωνικής Ευρώπης.
Ένα σπουδαίο μέρος των ιατρικών κατακτήσεων των Ελλήνων διαβιβάστηκε στους Άραβες μέσω των λαμπρών σχολών που άκμαζαν τον 5ο αιώνα μ.Χ. σε πόλεις όπως η Νίσιβις, στα σύνορα Μ. Ασίας και Συρίας και η Έδεσσα στη Μεσοποταμία. Επειδή οι σχολές αυτές καταλήφθηκαν αργότερα από τους αιρετικούς Νεστοριανούς, κλείστηκαν απ’ το Βυζαντινό Κράτος, κι οι δάσκαλοί τους κατέφυγαν ανατολικότερα, στη Μεσοποταμία και Περσία. Εκεί μεταλαμπάδευσαν το ελληνικό πνεύμα και ίδρυσαν σχολές όπου μελετούνταν ο Αριστοτέλης, ο Γαληνός κι ο Ιπποκράτης.
Κατά μίμηση των σχολών αυτών ίδρυσαν οι Άραβες τις δικές τους και όχι μόνο στο μητροπολιτικό τους έδαφος, αλλά και στις χώρες που κατακτούσαν. Στα βυζαντινά τους πρότυπα πρέπει να προσθέσουμε και το περίφημο Μουσείο της Αλεξάνδρειας, που συνέχιζε να λειτουργεί όταν οι Άραβες κατέλαβαν την Αίγυπτο. Με τέτοια πρότυπα οι αραβικές σχολές υπήρξαν πραγματικά πανεπιστημιακά κέντρα με βιβλιοθήκες, αναγνωστήρια, κατοικίες για τους δασκάλους και περίπτερα για φιλοξενία μαθητών. Εννοείται πως όλο αυτό το συγκρότημα είχε ένα κέντρο, οικοδομικό αλλά και πνευματικό: το τζαμί. Για τον μωαμεθανό όλη η αλήθεια περιέχεται στο Κοράνι: η μελέτη οποιουδήποτε θέματος δεν μπορεί να χωριστεί από τη θρησκευτική ζωή, που αποτελεί την υπέρτατη κατάκτηση της αλήθειας.

Η ΑΡΑΒΙΚΗ ΙΑΤΡΙΚΗ
Για να κατανοηθεί η αληθινή προσφορά των Αράβων στην πρόοδο της ιατρικής πρέπει να έχουμε υπόψη μας ορισμένα πράγματα. Κατ’ αρχήν υπάρχει ρητή απαγόρευση του Κορανίου που δεν επιτρέπει στους πιστούς να εκτελούν ανατομή σε πτώματα. Άρα η συμβολή των Αράβων στο τομέα αυτό μπορεί να κριθεί προκαταβολικά σαν αμελητέα. Μελέτησαν, λοιπόν, σχολίασαν και διέδωσαν τις απόψεις και τις γνώσεις του Γαληνού, χωρίς να μπορούν να προσθέσουν κάτι από την προσωπική τους πείρα. Κάτι άλλο πολύ σημαντικό: Σχολιάζοντας τους αρχαίους πρόσθεταν ερμηνείες που αποσκοπούσαν να προσαρμόσουν τα κείμενα στις απαιτήσεις της θρησκείας και της νοοτροπίας τους. Οι απόψεις τους αυτές μεταβιβάστηκαν στους Δυτικοευρωπαίους του Μεσαίωνα σαν να προέρχονταν από τους αρχαίους. Αλλά και μόνον η μετάφραση, που οπωσδήποτε επηρεάζεται απ’ το κόσμο των ιδεών και τη μόρφωση του μεταφραστή, είχε σαν αποτέλεσμα μια αλλοίωση των εννοιών του πρωτότυπου κειμένου, όχι σκόπιμη, αλλά υποσυνείδητη. Οι ερμηνευτικές τους παρεμβολές στο κείμενο ήταν αρκετές.
Απ’ τους αρχαίους Άραβες συγγραφείς που επηρέασαν τη μεσαιωνική ιατρική της Ευρώπης ήταν ο Μοσουέ ο Γέρων (Yuhauna ibn Masavai) (πέθανε το 875). Το σπουδαιότερο έργα του οι «Αφορισμοί», υπογεγραμμένο με το όνομα «Ιωάννης Δαμασκηνός», έκανε το γύρο της Ευρώπης με μεγάλη επιτυχία.
Κοντά στον Μοσουέ σημαντική θέση κατέχει και ο Χουναΐν ιμπν Ισχάκ, ιατρός του μεγάλου χαλίφη Αλ Μαμούν (9ος αιών), γνωστός με το ελληνοπρεπές όνομα Ιωαννίκιος. Έγραψε σχόλια στο Γαληνό, που αποτελούσαν επίσημο κείμενο για τα ιταλικά Πανεπιστήμια μέχρι και τον 15ο αιώνα!
[1] Ο Φώτιος συμπεριέλαβε στο έργο του και τον Γαληνό.[2] Εκτός απ’ ό,τι προέρχεται απ’ τους παπύρους που νεο-ανακαλύπτονται.

21/8/08

Τα Πανεπιστήμια [14]

Μιλώντας για τις αιτίες που προκάλεσαν τη παρακμή της Σχολής του Σαλέρνο και του Μονπελιέ, αναφέραμε τη δημιουργία των Πανεπιστημίων. Η εμφάνιση του εκπαιδευτικού αυτού θεσμού ήταν κάτι το τελείως νέο για τη Δ. Ευρώπη, ταυτόχρονα όμως ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ιστορία των επιστημών. Για τον ελληνικό χώρο, όμως, το Πανεπιστήμιο ως θεσμός δεν ήταν κάτι το καινούργιο. Και μάλιστα χωρίς τη γνώση των σχετικών με την ιστορία του και τη συγκρότησή του στην ελληνική Ανατολή είναι πολύ δύσκολο να συλλάβει κανείς το ρόλο του ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου, τις ιδιομορφίες του και τη συμβολή του στην πρόοδο του ανθρωπίνου πνεύματος.

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Η εικόνα του Πανεπιστημίου διαγράφεται πολύ γενικά στις σχολές των κλασικών φιλοσόφων, όπου στο πλαίσιο της φιλοσοφίας διδάσκονταν κι επιστήμες, όπως η ιατρική, που θεωρούντο κλάδοι της. Αλλά Πανεπιστήμιο οργανωμένο και με συγκρότηση πολύ πιο συγγενική με τα σύγχρονα από ό,τι υπήρξαν τα μεσαιωνικά πανεπιστήμια της Δυτικής Ευρώπης, ήταν η Σχολή των Αθηνών (τέλος 1ου μ.Χ. αιώνα). Με την περίοδο της ακμής της συνδέονται ονόματα όπως του Αδριανού και του Μάρκου Αυρηλίου, που την χρηματοδότησαν και του Ηρώδη του Αττικού,
[1] που είχε επιστατήσει στη λειτουργία της. Στη Σχολή αυτή διδασκόταν κι η ιατρική. Οι καθηγητές μισθοδοτούνταν από το κράτος, οι σχολές είχαν κοσμήτορες με αρκετές εξουσίες και χορηγούσαν ένα είδος πτυχίου. Μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα των πρώτων χριστιανικών χρόνων (Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Ναζιανζηνός) υπήρξαν απόφοιτοι της Σχολής. Τον 5ο αιώνα μ.Χ., μεγάλο μέρος των σπουδαστών έφθαναν στην Αθήνα, για να σπουδάσουν ιατρική.
Ακόμα περισσότερες αναλογίες προς τα σημερινά Πανεπιστήμια έχει να παρουσιάσει το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης, που ιδρύθηκε απ' τον Μεγάλο Κωνσταντίνο κι εμφανίστηκε κατά τη διαδρομή της χιλιετούς λειτουργίας του με διάφορα ονόματα: Οικουμενικό Διδασκαλείο, επί Ιουστινιανού, Πανδιδακτήριο, επί Ηρακλείου, Βασιλικό Μουσείο, επί Ανδρόνικου Β' κλπ. Εδώ τώρα πια πρόκειται για ενιαίο σώμα κατά τα σημερινά πρότυπα και με πανεπιστημιακό οργανισμό. Ό,τι χαρακτηρίζει το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης είναι ότι δε περιορίζεται στη θεωρητική μόρφωση των φοιτητών, αλλά αποβλέπει κυρίως στην πρακτική τους κατάρτιση, που την απόκτησή της επικυρώνει με τη χορήγηση διπλωμάτων. Η ιατρική του Σχολή λειτουργεί μέσα σε Νοσοκομείο και διαθέτει πλούσια βιβλιοθήκη. Αυτό που πρέπει να συγκρατήσουμε για να εκτιμήσουμε στο μέτρο της αξίας τους τα μεσαιωνικά πανεπιστήμια της Δύσης, είναι πως το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης ποτέ δεν υπήρξε εξάρτημα της Εκκλησίας. Οι καθηγητές του ήταν πάντοτε λαϊκοί ή το πολύ έγγαμοι κληρικοί και ποτέ μοναχοί.

ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΣΤΗ ΔΥΣΗ
Εδώ τα Πανεπιστήμια, που η ίδρυσή τους σήμανε το τέλος των Σχολών και την έναρξη νέας εποχής στην επιστήμη, δημιουργήθηκαν με την υποστήριξη τής Εκκλησίας, χάρις στο ενδιαφέρον των Παπών για τη προαγωγή της επιστήμης. Λόγω της προέλευσής τους αυτής κυριαρχήθηκαν για πολύ από ένα πνεύμα «κομφορμισμού», δηλαδή, μια προσπάθεια συνεχούς συμμόρφωσης προς τις απόψεις τής Καθολικής Εκκλησίας. Γι’ αυτό η πραγματική ιστορία των δυτικών Πανεπιστημίων αρχίζει με την απαγκίστρωση απ’ το δεσμό με την Εκκλησία και την εκδήλωση νεωτεριστικών τάσεων. Χαρακτηριστικό του νέου πνεύματος είναι το γεγονός ότι μεταξύ των πανεπιστημιακών διδασκάλων πλεόναζαν οι αιρετικοί, όπως ο Αβελάρδος
[2] στο Παρίσι ή ο Πιέτρο ντ’ Άμπανο στην Πάντοβα, του οποίου το σώμα υποβλήθηκε μετά θάνατο στην ποινή να καεί πάνω στη φωτιά ή πάντως πρόσωπα με επαναστατικές αντιλήψεις, όπως ο Γαλιλαίος γύρω στο 1600 και πάλι στο Πανεπιστήμιο τής Πάντοβας.
Ένα από τα αρχαιότερα πανεπιστήμια τής Δυτικής Ευρώπης είναι το Πανεπιστήμιο των Παρισίων. Προήλθε απ’ τα ενοριακά σχολεία της πόλης που είχαν ιδρυθεί από τον Καρλομάγνο
[3] και στη συνέχεια συντηρούνταν από την Παπική Εκκλησία. Εκεί (τέλος 11ου - αρχές 12ου αιώνα) δίδασκε ο περίφημος φιλόσοφος Αβελάρδος. Όταν αυτός συγκρούστηκε με την Εκκλησία απομακρύνθηκε στην αριστερή όχθη του Σηκουάνα για να συνεχίσει το διδακτικό του έργο. Αυτός ήταν ο πρώτος πυρήνας του Πανεπιστημίου των Παρισίων. Σύντομα τα ανεξάρτητα σχολεία που εγκαταστάθηκαν εκεί, οργανώθηκαν σε συντεχνία, που περιλάμβανε διδασκάλους, μαθητές και τα παρεμφερή επαγγέλματα. Είναι κι αυτό άλλο ένα χαρακτηριστικό των Πανεπιστημίων της Δύσης, ότι ο χαρακτήρας τους ήταν ιδιωτικός και η συγκρότηση τους ανάλογη με εκείνη των διαφόρων άλλων επαγγελματικών ομάδων όπως η συντεχνία των υποδηματοποιών ή των κρεοπωλών. Απ’ τη σωματειακή αυτή ένωση καθηγητών και φοιτητών δημιουργήθηκε η λατινική ονομασία «ουνιβέρσιτας», δηλαδή κοινότητα που περιλαμβάνει όλους, απ’ την οποία και προήλθε το όνομα των Πανεπιστημίων σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες.

ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΗΣ ΜΠΟΛΟΝΙΑΣ
Η Μπολόνια, η βορειο-ιταλική πολιτεία, μπορεί να καυχηθεί για ένα από τα αρχαιότερα ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια που έδωσαν ίσως τους διαπρεπέστερους επιστήμονες της τελευταίας περιόδου του Μεσαίωνα. Είναι όμως χαρακτηριστικό, ότι οι νεωτεριστικές τάσεις καθυστέρησαν εδώ πάνω από έναν αιώνα απ’ την ίδρυση τού Πανεπιστημίου αυτού. Αλλά και τότε ακόμα οι τάσεις αυτές δεν υπήρξαν ποτέ καθολικές.
Τη συντηρητική πτέρυγα εκπροσωπεί χαρακτηριστικά ο Ταντέο ντέλι Αλντερότι, στον οποίον ο Δάντης αφιερώνει ένα μέρος της 12ης Ωδής του Παραδείσου του. Πρέπει να σημειωθεί ότι και ο Δάντης ανήκε στη «Συντεχνία ιατρών και ειδικών» και συνεπώς θα πρέπει να ήταν μυημένος στην ιατρική επιστήμη. Ο Ταντέο έγραψε ένα απ’ τα πρώτα ιατρικά βιβλία σε εκλαϊκευμένη γλώσσα: μια πραγματεία «Πώς να διατηρήσετε την υγεία σας». Αλλά και το έργο αυτό δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα «σύνταγμα», δηλαδή συλλογή συμβουλών, όπως τόσες άλλες που εξακολούθησαν να κυκλοφορούν μέχρι αργά στο Μεσαίωνα. Κάποια πάντως, απόπειρα γίνεται αντιληπτή, να δοθεί η κλινική εικόνα, όπως θα λέγαμε σήμερα, κάθε περίπτωσης για την οποία προτείνονται κάθε φορά διάφορα υγειονοδιαιτητικά μέτρα.
Κοντά σε ανθρώπους όπως ο Ταντέο, συναντάμε όμως και πραγματικούς ανακαινιστές. Ένας από αυτούς ήταν ο Ρονάλντο ντα Καπετζούτι, από τον οποίον έχουμε τα πιο ονομαστά σχόλια στη «Χειρουργική» τού Ρουτζέρο ντα Φρουγκάρντι, της σχολής του Σαλέρνο, διανθισμένα με αρκετά πρωτότυπα στοιχεία, αλλά και διορθώσεις του αρχαίου κειμένου. Ένας διακεκριμένος χειρουργός της Μπολόνιας ήταν ο Γκουλιέλμο ντα Σαλιτσέτο. Μέχρι την εποχή του το μεγαλύτερο μέρος των χειρουργικών επεμβάσεων γινόταν με καυτηρίαση. Οι Άραβες, που η επίδραση τους στην ιατρική των Σχολών ήταν κυριαρχική, απέφευγαν για καθαρά φιλοσοφικούς και θρησκευτικούς λόγους, τη χρήση κοφτερών εργαλείων που προκαλούν αιμορραγία. Ο Γκουλιέλμο είναι αυτός που καθιέρωσε ως πρώτο εργαλείο στις εγχειρητικές επεμβάσεις το χειρουργικό μαχαιρίδιο (το νυστέρι).
Στον χειρουργικό τομέα πρέπει ακόμα κανείς να αναφέρει τους Μποργκονιόνι, πατέρα και γιο, για τις απόπειρές τους να εισάγουν στη χειρουργική τη νάρκωση. Οι ιατροί αυτοί προσπαθούσαν να κοιμίσουν τους ασθενείς, στους οποίους γίνονταν παρατεταμένες ή δύσκολες εγχειρήσεις, χρησιμοποιώντας σπόγγους βουτηγμένους σε όπιο ή άλλες ουσίες με ναρκωτικές ιδιότητες.

ΑΝΑΤΟΜΙΚΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΤΩΜΑΤΟΣ
Ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους των νέων τάσεων που είδαμε να επικρατούν στο τομέα της Ιατρικής, υπήρξε ο Μοντίνο ντα Λούτζι που δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνιας από το 1314-1324. Γύρω στο 1316 τέλειωσε το σπουδαιότερο έργο του την «Ανατομική». Το έργο αυτό κυκλοφόρησε σε αναρίθμητα αντίγραφα, σχολιάστηκε, παρουσιάστηκε υπό μορφή περιλήψεων κι έκανε το συγγραφέα του διάσημο. Αρκεί να λάβει κανείς υπόψη ότι η Ανατομία του Μοντίνο υπήρξε το κλασικό κείμενο για τη διδασκαλία της ανατομικής σ' όλα τα Πανεπιστήμια της Ιταλίας και της Ευρώπης για δυο τουλάχιστον αιώνες. Αυτό κράτησε μέχρι το 1543, το έτος δηλαδή που ο Ανδρέας Βεσάλιος δημοσίευσε στη Βασιλεία της Ελβετίας το περίφημο ανατομικό του έργο «Περί της κατασκευής του ανθρωπίνου σώματος», που θεωρείται ως εισαγωγή στη σύγχρονη ανατομική. Όπως διαβάζομε στο βιβλίο του, τον Ιανουάριο του 1315 ο Μοντίνο εκτέλεσε τη πρώτη ανατομή πτώματος για καθαρά επιστημονικούς και διδακτικούς λόγους. Σκοπός του ήταν να δείξει στους μαθητές του την ακριβή θέση και μορφή των διαφόρων σπλάγχνων. Είναι βέβαια γνωστό ότι με την ευκαιρία της ίδρυσης του Πανεπιστημίου της Νεάπολης, ο Φρειδερίκος Β' βασιλιάς της Σικελίας κι αυτοκράτορας της Γερμανίας, είχε συστήσει την ανατομική επί του πτώματος για επιστημονικούς σκοπούς. Αλλά, η υπόδειξη του σοφού μονάρχη σύντομα λησμονήθηκε. Γι’ αυτό κι η ανατομή του Μοντίνο (1315), πρέπει να θεωρηθεί βασικός σταθμός στην ιστορία τυς ανατομικής. Στο κείμενο του Μοντίνο συναντάμε μια σειρά πρακτικών υποδείξεων για τη διάνοιξη του πτώματος, που προδίδουν πείρα καταπληκτική. Οι ανατομές πτωμάτων θα συνεχιστούν απ' τους μαθητές του ώσπου τελικά 2 περίπου αιώνες αργότερα θα επισημοποιηθούν με παπικό κύρος.
[4]
Πρέπει ακόμα να παρατηρήσουμε στο έργο του Μοντίνο ότι, παρά τη προσήλωσή του στη διδαχή του Γαληνού, προχωρεί, πέρα απ' το καθιερωμένο σχόλιο, στον έλεγχο του κειμένου με αντιπαραβολή προς τα ευρήματα που παρέχει η ανατομική μελέτη του πτώματος. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι πια μακριά η χαραυγή μιας νέας εποχής για την ιατρική.

[1] Αθηναίος λόγιος και σοφιστής (101-177 μ.Χ.). Μεγάλο μέρος της τεράστιας περιουσίας του διέθεσε σε κοινωφελή έργα και προστασία των τεχνών. Έκτισε το γνωστό Ωδείο στη μνήμη της γυναίκας του Ρηγίλλης.[2] Πέτρος Αβελάρδος (1079-1142), εξελληνισμένος τύπος του ονόματος του Γάλλου θεολόγου και φιλοσόφου Πιέρ Αμπελάρ (Pierre Abelard). Υποστήριζε ότι μόνο η Π. και η Κ. Διαθήκη πρέπει να αποτελούν αντικείμενο πίστης κι ότι οι ανθρώπινες γνώμες για τη θρησκεία πρέπει να επαληθεύονται και να συζητιούνται. Κατηγορήθηκε σαν αιρετικός.[3] Charlemagne (742-814). Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και βασιλιάς των Φράγκων. Αναφέρεται κι ως Κάρολος Α' ή Κάρολος ο Μέγας (εξ ου ο εξελληνισμός της γαλλικής ονομασίας του).[4] Βούλες του Σίξτου Ε' και του Κλήμεντα Ζ', Παπών της Ρώμης.

Οι Ιατρικές Σχολές του Σαλέρνο και του Μονπελιέ [13]

Τα κέρδη που η εξάσκηση της ιατρικής πρόσφερε στους ιατρούς το Μεσαίωνα φαίνεται πως ήταν μεγάλος πειρασμός για τους μοναχούς που ασκούσαν την ιατρική. Έτσι, πολλοί παραμελούσαν βαθμιαία τα θρησκευτικά τους καθήκοντα και τελικά εγκατέλειπαν τα μοναστήρια για να ασκήσουν την ιατρική έξω απ’ αυτά, σαν ιδιωτικοί πλέον ιατροί. Αυτό ανησύχησε την Εκκλησία, που αναγκάστηκε τελικά με συνοδικές αποφάσεις (Ρενς, 1131, Ρώμη, 1139) να τους απαγορεύσει να εξασκούν την ιατρική εκτός μονών. Επειδή, όμως, τα αποτελέσματα της απαγόρευσης δεν ήταν αξιόλογα, ο Πάπας Ονώριος Γ΄ (το 1200) απαγόρευσε τελείως στους κληρικούς την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος. Αυτή ήταν η χαριστική βολή για τη μοναστηριακή ιατρική, αλλά κι η πρώτη ώθηση για τις λαϊκές ιατρικές σχολές που είχαν αναπτυχθεί γύρω απ' τις μονές. Δυο απ’ αυτές έμειναν στην ιστορία: η σχολή του Σαλέρνο στην Καμπανία της Ιταλίας και του Μονπελιέ στη νότια Γαλλία.

Η ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΥ ΣΑΛΕΡΝΟ
Τον 7ο αιώνα στα περίχωρα του Σαλέρνο ήκμαζε μια μονή Βενεδικτίνων. Πλήθος ασθενών συνέρεε εκεί, για να βρουν την υγεία τους. Εκεί γεννήθηκε η περίφημη σχολή. Υπάρχει, όμως, μια πιο γοητευτική παράδοση. Τη σχολή ίδρυσαν 4 δάσκαλοι, ένας Έλληνας, ένας Λατίνος, ένας Εβραίος κι ένας Σαρακηνός. Καθένας τους είχε μελετήσει και σχολιάσει τους συγγραφείς που είχαν γράψει στη γλώσσα του κι επομένως η σχολή συγκέντρωνε από πρώτο χέρι όλη την ιατρική σοφία της εποχής. Δυστυχώς η παράδοση αυτή δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τα πράγματα: οι πρώτες ασφαλείς πληροφορίες για τη σχολή απέχουν πολύ απ' την ίδρυσή της (ανάγονται στον 9ο αιώνα) και η αραβική ιατρική μεταφέρθηκε στην Ευρώπη πολύ πιο αργά (11ος αιών).
Αν και δεν γνωρίζουμε τους ιδρυτές, ξέρουμε όμως τους μεγάλους διδασκάλους της. Ένας απ' τους πρώτους ήταν ο Λογγοβάρδος Γκαριοπόντο (πέθανε το 1050), που μας άφησε το σημαντικό σύγγραμμα, «Παθησεολόγιο» (τη σημερινή Παθολογία). Η διάταξη της ύλης είναι παραδοσιακά τοπογραφική: αρχίζει με τις παθήσεις της κεφαλής και καταλήγει στις παθήσεις των ποδιών. Στις θεραπευτικές μεθόδους ιδιαίτερη θέση έχουν οι καυτηριάσεις. Το βιβλίο αυτό, αντιγραμμένο αναρίθμητες φορές κι εικονογραφημένο από επιδέξιους ή αδέξιους σχεδιαστές, ήταν για πολύ καιρό το βασικό ιατρικό κείμενο μέχρι αργά το Μεσαίωνα. Η προσφορά τού Γκαριοπόντο δεν είναι τόσο επιστημονική, όσο γλωσσοπλαστική στο πεδίο της ιατρικής ορολογίας. Στην προσπάθειά του να εκλατινήσει τους ελληνικούς ιατρικούς όρους, κατέφευγε στη γλώσσα του λαού, που λέξεις της καθιερώθηκαν από τότε στην ιατρική ορολογία των ευρωπαϊκών γλωσσών.
Επισημότερη μορφή υπήρξε ο Αλφάνο Α΄, αρχιεπίσκοπος Σαλέρνο (1010-1085), που με τη πραγματεία του «Περί των τεσσάρων χυμών τού ανθρωπίνου σώματος» μας δίνει μια εικόνα της θεωρητικής θεμελίωσης της σχολής του Σαλέρνο. Πρόκειται για την ιπποκρατική διδασκαλία, παρμένη απ' τα κείμενα του Γαληνού κι αυτά μεταφρασμένα στη λατινική.


Η ΑΡΑΒΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ
Άλλος δρόμος από τον οποίο διοχετεύθηκε η αρχαία ιατρική στη σχολή του Σαλέρνο ήταν μέσω των Αράβων. Μεγάλο ρόλο έπαιξε στο σημείο αυτό ένας εξαιρετικά μορφωμένος Καρχηδόνιος, ο Κωνσταντίνος ο Αφρικανός (1020-1087 μ.Χ.). Προικισμένος με ευφυία, έκανε πολλά ταξίδια στην Ανατολή. Βαθύς γνώστης της αραβικής και ελληνικής, μπόρεσε να συλλέξει μεγάλο θησαυρό γνώσεων απ' τη βιβλιογραφία των δύο γλωσσών. Μετάφρασε τα έργα των περισσοτέρων Αράβων ιατρών και σχολιαστών, καθώς και τους αρχαίους δασκάλους, ιδίως τους Αφορισμούς του Ιπποκράτη και τον Γαληνό, αλλά από την αραβική έκδοση.
Την επίδραση τού Κωνσταντίνου του Αφρικανού στη μεσαιωνική ιατρική την παρομοιάζουν με την επίδραση του Μαρσίλιο Φιτσίνο
[1] στο πλαίσιο τού Ουμανισμού. Στο έργο του γίνεται συγκερασμός της μοναχικής παράδοσης, βασικών στοιχείων από την κλασική παράδοση και του αραβικού πολιτισμού.

Η ΑΚΜΗ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ
Αξίζει να υπογραμμισθεί το ότι η ακμή τής σχολής συμπίπτει με την παρακμή του πολιτισμού και της αραβικής κυριαρχίας στη Μεσόγειο. Έτσι επιβεβαιώνεται ότι η περίοδος της μεγαλύτερης επίδρασης ενός πολιτισμού πάνω σ’ έναν άλλον συμπίπτει με το ξέφτισμά του, με τη στιγμή που τα κυριότερα κέντρα του βαθμιαία παρακμάζουν, ενώ οι εκπρόσωποί του συγκεντρώνονται όπου τους προσφέρονται καλύτερες δυνατότητες για τη συνέχιση της δραστηριότητάς τους. Τότε εμφανίζεται ο Κωνσταντίνος στο Σαλέρνο. Η επίδρασή του είναι τέτοια, που από τότε αρχίζει η σχολή να απονέμει διπλώματα, που εξασφαλίζουν την άσκηση της ιατρικής «Urbi et orbi» (στη πόλη και την οικουμένη).
Απ' τη σχολή αυτή προήλθαν αξιόλογα για την εποχή ιατρικά βιβλία. Ο Μπενβενούτο Γκραφέο έγραψε ένα εγχειρίδιο οφθαλμολογίας, με καταπληκτική διάδοση. Ο Ρουτζέρο ντι Φρουγκάρντο (β΄ ήμισυ του 12ου αιώνα) συνέταξε ένα εγχειρίδιο χειρουργικής στο οποίο αποδόθηκε εξαιρετική σημασία. Αρκεί να αναφέρουμε μόνο ένα γεγονός: ότι δηλαδή ένα ολόκληρο αιώνα αργότερα ο Ρολάντο ντε Καπετζούτο, διάσημος χειρουργός τής Μπολόνιας, σχολίασε και μάλλον δίδασκε στους μαθητές του το κείμενο του Ρουτζέρο. Αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν ήταν μικρότερη η διάδοσή του. Το βιβλίο του αποκαλύπτει πολύ βαθύτερες επιστημονικές γνώσεις, σε σύγκριση με προγενέστερα μεσαιωνικά κείμενα και το γεγονός ότι στη σχολή του Σαλέρνο εκτελούσαν χάριν μελέτης ζωοτομές, κυρίως σε χοίρους. Βέβαια οι βασικές γραμμές, που ακολουθούσαν, ήταν αυτές που είχε χαράξει ο Γαληνός. Και μόνο το γεγονός ότι είχαν συλλάβει την αξία της μελέτης της ανατομικής ήταν ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός.

ΤΟ «ΣΑΛΕΡΝΙΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΥΓΕΙΑΣ»
Υπό το όνομα αυτό κυκλοφορούσε τον Μεσαίωνα μια συλλογή αφορισμών, που για την κοινή συνείδηση αποτελούσε το πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα των πρακτικών κατευθύνσεων της σχολής. Στη πραγματικότητα, αν αφαιρέσει κανείς από το βιβλίο αυτό το καταστάλαγμα της λαϊκής ιατρικής τόσων αιώνων στο διαιτητικό πεδίο, λίγα πράγματα απομένουν. Όμως, ορισμένα γεγονότα συνέβαλαν ώστε το «Σύνταγμα» ν' αποκτήσει μια ιδιαίτερη φήμη. Τα γεγονότα αυτά είναι τελείως άσχετα με την ύπαρξη μες στο βιβλίο αυτό υψηλών γνώσεων ή βαθιών επιστημονικών παρατηρήσεων. Η σημασία των αφορισμών βρίσκεται στο ότι δεν απέκλειαν μια μορφή ατομικιστικού υλισμού, επικούρειου τύπου, που ήταν ένα νέο κύμα στο πλαίσιο του μυστικισμού και σχολαστικισμού τού Μεσαίωνα. Αφετέρου, ήταν η λογοτεχνική μορφή του έργου, που οι λατινικοί του στίχοι ήταν δοσμένοι στη μητρική γλώσσα του λαού κι ακόμα πιο πολύ τα πετυχημένα του αποφθέγματα, που σε πολλές γλώσσες κατέληξαν να αποτελούν λαϊκά γνωμικά. Το «Σύνταγμα» π.χ. έγραφε πως «αν θέλεις να ζήσεις δίχως βάσανα, γερός, διώξε τις βαριές τις στενοχώριες και πείσου ότι το να τις παίρνεις σοβαρά είναι μεγάλο κακό». Κι αλλού «μη νομίζεις πώς αξίζει λίγο ένας περίπατος αμέσως μετά το φαγητό». Υπάρχουν όμως κι οι αφορισμοί, που σχετίζονται με την ηθική του ιατρικού επαγγέλματος. Ένας από αυτούς είναι η περίφημη αρχή του Ιπποκράτη: «ωφελέειν, μη βλάπτειν». Φυσικά δεν ήταν κάτι νέο, ήταν όμως δοσμένο με εκλαϊκευμένο τρόπο και άρα ευκολομνημόνευτο. Χάρις στο «Σύνταγμα», η φήμη του Σαλέρνο συνέχιζε να υπάρχει όταν η ίδια η σχολή είχε πια παρακμάσει.

Η ΠΑΡΑΚΜΗ
Όταν άρχισε η ίδρυση των διαφόρων Πανεπιστημίων, οι σχολές, που είχαν διαδεχθεί τα μοναστήρια, έβαιναν προς τη δύση τους. Βέβαια, όταν ο Φρειδερίκος Β΄
[2] ίδρυσε το 1240 το Πανεπιστήμιο της Νάπολης, επιφύλαξε το δικαίωμα χορήγησης πτυχίου ιατρικής μόνο στη Σχολή του Σαλέρνο, που το χορηγούσε σε όσους είχαν πραγματοποιήσει 5ετείς σπουδές. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι με το ιδρυτικό διάταγμα ο Φρειδερίκος επισημοποιούσε και συνιστούσε ακόμα την ανατομική άσκηση επί πτωμάτων, ως αναπόσπαστο τμήμα της διδασκαλίας της ιατρικής. Παρ’ όλα αυτά, οι δυνατότητες των Πανεπιστημίων υπερτερούσαν σημαντικά εκείνων που διέθεταν οι παλιές Σχολές. Τα μέσα τους ήταν άφθονα κι η οργάνωση καλύτερη. Έτσι οι μαθητές προτιμούσαν τα νέα ιδρύματα κι οι σχολές βαθμιαία απογυμνώνονταν από το ακροατήριό τους. Μετά τους μαθητές ήρθε η σειρά των διδασκάλων. Τα Πανεπιστήμια πλήρωναν στο διδακτικό τους προσωπικό ένα σταθερό μηνιαίο μισθό, ενώ στις σχολές, όπως του Σαλέρνο, οι διδάσκαλοι πληρώνονταν από τους μαθητές. Με την αραίωση των μαθητών έπεσαν κι οι απολαβές των διδασκάλων στο ελάχιστο, που με τη σειρά τους, εγκατέλειψαν κι αυτοί τις σχολές για να πάρουν θέσεις στα Πανεπιστήμια. Η χαριστική βολή προήλθε από την κυβέρνηση του Ναπολέοντα. Η Σχολή έκλεισε το 1811.

Η ΣΧΟΛΗ ΤΟΥ ΜΟΝΠΕΛΙΕ
Χρονολογικά τοποθετείται αργότερα από τη σχολή του Σαλέρνο, με καλύτερη τύχη απ’ εκείνη. Όταν δημιουργήθηκαν οι νεώτεροι θεσμοί, η Σχολή εξελίχθηκε σε Πανεπιστήμιο, αποφεύγοντας τη μοίρα που δεν απέφυγε η μεγαλύτερη αδελφή της.
Άσχετα από την τελική της τύχη, η Σχολή του Μονπελιέ δεν έχει να παρουσιάσει κάτι πολύ διαφορετικό απ’ το Σαλέρνο. Οι πηγές τής ιστορικής γνώσης ήταν οι ίδιες: Άραβες, Γαληνός, Ιπποκράτης, Οι σπουδές πάντως στο Μονπελιέ ήταν οργανωμένες σύμφωνα με πρόγραμμα που καθιερώθηκε αργότερα (το 1309) με παπική βούλα από τον Κλήμη τον Ε΄.
Οργανωτής των σπουδών του Μονπελιέ θεωρείται μάλλον ο Αρνάλντο ντι Βιλλανόβα, που επονομαζόταν Καταλανός, μαθητής, πιθανότατα, του Σαλέρνο. Ο Αρνάλντο, που κάποτε κατηγορήθηκε για αιρετικός, έγραψε πολλά έργα. Αυτό που δίνει ιδιαίτερη αξία στα έργα αυτά είναι η τόλμη του να επικρίνει το Γαληνό και τους Άραβες, βασιζόμενος στην προσωπική του πείρα.
Άλλος αξιόλογος διδάσκαλος του Μονπελιέ ήταν ο Γκυ ντε Αλιάκ (1300-1370). Έμεινε γνωστός, όχι μόνο για τη πολεμική του κατά του Πετράρχη,
[3] κηρυγμένου εχθρού των ιατρών και επειδή ήταν ιατρός των Παπών στην Αβινιόν, αλλά κυρίως για το έργο του «Μεγάλη χειρουργική» (γράφτηκε το 1363). Το βιβλίο αυτό, παίρνοντας τα πρωτεία απ’ τη Χειρουργική του Ρουτζέρο ή του Ρολάντο, έγινε για πολλά χρόνια κλασικό διδακτικό και πρακτικό σύγγραμμα, αντιγράφτηκε σε πολλούς κώδικες και διαδόθηκε σε όλη την Ευρώπη.
Η μεταβολή της σχολής του Μονπελιέ σε πανεπιστήμιο ήταν κάτι που έγινε με ταχύτητα και επιτυχία. Το γεγονός αυτό επέτρεψε στην παράδοση του Μονπελιέ να συνεχιστεί χωρίς διακοπή.


[1] Marsilio Ficino (1433-1499), Ιταλός φιλόσοφος και θεολόγος. Στο έργο του «ο Ποιμάντωρ» και στα σχόλια του στον Πλάτωνα επιδιώκει να συμφιλιώσει την ελληνική θρησκεία με το Χριστιανισμό. Στο έργο του «Η χριστιανική θρησκεία» υποστηρίζει ότι μόνον με τις πλατωνικές ιδέες είναι εφικτή η φιλοσοφική εμπέδωση της πίστης.[2] Φρειδερίκος Β' Χοενστάουφεν (1194-1250). Βασιλιάς της Σικελίας, της Γερμανίας κι αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.[3] Πετράρχης (1304-1374): εξελληνισμένος τύπος τού ονόματος του Ιταλού ποιητή Φραντσέσκο Πετράρκα (Francesco Petrarca).

Η Μεσαιωνική Ιατρική [12]

ΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ
Ο Μεσαίωνας είναι μια περίοδος, στην ιστορία ιδίως της Δύσης, που ταυτίζεται με το σκοτάδι, την αμάθεια και την πρόληψη. Αν και κάτι τέτοιο δεν γίνεται σήμερα απόλυτα δεκτό κι οι κατηγορίες αυτές εναντίον μιας χιλιετούς περιόδου της ευρωπαϊκής ζωής αποδίδονται στη φυσική αντίδραση που προκάλεσε το παρελθόν στους ανθρώπους της Αναγέννησης και αργότερα του Διαφωτισμού, όμως ισχύει, τουλάχιστον ως ένα σημείο, για τη Δυτική Ευρώπη. Η εισβολή των βαρβάρων, που τώρα αποτελούν τα πολιτισμένα έθνη της Δύσης, κατέστρεψε το Ρωμαϊκό πολιτισμό, χωρίς να τον αντικαταστήσει με άλλη παράδοση κι έτσι το πνευματικό σκοτάδι υπήρξε η φυσική συνέπεια της περιόδου αυτής. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για την Ανατολή. Η μετατόπιση της πρωτεύουσας στο Βυζάντιο συνέδεσε χωρίς διακοπή τον ρωμαϊκό κόσμο που κατέρρεε, με τις ανεξάντλητες πηγές του ελληνισμού και χωρίς να μεσολαβήσει καμιά σκοτεινή περίοδος μας πρόσφερε τον ελληνοχριστιανικό Βυζαντινό πολιτισμό. Τη διαφορά τού δυτικού μεσαίωνα απ' τον ανατολικό, θα τη δούμε στην ιατρική.

Ο ΔΥΤΙΚΟΣ ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ
Οι γνώσεις ενός μεσαιωνικού ιατρού ήταν μια ασαφής και μη δημιουργική ανάμνηση των γνώσεων της κλασικής εποχής. Η πηγή γνώσεων δεν είναι τα μεγάλα έργα των αρχαίων, αλλά περιλήψεις κι επιτομές μεταγενέστερων. Ένα απ’ τα βασικά κείμενα είναι το «Η ιατρική τέχνη» έργο του Κέλσου,
[1] περιληπτική εγκυκλοπαίδεια των ιατρικών γνώσεων της αρχαιότητας και η «Φυσική ιστορία» του Πλίνιου του Πρεσβύτερου, γενική συγκέντρωση γνώσεων της εποχής, σχετικών με τη φύση, χωρίς κριτικό πνεύμα. Έτσι στο έργο του Πλίνιου περιλαμβάνονται οι φανταστικές θεραπευτικές ιδιότητες του φοίνικα και μανδραγόρα κι οι θαυματουργικές ικανότητες των πολύτιμων λίθων.
Από το Γαληνό, τη πραγματική βάση των ιατρικών σπουδών, κυκλοφορεί μια επιτομή, η «Μικρή Τέχνη». Περικλείει σε περίληψη το απέραντο περιεχόμενο τού έργου του «Μεγάλη Τέχνη», που κανείς δεν διάβαζε. Και φυσικά ο Γαληνός δεν διαβαζόταν στο ελληνικό πρωτότυπο, αλλά στη λατινική του μετάφραση.
Ο Ιπποκράτης είναι γνωστός μόνο από όσα μεταδίδει ο Γαληνός ή απ' τα έργα Αράβων σχολιαστών, απ' τους οποίους διαβαζόταν κυρίως ο Αβικέννας. Δυστυχώς, οι Άραβες δεν πρόσθεσαν τίποτε νεώτερο στις παραδοσιακές γνώσεις, επειδή το Κοράνιο απαγόρευε αυστηρά τις νεκροτομές.
Με τέτοιο φτωχό ιατρικό εξοπλισμό κι εξ αιτίας της τέλειας κατάπτωσης της λαϊκής ιατρικής, το ιατρικό έργο αλλάζει φορέα και περιέρχεται στα χέρια μοναχών: είναι η ιατρική των μοναστηριών που καλύπτει τη μεγαλύτερη περίοδο τού Μεσαίωνα.

Η ΙΑΤΡΙΚΗ ΤΩΝ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΩΝ
Οι βασικοί λόγοι, που συνέβαλαν στη γέννηση της ιατρικής των μοναστηριών είναι: Πρώτον, το γεγονός ότι για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα τα μοναστήρια στάθηκαν η κιβωτός που φύλαξε την κληρονομιά των αρχαίων. Με τη πάροδο του χρόνου, τα κείμενα που οι πρώτοι μοναχοί είχαν αντιγράψει με πάθος, γέμισαν σκόνη πάνω στα ράφια. Έτσι μένουν αγνοημένα έως ότου τα ανακάλυψαν πάλι οι άνθρωποι της Αναγέννησης. Ο δεύτερος λόγος πηγάζει απ' την κοσμοθεωρία του χριστιανισμού: Είναι η «καινή» εντολή, η αγάπη. Η δύναμη αυτή εμπνέει κάθε έκφραση της ζωής, βρίσκει πλούσιο έδαφος εφαρμογής στο κόσμο των ασθενών. Τα μοναστήρια μεταβάλλονται σε Ασκληπιεία του χριστιανικού κόσμου. Μόνο τα κίνητρα διαφέρουν: στα Ασκληπιεία τα πάντα υπαγορεύονται απ’ τη θεραπευτική εμπειρία των ιερέων και από την υποβολή που ασκούσαν. Εδώ όλα πηγάζουν απ’ το πνεύμα αγάπης προς το πλησίον, που παίρνει στη σκέψη του πιστού τη θέση τού Χριστού: «ασθένησα και με επισκεφτήκατε».
Ενώ η πρακτική εμπειρία των μοναχών αποκτιόταν απ’ τη καθημερινή πράξη, η θεωρία βασιζόταν στον Κέλσο, στον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, στη «Μικρή Τέχνη» τού Γαληνού. Μετά από καιρό ο Ισίδωρος, αρχιεπίσκοπος Σεβίλλης (7ος αιών μ.Χ.), συνοψίζει στην «Ετυμολογία» του, είδος εγκυκλοπαίδειας της εποχής, όλες τις γνώσεις τού ανθρώπου για τη φύση και τον εαυτό του.
Πολύτιμες πληροφορίες για το πώς ασκούσαν οι μοναχοί τη θεραπευτική τους παίρνουμε απ' τα «Τυπικά» των μοναχικών ταγμάτων: «Πάνω και πριν από κάθε τι άλλο πρέπει να νοσηλεύουμε τους ασθενείς υπηρετώντας τους όπως θα υπηρετούσαμε τον ίδιο το Χριστό…».
[2] Με βάση αυτή τη βαθύτερη αιτιολόγηση της εντολής της αγάπης ρυθμίζονται όλα τα σχετικά με την νοσηλεία θέματα. Στα θετικά θεραπευτικά μέτρα τοποθετείται η λουτροθεραπεία[3] και η κατάλληλη δίαιτα.[4] Με τον καιρό, γύρω από τα μοναστήρια συγκεντρώνονται ομάδες λαϊκών ιατρών, όπως στα Ασκληπιεία, που οργανώνονται, αποκτούν αυτοτέλεια και γίνονται οι πυρήνες των νεώτερων ιατρικών σχολών. Έτσι ξεκίνησαν οι σχολές τού Μονπελιέ και του Σαλέρνο.

Η ΙΑΤΡΙΚΗ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ
Δυο είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της ιατρικής στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η ακμή και η παρακμή της οποίας συμπίπτουν με τον ανατολικό μεσαίωνα. Το πρώτο είναι η άμεση επαφή με την κληρονομιά της αρχαίας ελληνικής ιατρικής κι η καλλιέργειά της με τρόπο που να επιτρέψει πρωτότυπες επιδόσεις σε διάφορους ιατρικούς κλάδους. Το δεύτερο είναι η συστηματική οργάνωση της κοινωνικής πρόνοιας σε τέτοια έκταση, που να καλύπτει τη νόσο, την εγκυμοσύνη, τον τοκετό, τη βρεφική και παιδική ηλικία και τέλος τα γηρατειά.
Ως προς το πρώτο, δεν υπάρχει σύγκριση μεταξύ εκπροσώπων της ανατολικής και δυτικής ιατρικής, επειδή σε όλη την περίοδο τού Μεσαίωνα δεν βρίσκουμε στη Δύση ούτε μια ιατρική εργασία και μάλιστα πρωτότυπη. Το συγγραφικό έργο τής Ανατολής παρουσιάζεται την ίδια εποχή πλούσιο. Ο Ορειβάσιος,
[5] γιατρός του Ιουλιανού του Παραβάτη, γράφει εκτεταμένο έργο με τίτλο «Ιατρικές Συναγωγές». Ο Αέτιος ο Αμιδηνός,[6] αρχίατρος τού Ιουστινιανού, γράφει μεγάλη ιατρική εγκυκλοπαίδεια. Ακολουθεί ο Αλέξανδρος ο Τραλλιανός,[7] ο Παύλος ο Αιγινήτης,[8] ο Νικόλαος ο Μυρεψός,[9] Ιωάννης ο Ακτουάριος[10] κ.α. Πρωτότυπες ιατρικές εργασίες έχομε: στο πεδίο της ανατομικής (μελέτες για σιελογόνους αδένες και μύτη), στο κλάδο της χειρουργικής (για αιμόσταση, επιδεσμολογία κι ανευρύσματα), στη μαιευτική (ανάπτυξη μεθόδων για τον μετασχηματισμό τού εμβρύου και την υποστήριξη τού περινέου στο τοκετό), στη γυναικολογία (εκτέλεση ενδομήτριων πλύσεων, χρήση μητροσκοπίου, εκτέλεση κολπικής υστερεκτομής), κι εργασίες στην οφθαλμολογία και την Ω.Ρ.Λ.
Εκεί όμως που το Βυζάντιο μένει ανυπέρβλητο, ακόμα και στους νεώτερους χρόνους, είναι η πρόνοια για τους πάσχοντες και τους έχοντες ανάγκη βοηθείας. Το ίδρυμα με το όνομα «ξενών», ό,τι εμείς σήμερα χαρακτηρίζουμε σαν νοσοκομείο, ήταν τόπος όπου η μεγάλη εντολή τού Χριστού, η αγάπη, γινόταν υπέροχη πραγματικότητα. Ταυτόχρονα ήταν ιατρική σχολή κι εργαστήριο καλλιέργειας τής επιστήμης. Μερικοί απ’ τους ονομαστότερους ξενώνες ήταν η Βασιλειάδα τού Μεγάλου Βασιλείου, ο ξενώνας του Σαμψών, της Μονής του Παντοκράτορα, του Ρωμανού του Λεκαπηνού κ.ά. Για τα θέματα τής νοσηλείας, ο Μέγας Βασίλειος αφήνει βιβλίο: «Για το πώς να φέρονται οι μοναχοί προς τους αρρώστους στο ξενοδοχείο». Ο ξενώνας τής Μονής του Παντοκράτορα ήταν απ' τα τελειότερα νοσοκομεία του Μεσαίωνα. Διέθετε 50 κλίνες σε 5 τμήματα: χειρουργικό, 2 παθολογικά, γυναικολογικό και οφθαλμολογικό, με 53 ιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων συγκροτημένους σε σώμα με διευθυντή, επιμελητές κι εσωτερικούς βοηθούς. Καθώς επίσης φαρμακοποιούς, διαιτολόγους, ιατρική βιβλιοθήκη και εξωτερικά ιατρεία με 16 ιατρούς. Μαζί με τους ξενώνες είχε γηροκομεία, λεπροκομεία (λωβοκομεία), βρεφοκομεία, μαιευτήρια (λοχοκομεία) κι ορφανοτροφεία. Ο Ιωάννης ο Ελεήμων, Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ίδρυσε 7 ορφανοτροφεία στην επισκοπή του (αρχές 7ου αιώνα). Με τέτοια εικόνα, το Βυζάντιο δεν είχε τίποτε να ζηλέψει στην ιατρική απ' τη Δύση κι ο ανατολικός Μεσαίωνας δεν έχει τίποτε το κοινό με τον σκοταδισμό της υπόλοιπης Ευρώπη κατά τους μέσους χρόνους.


[1] Celsus, Aulus Cornelius (1ος μ.Χ. αιών). Ρωμαίος ιατρός και συγγραφέας. Τον αποκαλούσαν «Κικέρωνα τής ιατρικής».[2] Τυπικό τού Αγίου Βενέδικτου (36ο κεφάλαιο).[3] Τα λουτρά δύσκολα επιτρέπονταν σε υγιείς κι ιδίως σε νέους.[4] Συνιστούσαν ως τονωτικό την κρεατοφαγία, απαγορευμένη σε υγιείς μοναχούς.[5] Βυζαντινός ιατρός (325-403 μ.Χ.) από την Πέργαμο.[6] Ιατρός και συγγραφέας (6ος αιών μ.Χ.), από την Αμίδη τής Μεσοποταμίας. Έγραψε ιατρικό έργο με τίτλο «Βιβλία ιατρικά εκκαίδεκα».[7] Από τις Τράλλεις Λυδίας (525-605 μ.Χ.), Βυζαντινός ιατρός, αδελφός τού αρχιτέκτονα Ανθεμίου. Δίδαξε ιατρική στη Ρώμη.[8] Βυζαντινός ιατρός και συγγραφέας (7ος αιών μ.Χ.). καταγόταν από την Αίγινα κι έζησε στην Αλεξάνδρεια. Έγραψε το έργο «Υπόμνημα».[9] Ιατρός (13ος αιών) στην Αυλή του αυτοκράτορα Ιωάννη Γ' Δούκα Βατάτζη (1222 -54) και της βασίλισσας Ειρήνης στη Νίκαια.[10] 13ος-14ος αιών. Λεγόταν Ιωάννης Ζαχαρίου και εργαζόταν σαν γραμματικός (ακτουάριος) στην αυτοκρατορική Αυλή, εξ ου και το επώνυμο.

Ο Γαληνός [11]

Έπειτα από μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από την εναλλαγή λαμπρών και σκοτεινών για την ιατρική ημερών, η αρχαία ιατρική βρίσκει τον «ανακεφαλαιωτή» και τον πιο ολοκληρωμένο εκπρόσωπό της στη μεγάλη φυσιογνωμία του Γαληνού.

Η ΖΩΗ ΤΟΥ
Ο Γαληνός γεννήθηκε στην Πέργαμο (131 μ.Χ.). Οι σπουδές του άρχισαν από τη φιλοσοφία κι ολοκληρώθηκαν με την ιατρική. Η ιατρική του μόρφωση συνεχίστηκε στα μεγάλα κέντρα τής εποχής: τη Σμύρνη, την Κόρινθο, την Αλεξάνδρεια. Μετά ξαναγυρίζει στην πατρίδα του και γίνεται ιατρός στη σχολή των μονομάχων. Η θέση αυτή υπήρξε μια θαυμάσια ευκαιρία για το Γαληνό να αξιοποιήσει πρακτικά τις θεραπευτικές κι ανατομικές γνώσεις του στο χειρουργικό και φαρμακευτικό τομέα.
Ύστερα από λίγα χρόνια η κοσμοκράτειρα Ρώμη προσελκύει και το Γαληνό, που μόλις εγκαταστάθηκε εκεί απέκτησε τέτοια φήμη, που να εξεγείρει εναντίον του τις ιατρικές ασημότητες της πρωτεύουσας του κόσμου. Έτσι τον βλέπουμε να εγκαταλείπει τη Ρώμη το 166, όπου όμως τον βρίσκουμε και πάλι ύστερα από δυο χρόνια ως προσωπικό ιατρό του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου.
[1] Τον τίτλο αυτόν διατήρησε μέχρι το θάνατό του (201 ή 210 μ.Χ.), που συνέβη μάλλον στη πατρίδα του την Πέργαμο.
Η συγγραφική εργασία τού Γαληνού υπήρξε τεράστια. Λέγεται ότι έγραψε περίπου 500 ιατρικά έργα κι άλλα 300 γενικού ενδιαφέροντος. Λίγα διασώθηκαν, αρκούν όμως για να μας προσφέρουν μια ολοκληρωμένη και σαφή εικόνα για τη μέθοδο και το περιεχόμενο τhς ιατρικής του σκέψης.

Η ΣΧΟΛΗ ΤΟΥ
Μεταξύ των «δογματικών», των «εμπειρικών» και των «μεθοδιστών» της εποχής του ο Γαληνός κατέχει μια εντελώς προσωπική θέση, κρατώντας απ' όλες τις σχολές μόνο ό,τι καλό εύρισκε.
Ο Γαληνός υπήρξε συστηματικός «εκλεκτικός». Απ' τους δογματικούς, αφηρημένους θεωρητικούς, κρατάει την αξία του συλλογισμού, για να είναι γόνιμο κάθε πείραμα. Από τους εμπειρικούς οικειοποιείται την αξία τού πειράματος. Απ' τους μεθοδιστές συγκρατεί την άποψή τους για το μάταιο των αφηρημένων εννοιών, την πεποίθησή τους για το ανώφελο της στείρας πολεμικής μεταξύ των διαφόρων σχολών και τέλος κάτι πιο σπουδαίο: την ισότιμη εκτίμηση της πείρας και του συλλογισμού, αντίληψη που μόνο η υπερβολική αφέλεια κι η προχειρολογία των μεθοδιστών δεν άφησε να καρποφορήσει. Απέναντι, όμως, στους εκπροσώπους όλων αυτών των σχολών δεν φειδωλεύεται σε χαρακτηρισμούς. Τους ονομάζει αμαθείς, αναίσχυντους, πανούργους, λοίδορους κλπ. Ιδιαίτερα δέχεται τα βέλη του ο Θεσσαλός ο Τραλλειανός,
[2] ιατρός τής εποχής τού Νέρωνα που είχε το θράσος να διακηρύττει ότι η ιατρική μπορεί να διδαχθεί μες σε 6 μήνες. Οι αντιλήψεις τού Γαληνού συνοψίζονται στην ακόλουθη αρχή: τίποτε δεν είναι βέβαιο χωρίς την επικύρωση του πειράματος, αλλά και τίποτε δεν αξίζει ένα πείραμα, αν δεν αποτελέσει τη βάση ενός λογικού συλλογισμού.

ΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΑ ΤΟΥ
Πρόκειται για τις πιο εντυπωσιακές εκδηλώσεις του τρόπου με τον οποίο σκεφτόταν ο μεγάλος διδάσκαλος, που συναρπάζουν κυριολεκτικά εκείνον που μελετά τα έργα του. Για παράδειγμα: Ο Αλεξανδρινός ανατόμος, ο Ερασίστρατος, υποστήριξε ότι στις φλέβες ρέει αίμα και στις αρτηρίες αέρας. Ο Γαληνός απέρριπτε την άποψη αυτή ως αστήρικτη κι αποδείκνυε το βάσιμο της αντίθεσής του με τη βεβαιότητα που μπορεί να προσφέρει μόνο το πείραμα: Πήρε μια κατσίκα ζωντανή, αποκάλυψε μια μεγάλη της αρτηρία κι έκανε πάνω της μια τομή. Φυσικά ξεπετάχτηκε αίμα. Αυτό βέβαια το είχε παρατηρήσει και ο Ερασίστρατος. Το ερμήνευε, όμως, με τον τρόπο του: με το άνοιγμα της αρτηρίας φεύγει ο αέρας που βρίσκεται μέσα της και στη θέση του γίνεται αναρρόφηση αίματος. Τότε ο Γαληνός πήρε ένα εύκαμπτο σωλήνα και τον πέρασε μέσα στην αρτηρία κι από τα δυο του άκρα με τέτοιο τρόπο, ώστε να υπάρχει απόλυτη εφαρμογή μεταξύ του εξωτερικού τοιχώματος του σωλήνα και του εσωτερικού τοιχώματος της αρτηρίας. Έτσι απεδείκνυε ότι το αίμα έμπαινε από το ένα άκρο του σωλήνα κι έβγαινε από το άλλο, συνεχίζοντας τη διαδρομή του χωρίς διακοπή. Το πείραμα όμως δεν μπορούσε να είναι τέλειο: το αίμα που ερχόταν σε επαφή με τα τοιχώματα του σωλήνα έπηζε τελικά, πράγμα που και σήμερα ακόμα, παρ’ όλες τις προόδους, δεν αποφεύγεται πάντα στη χειρουργική των αγγείων. Έτσι το αίμα δεν περνούσε μέσ' απ' το θρομβωμένο σωλήνα, αλλά τον παρέκαμπτε συνεχίζοντας το δρόμο του από παράπλευρα αγγεία, από τα οποία επέστρεφε στην αρχική αρτηρία, στο σημείο όπου τελείωνε ο θρόμβος. Το συμπέρασμα του όμως έμεινε ανεπηρέαστο στην ορθότητά του: στις αρτηρίες ρέει αίμα με διαφορετικό χρώμα κι άρα με διαφορετικούς χαρακτήρες.
Ο Γαληνός όμως πραγματοποίησε και άλλα πειράματα, χωρίς τη μεσολάβηση αναπόφευκτων απροόπτων. Σε ζωντανά ζώα έδεσε τον έναν απ' τους δυο ουρητήρες.
[3] Είδε τότε ότι ο νεφρός, του οποίου είχε δεθεί ο ουρητήρας, παρουσίαζε διόγκωση. Το ίδιο παρατήρησε ελευθερώνοντας τον πρώτο ουρητήρα και δένοντας τον άλλο. Τελικά έδεσε και τους δυο ουρητήρες, οπότε παρατήρησε ότι όχι μόνο παρουσίαζαν κι οι δυο νεφροί διόγκωση, αλλά και ότι η κύστη έμενε κενή από ούρα. Έτσι κατάληξε στο συμπέρασμα, ότι η λειτουργία των νεφρών έγκειται στην παραγωγή των ούρων. Επειδή όμως το πείραμα είχε γίνει προφανώς σε νεφρούς σκύλων, που έχουν μόνο μια θηλή, παρέσυρε τον Γαληνό να φανταστεί ένα φίλτρο μέσα στο νεφρό, που να τον διαιρεί σε 2 τμήματα. Το αίμα διυλίζεται μέσα απ' το φίλτρο αυτό προς 2 κατευθύνσεις: αφού απελευθερωθεί απ' τα ούρα ξαναγυρίζει στη κυκλοφορία δια μέσου των αρτηριών.

Η ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΓΑΛΗΝΟΥ
Είναι κοινή πεποίθηση ότι η κυκλοφορία του αίματος «ανακαλύφθηκε» από τον Άγγλο Χάρβεϋ, τον 17ο αιώνα. Τα πράγματα όμως τοποθετούν την ανακάλυψή της στο πλαίσιο των επιτευγμάτων των αρχαίων Ελλήνων ιατρών και φιλοσόφων. Ο Ιπποκράτης γνωρίζει ήδη ότι το αίμα κάνει κύκλο μέσα στο σώμα. Ο Πλάτων προχωρεί περισσότερο τονίζοντας πως το αίμα πηγάζει από την καρδιά και περιφέρεται σε όλα τα μέλη τού σώματος με ορμή. Ο Αριστοτέλης διατυπώνει επί πλέον το ενδεχόμενο ότι το αίμα ξαναγυρίζει στην αφετηρία του, τη καρδιά. Ο Γαληνός ανακεφαλαιώνει όλες αυτές τις παρατηρήσεις κι αν και δεν περιγράφει συγκεκριμένα τη μεγάλη κυκλοφορία, όμως τις συμπληρώνει με μια σειρά ανατομικών ανακαλύψεων, που η γνώση τους αποτελεί προϋπόθεση για την κατανόησή της. Χωρίς να διαθέτει μικροσκόπιο, ανακάλυψε 15 και πλέον αιώνες πριν τον Μαλπίγγι τα τριχοειδή αγγεία που, σαν σωληνάρια με διαστάσεις τρίχας, συνδέουν τις αρτηρίες με τις φλέβες. Ο Χάρβεϋ, που καρπώθηκε την τιμή της ανακάλυψης της κυκλοφορίας του αίματος, δεν ήθελε να ακούσει περί τριχοειδών, χωρίς τα οποία είναι ακατανόητη η κυκλοφορία, τα θεωρούσε δε σαν φαντασίες του Γαληνού. Η συμβολή του Γαληνού στην ανακάλυψη της κυκλοφορίας του αίματος περιλαμβάνει και την εξακρίβωση της πραγματικής φύσης της μικρής κυκλοφορίας, δηλαδή της κίνησης του αίματος απ' τη καρδιά προς τους πνεύμονες κι αντιστρόφως, που και αυτής ο σκοπός μένει ασύλληπτος για τον Χάρβεϋ. Πώς να μη θαυμάσει κανείς το διδάσκαλο, που δεκάδες αιώνες πριν τους νεώτερους είχε εξακριβώσει ότι το αίμα παίρνει από τον αέρα της εισπνοής όχι τον ίδιο τον αέρα, αλλά κάποιο οικείο και φιλικό του στοιχείο, εκείνο που ο Λαβουαζιέ
[4] ονόμασε στο τέλος του 18ου αιώνα, οξυγόνο! Ας παρακολουθήσουμε, λοιπόν, τα φαινόμενα της ανταλλαγής αερίων και της «συγκαύσεως των χυμών», του μεταβολισμού του σώματος, θα λέγαμε σήμερα, όπως τα είχε συλλάβει ο Γαληνός με τα αναπόφευκτα, αλλά δικαιολογημένα για την εποχή του, σφάλματα:
Ο αέρας περνώντας από την τραχεία μπαίνει στους πνεύμονες κι ακολουθώντας τη πνευμονική φλέβα φθάνει στον αριστερό κόλπο της καρδιάς και έρχεται σε επαφή με το αίμα. Το αίμα με τη σειρά του προέρχεται απ' το συκώτι, απ' το οποίο γίνεται η παραγωγή, η επεξεργασία κι η διανομή του. Δια της πυλαίας φλέβας το αίμα υποδέχεται στο συκώτι τις τροφές, που έχουν υποστεί κατεργασία στο έντερο. Από εκεί και μέσα από τις φλέβες που ξεκινούν απ’ το συκώτι, το αίμα διανέμεται σ' όλο το σώμα. Ένα μέρος του, ακολουθώντας τη κοίλη φλέβα, έρχεται στη δεξιά καρδιά για να καθαριστεί. Σε κάθε συστολή, ένα μέρος του προωθείται στους πνεύμονες, από όπου επιστρέφει καθαρό στις φλέβες. Ένα μικρό του μέρος περνά από το μεσοκοιλιακό διάφραγμα
[5] στην αριστερή κοιλία, όπου αναμιγνύεται με τον αέρα που έρχεται απ' τους πνεύμονες και σχηματίζει το «ζωτικό πνεύμα», που διανέμεται σ' όλο το σώμα με τις αρτηρίες. Οι αρτηριακοί κλάδοι, που διανέμονται στον εγκέφαλο, σχηματίζουν ένα «θαυμάσιο δίκτυο» απ' το οποίο εκπορεύεται το «ζωικό πνεύμα» που στη συνεχεία διανέμεται κατά μήκος των νεύρων. Μια άλλη φυσιολογική δύναμη, το «φυσικό πνεύμα» παράγεται στο ήπαρ.

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΓΑΛΗΝΟΥ
Μέρος των σφαλμάτων, που διαπιστώνουμε στη παραπάνω περιγραφή, ήταν αναπόφευκτο για το Γαληνό από έλλειψη και μόνο μέσων παρατήρησης. Αν κάτι καταλογίζουν σε βάρος του, είναι ο ανασταλτικός του ρόλος σε κάθε πρόοδο, ρόλος που πρέπει να αποδοθεί στην αυθεντία που επί 15 αιώνες βάραινε πάνω στην ιατρική παράδοση. Ήταν τέτοια η επιβολή της προσωπικότητάς του, ώστε ο Βεσάλιος (16ος αιών), που τόλμησε να του αμφισβητήσει μια ανατομική παρατήρηση, καταδικάστηκε σε θάνατο, απ' τον οποίο σώθηκε μόνο με βασιλική χάρη, ενώ οι πρόμαχοι των απόψεων τού Γαληνού δικαιολογήθηκαν εμπρός στο ολοφάνερο του πράγματος ως εξής: Επειδή είναι αδύνατο να έπεσε σε πλάνη ο Γαληνός, θα πρέπει να είναι ο ανθρώπινος οργανισμός αυτός που άλλαξε απ' την εποχή του!
Γι’ αυτή την αρνητική επίδραση του έργου του δεν πρέπει να θεωρείται υπεύθυνος ο μεγάλος διδάσκαλος. Είναι η έλλειψη φωτεινών πνευμάτων, στην περίοδο που μεσολαβεί από την εποχή του μέχρι την Αναγέννηση, πνευμάτων που να διαθέτουν τη δική του οξυδέρκεια κι ευφυία, ικανών να χαράξουν καινούργιους δρόμους, όπως κι ο Γαληνός στην εποχή του. Η χριστιανική του ιδιότητα κι η σεμνοπρέπεια με την οποία αναφέρεται στη θεότητα είναι ένας ακόμα λόγος της επιβολής του στους χριστιανούς επιστήμονες τού Μεσαίωνα. Η αυστηρή απαγόρευση κάθε νεκροτομής σε ζώα κι ανθρώπους που επιβάλλει το Κοράνιο είναι κι αυτό κάποιος λόγος της προσήλωσης των Αράβων ιατρών στο Γαληνό. Και ξέρουμε πόσο οι Άραβες έπαιξαν ρόλο μεσάζοντα στη μεταβίβαση της αρχαίας σοφίας στους νεώτερους. Η έρευνα θα αργήσει να αρχίσει. Αυτό θα συμβεί μόνο στις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα.


[1] Marcus Aelius Aurelius Antoninus, Ρωμαίος αυτοκράτορας (161-180 μ.Χ.) και στωικός φιλόσοφος, ισπανικής καταγωγής. Υιοθετήθηκε από τον Αντωνίνο τον Ευσεβή, διάδοχο του αυτοκράτορα Αδριανού.[2] Ιατρός από τις Τράλλεις της Λυδίας (1ος αιώνας μ.Χ.). Ίδρυσε ιατρική σχολή και έγραψε σχόλια για τα έργα του Ιπποκράτη.[3] Τους σωλήνες που συνδέουν τους νεφρούς με την ουροδόχο κύστη.[4] Antoine Laurent Lavoisier (1743-1794). Γάλλος φυσικός και χημικός, θεμελιωτής τής σύγχρονης χημείας.[5] Ο Γαληνός το φαντάζεται διάτρητο.

Υγιεινή και Νοσοκομεία [10]

Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ρωμαϊκής ιατρικής ήταν η σύλληψη των προβλημάτων της δημόσιας υγιεινής. Η αντίληψη των Ρωμαίων για τον άνθρωπο, που εκφράζεται ολοκληρωμένη στο «Ιουστινιάνειο Δίκαιο», είχε τις επιπτώσεις της και στο ιατρικό πεδίο, που εξωτερικεύονται στις θέρμες, τα υδραγωγεία και τα νοσοκομεία.
Βέβαια οι Ρωμαίοι δεν υπήρξαν οι πρώτοι στον τομέα της προληπτικής ιατρικής. Πολλούς αιώνες πριν απ’ αυτούς υπήρξαν οι αρχαίοι Εβραίοι, των οποίων η ιατρική διαφέρει στο γνώρισμα αυτό από την ιατρική των συγχρόνων τους λαών. Οι αρχές τους διατυπώνονται εκτεταμένα στην Παλαιά Διαθήκη. Για να πάρουμε μια ιδέα, θα ρίξουμε μια ματιά στα κείμενά της.
Στο Λευιτικό (5:2) διαβάζουμε τις γραμμές αυτές: «Αν κάποιος αγγίξει ένα πράγμα ακάθαρτο, είτε ψοφίμι ακάθαρτου θηρίου… είτε ψοφίμι ακάθαρτων ερπετών και δεν το αντιλήφθηκε, εντούτοις θα είναι ακάθαρτος κι ένοχος». Και παρακάτω (χωρ.3): «Ή αν αγγίξει ανθρώπινη ακαθαρσία, οποιασδήποτε μορφής και αν ήταν η ακαθαρσία του, διαμέσου της οποίας κανείς μολύνεται και δεν το αντιλήφθηκε. Όταν αυτός το γνωρίσει, τότε θα είναι ένοχος». Στα χωρία αυτά δεν είναι καθόλου δύσκολο να παρακολουθήσει κανείς τη βαρύτητα που αποδίδεται στην έννοια της καθαριότητας, βασική έννοια της προληπτικής ιατρικής. Ας προχωρήσουμε λίγο μήπως ανακαλύψουμε και κάποια άλλη σχετική αντίληψη. Στο ίδιο βιβλίο (17:10) της Παλαιάς Διαθήκης διαβάζουμε: «Όποιος άνθρωπος από τον οίκο Ισραήλ ή από τους ξένους, που παροικούν μεταξύ σας, φάει οποιοδήποτε αίμα, θα στήσω το πρόσωπό μου ενάντια σ’ εκείνη την ψυχή που τρώει το αίμα και θα την εξολοθρεύσω από μέσα απ' το λαό της». Εδώ βλέπουμε να ολοκληρώνεται η προληπτική αντίληψη της ιατρικής με διαιτητικά μέτρα. Βέβαια η ερμηνεία της απαγόρευσης της βρώσης του αίματος δεν επικαλείται κάποιο υγειονομικό επιχείρημα, αλλά επαναλαμβάνει ό,τι θα μπορούσε να ισχυριστεί οιοσδήποτε σύγχρονος μεσογειακός λαός: «Επειδή, η ζωή τής σάρκας είναι στο αίμα και εγώ το έδωσα σε σας, για να κάνετε εξιλέωση για τις ψυχές σας επάνω στο θυσιαστήριο. Επειδή αυτό το αίμα κάνει εξιλασμό υπέρ της ψυχής» (17:11). Η μεταφυσική ερμηνεία μιας διαιτητικής απαγόρευσης δεν αφαιρεί τίποτε από τον υγειονολογικό της χαρακτήρα, πράγμα που ισχύει και για ορισμένες άλλες υποχρεώσεις του εβραϊκού λαού, που ενώ η εφαρμογή τους είναι αποτέλεσμα θρησκευτικής επιταγής, δε μπορεί να αγνοηθεί καθόλου κι η υγιεινή τους σημασία. Πρόκειται συγκεκριμένα για την περιτομή και τους πολυποίκιλους καθαρμούς, που επέβαλλε στην καθημερινή ζωή το ιουδαϊκό τυπικό.
Και ενώ υπήρχαν πολλά κοινά υγειονολογικά στοιχεία, μεταξύ Εβραίων και Ρωμαίων, όμως, η δικαιολόγηση της επιβολής τους είναι τελείως διαφορετική: οι Εβραίοι τα θεωρούσαν θρησκευτικές, ενώ οι Ρωμαίοι κοινωνικές υποχρεώσεις.

ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΟΥΤΡΑ
Τα επιβλητικά ερείπια των θερμών αποτελούν αναμφισβήτητη μαρτυρία ότι η εκτέλεση έργων υγιεινής ήταν στη Ρώμη κοινωνικό γεγονός και όχι θρησκευτική ενέργεια.
Τον καιρό τής Ρωμαϊκής Δημοκρατίας οι Ρωμαίοι ήταν υποχρεωμένοι, σαν ένα είδος στρατιωτικού γυμνασίου, να περνούν κολυμπώντας τον Τίβερη, τρεις φορές τη μέρα. Αυτό αποτελούσε όμως και μια πράξη ατομικής υγιεινής. Μετά την πτώση τής Δημοκρατίας, όταν οι στρατιωτικές μονάδες δεν αποτελούσαν πια φρουρές πόλεων, αλλά μονάδες προκάλυψης στα απέραντα σύνορα τής αυτοκρατορίας, κατασκευάζονταν πλέον δημόσια λουτρά για τις ανάγκες των πολιτών. Τέτοια λουτρά ήταν μέσα στη Ρώμη πάνω από 300 και τροφοδοτούνταν μαζί με τις κατοικίες των πλούσιων, από 3.000.000 λίτρα νερό τη μέρα, που έφταναν στην πόλη από 9 υδραγωγεία. Το νερό βέβαια δεν έφτανε ως τις φτωχές συνοικίες της πόλης, αλλά η έλλειψη αυτή αντισταθμιζόταν με τα δημόσια λουτρά. Σ’ αυτά σύχναζαν αρχικά μόνο ορισμένες οικογένειες ευγενών, που δεν ήθελαν να μοιράζονται το νερό του λουτρού τους με άλλα άτομα. Αργότερα όμως συνήθισαν και οι ευγενείς να παίρνουν το λουτρό τους με αγνώστους, αν και κάτι τέτοιο θεωρείτο πρόστυχο κι ανάξιο ευγενών σε όλες τις περιόδους, εκτός από μια: τους χρόνους της αυτοκρατορίας του Ηλιογάβαλου.
[1]
Από αρχιτεκτονική άποψη τα δημόσια λουτρά δεν ήταν απλές οικοδομικές κατασκευές. Αρκεί να σημειώσει κανείς ότι στις θέρμες του Καρακάλλα[2] υπήρχε στο κέντρο ολόκληρο πάρκο, 100 περίπου τετραγωνικών μέτρων. Πραγματικά, εκτός από χώρους, που προορίζονταν αποκλειστικά για σωματικό λούσιμο, στις θέρ-μες υπήρχαν παλαίστρες, αμφιθέατρα, εξέδρες, στοές και άλλοι χώροι, που μετέβαλλαν τις θέρμες σε κάτι πολύ διαφορετικό από απλές «πισίνες».

ΑΛΛΑ ΜΕΤΡΑ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΓΕΙΑΣ
Ο κεντρικός αποχετευτικός αγωγός (Cloaca maxima) των υπονόμων της πόλης της Ρώμης υπήρξε ένα έργο δημόσιας υγιεινής τόσο καλά σχεδιασμένο, ώστε να χρησιμοποιηθεί 1.600 περίπου χρόνια. Προοριζόταν για την αποχέτευση των περιττωμάτων και είχε κατασκευαστεί από τον 5ο βασιλιά της Ρώμης Ταρκύνιο τον Πρεσβύτερο (616-578 π.Χ.), που, κατά την παράδοση ήταν γιος Έλληνα εξόριστου.
Προβλήματα σχετικά με τον ενταφιασμό ή την αποτέφρωση των νεκρών ή των πτωμάτων έξω από τα τείχη της πόλης, επιλύονταν με τρόπο που συμβιβαζόταν απόλυτα με τις απαιτήσεις της υγιεινής απ' τη Δωδεκάδελτο, κώδικα τού ρωμαϊκού δικαίου που συντάχθηκε τον 5ο αιώνα π.Χ. Στη σύνταξη της Δωδεκαδέλτου συνεργάστηκε πάντως και ένας εξόριστος στη Ρώμη Έλληνας, ο Εφέσιος φιλόσοφος Ερμόδωρος.
Στα πολεοδομικά ζητήματα και την υγιεινή της κατοικίας φαίνεται επίσης ότι επαγρυπνούσαν οι αρμόδιες κυβερνητικές αρχές στη Ρώμη. Ο Βιτρούβιος, μεγάλος αρχιτέκτονας της εποχής του Αυγούστου, αφιερώνει το VI βιβλίο του έργου του περί Αρχιτεκτονικής στο θέμα περί ιδιωτικών κτισμάτων, γραμμένο κατά τις απαιτήσεις της υγιεινής.

ΤΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΑΝ ΟΙ ΙΑΤΡΟΙ
Ο Ορειβάσιος, ο Έλληνας ιατρός του Ιουλιανού του Παραβάτη, παραπονιέται ότι για τους περισσότερους πολίτες της αυτοκρατορίας, η σοβαρότερη ασθένεια είναι οι διαιτητικές παρεκτροπές. Για να τον πιστέψει κανείς αρκεί να ανατρέξει στις συνταγές του Απικίου
[3] και τις περιγραφές του Αθηναίου[4] στους Δειπνοσοφιστές του. Εκεί βλέπει κανείς να σερβίρονται ψάρια μαγειρεμένα με διάφορες συνταγές, κρέατα ετοιμασμένα με πιθανούς και απίθανους τρόπους, οι σπανιότεροι καρποί της στεριάς και της θάλασσας, όλα τα χορταρικά, οι σάλτσες και οι πίττες, έτσι που θα μπορούσε να πει πως δεν υπάρχει τίποτε στη γη που να μη φτάνει στο τραπέζι τους και να μη το τιμούν οι καλεσμένοι. Όλα αυτά βρέχονταν βέβαια με άφθονο κρασί. Δεν έλειπαν ούτε οι αρωματικές λαμπάδες που ανάβοντας άφηναν να σκορπίζει σαν άρωμα λιβανιού. Κι ας σημειωθεί ότι στο συμπόσιο αυτό έπαιρναν μέρος όλο καλλιεργημένοι άνθρωποι. Συνεπώς τα παράπονα του Ορειβάσιου, που ήταν μεταγενέστερος όλου αυτού του γαστρονομικού οργίου, φαίνονται δικαιολογημένα.
Κι όμως, άλλα οι ιατροί συμβούλευαν. Ο Αθηναίος από την Αττάλεια, περιέγραψε σχολαστικά τη καθημερινή δίαιτα αυτού που θα ήθελε να ζήσει υγιής. Και δεν περιοριζόταν μόνο σε εντολές. Κάθε του συμβουλή συνοδευόταν και από την επιστημονική της αιτιολόγηση και ερμηνεία.

ΤΑ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ
Στο Βίντις της Ελβετίας, που στα χρόνια τής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας λεγόταν Βιντονίσσα, ήταν η έδρα μιας ρωμαϊκής λεγεώνας. Εκεί έγινε μια θαυμάσια αρχαιολογική ανακάλυψη: ένα ρωμαϊκό νοσοκομείο σ' όλη του τη συγκρότηση. Υπάρχουν δυο σειρές θαλάμων, μοιρασμένων σ’ ένα μεγαλύτερο κι ένα μικρότερο ορθογώνιο, που χωρίζονται μεταξύ τους με ένα μακρύ διάδρομο που διασχίζει το κτίριο σ' όλο του το μήκος. Όλοι οι θάλαμοι είχαν τις πόρτες τους στο διάδρομο, εκτός από μερικούς, όπου έμπαινε κανείς συνήθως από τα παράπλευρα δωμάτια. Όλοι οι θάλαμοι αυτοί είχαν δική τους θέρμανση. Αν τους υπολογίσουμε σε 60 περίπου και τον καθένα με διαστάσεις 3,5Χ4,7, ικανό να χωρέσει 8 κρεβάτια, θα έπρεπε η δυναμικότητα του νοσοκομείου αυτού να ανέρχεται σε 480 νοσηλευόμενους. Δεδομένου ότι η φρουρά της Βιντονίσσα ανερχόταν σε 10.000 περίπου άνδρες, έχουμε μια αναλογία κλινών 4,8%, όπως ακριβώς θα συνέβαινε σε μια σύγχρονη στρατιωτική μονάδα ανάλογης δύναμης.
Στο εσωτερικό του κτιρίου, στο κέντρο μιας πλατείας, βρίσκεται το εξωτερικό ιατρείο και το χειρουργείο: στη Βιντονίσσα βρέθηκαν και χειρουργικά εργαλεία.
Δυο πράγματα λείπουν από το νοσοκομείο αυτό: λουτρά και κοιτώνες των ιατρών. Και τα μεν λουτρά βρέθηκαν χωριστά, αλλά πολύ κοντά στο νοσοκομείο, μαζί με το οποίο κατελάμβαναν το κέντρο της Βιντονίσσα. Τις κατοικίες όμως των ιατρών δεν τις βρήκαμε. Πρέπει μάλλον να ήταν απέναντι απ’ την πλευρά εκείνη του νοσοκομείου που ανοίγονταν στο δρόμο μ’ ένα περιστύλιο.
[5] Δυστυχώς, ο χώρος των ανασκαφών ξανασκεπάστηκε.

[1] Elogabalus, αυτοκράτορας τής Ρώμης (218-222 μ.Χ.). Σε παιδική ηλικία έγινε αρχιερέας του θεού Ηλίου στη Συρία, εξ ου κι η προσωνυμία του, που τη διατήρησε σαν επώνυμο (το πραγματικό του όνομα ήταν Βάριος Άβιτος Βασσιανός). Ήταν ξάδελφος του Αλέξανδρου Σεβήρου.[2] Marcus Aurelius Severus Antoninus Bassianus Caracalla, Ρωμαίος αυτοκράτορας (211-217 μ.Χ.), γιος του Σεπτίμιου Σεβήρου.[3] Apicius Caelius (4ος αιώνας μ.Χ.), ψευδώνυμο Ρωμαίου συγγραφέα που έγραψε το περίφημο 10τομο έργο «Περί Μαγειρικής».[4] Σοφιστής και γραμματικός από την Αίγυπτο. Έζησε τέλη 2ου - αρχές 3ου αιώνα π.Χ., στη Ρώμη, επί Μάρκου Αυρηλίου μέχρι Αλέξανδρου Σεβήρου. Έγραψε το περίφημο έργο «Δειπνοσοφισταί», σε 15 βιβλία.[5] Δυο απ’ τους στύλους αυτούς, μεγαλύτεροι, πρέπει να περιέβαλαν την κύρια είσοδο.