18/9/08

Ο δρόμος προς τη μικροσκοπική ανατομική [33]

Από ό,τι γράφουμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, μπορούμε να τοποθετήσουμε τη γενέθλια χρονολογία της μικροσκοπικής ανατομικής στη χρονιά που ο Μαλπίγγι δημοσίευσε, με διαφορά δύο μηνών τη μία από την άλλη, τις δυο επιστολές του «Περί πνευμόνων», δηλαδή το 1661. Στις επιστολές αυτές περιέγραφε τις ανακαλύψεις που έκανε με τη βοήθεια της οπτικής μεγέθυνσης στους πνεύμονες του βατράχου: αφενός τις πνευμονικές κυψελίδες, βάση της λεπτής κατασκευής του πνεύμονα κι αφετέρου τα τριχοειδή τους αγγεία, με τα οποία αποδεικνυόταν αναμφισβήτητα η κυκλοφορία του αίματος.
Η χρονολογία αυτή έρχεται από πλευράς σημασίας για τη γέννηση της νέας επιστήμης πολύ κοντά σε μια άλλη, το 1610, που ο Γαλιλαίος δημοσίευσε τον «Αστρικό αγγελιοφόρο» του, ένα είδος ιδρυτικής πράξης της νέας αστρονομίας. Ό,τι συνέβη και στις δυο χρονολογίες είχε τις προεκτάσεις του στον τρόπο της τοποθέτησης και της λύσης των προβλημάτων από την επιστήμη γενικά, με βάση το έργο του Γαλιλαίου (από την ανατομική, τη φυσιολογία και την ιατρική ειδικότερα με βάση το έργο του Μαλπίγγι). Ο χρόνος που μεσολαβεί ανάμεσα στις δυο χρονολογίες, περίπου μισός αιώνας, είναι αυτός που επέτρεψε να ωριμάσουν οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την επανάσταση του Μαλπίγγι.
Έχουμε κιόλας παρατηρήσει ότι η εφαρμογή των μηχανιστικών αντιλήψεων στον ανόργανο κόσμο είχε να υπερνικήσει σημαντικά λιγότερες δυσκολίες από εκείνες που συνάντησε στα θέματα του οργανικού κόσμου, είτε επρόκειτο για την έρευνα της ανατομικής κατασκευής είτε για την ερμηνεία των φυσιολογικών φαινομένων. Αυτό είχε βέβαια το λόγο του. Ο οργανικός κόσμος συνδεόταν, για κάθε μελετητή, με κάτι μυστηριώδες. Κι αυτό ήταν η ζωή τού υπό παρατήρηση αντικειμένου, που φαινόταν δύσκολο να βρει ικανοποιητική εξήγηση στο χώρο των «μαθηματικών αποδείξεων».
Δεν ήταν όμως αυτό η μοναδική δυσκολία. Ήταν ακόμα το γεγονός ότι η εφαρμογή της νέας τεχνικής μεθόδου, της οπτικής μεγέθυνσης, στην έρευνα του απειροελάχιστου δεν ήταν τόσο απλή υπόθεση, όσο η μελέτη του υπερμεγέθους. Με άλλα λόγια η έρευνα με το μικροσκόπιο δεν ήταν τόσο εύκολη, όσο η έρευνα με το τηλεσκόπιο. Το ουράνιο σώμα μπορούσε να παρατηρηθεί όπως ήταν στον ουρανό, άσχετα από λεπτομέρειες τόπου και χρόνου, θέμα βέβαια αρκετά πολύπλοκο, αλλά που δεν απαιτούσε καμιά προετοιμασία από τη μεριά του παρατηρητή. Για να παρατηρηθούν όμως οι απειροελάχιστοι σχηματισμοί του σώματος με το αντίστοιχο του τηλεσκοπίου όργανο, το μικροσκόπιο, απαιτείτο ειδική λεπτή προετοιμασία του αντικειμένου που καλείτο να αποκαλύψει τα μυστικά της κατασκευής του.

Ο ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΟ
Ο Γαλιλαίος, που πρώτος χρησιμοποίησε το τηλεσκόπιο για την έρευνα του απείρως μεγάλου κόσμου των άστρων, είναι εκείνος που εισήγαγε το μικροσκόπιο και στη μελέτη του απείρως μικρού. Το υιοθέτησε, όπως λέει ο βιογράφος του, για τη «λεπτολόγο παρατήρηση των ελάχιστων στοιχείων της ύλης και της θαυμαστής λεπτής υφής των τμημάτων και των μελών των εντόμων, στη σμικρότητα των οποίων μπορούσε να δει κανείς με θαυμασμό το μεγαλείο του Θεού και τα θαυμαστά έργα της φύσης».
Η μελέτη πρώτων των εντόμων, εκτός από την καλύτερη γνώση της θαυμαστής κατασκευής τους, καθόρισε τις πραγματικές δυνατότητες του νέου τρόπου της έρευνας και βοήθησε στη δημιουργία ενός ειδικού τρόπου σκέψης, χωρίς τον οποίο δε θα μπορούσε ποτέ η μικροσκοπική ανατομική να ωριμάσει τελείως.
Δεν ήταν μόνον οι μικρές κατασκευές του σώματος των εντόμων, αλλά και μια σειρά ζώων, που η ύπαρξή τους ήταν άγνωστη μέχρι τη στιγμή που εμφανίστηκε το μικροσκόπιο. Σ’ ένα κομμάτι τυριού ανακάλυπτε, π.χ. ο παρατηρητής ένα πλήθος μικροσκοπικών σκουληκιών και σε μια σταγόνα ξυδιού ένα πλήθος πλασμάτων που θύμιζαν μικρά χέλια. Όλα αυτά οδηγούσαν βέβαια σε νέους, άγνωστους κόσμους. Συγχρόνως όμως ενώ απ’ τη μια υπόσχονταν πλήρη αναθεώρηση των παλιών αντιλήψεων, από την άλλη δημιουργούσαν πλήθος νέων προβλημάτων, τόσο στον επιστημονικό όσο και στον τεχνικό τομέα. Κυρίως όμως δημιουργούσαν νέες προοπτικές στην ενατένιση κάθε προβλήματος του οργανικού κόσμου, με το να κατευθύνουν τη σκέψη προς την ανακάλυψη του απειροελάχιστου. Εκεί ήταν η έδρα των λειτουργιών κάθε ζωντανού οργανισμού.

Ο ΝΕΟΑΤΟΜΙΣΜΟΣ
Από τη στιγμή που το μικροσκόπιο μπαίνει σαν όργανο στη διάθεση του ερευνητή, το μικροσκόπιο εγκαθίσταται στη διάνοιά του σαν ιδέα. Η ιδέα, καρπός του οργάνου, βρίσκει σ’ αυτόν τον ισχυρότερο σύμμαχο, αλλά και τον πιστότερο υπηρέτη. Εμπνευσμένη από αυτό, του καθόριζε με τη σειρά της τη χρήση και τις εφαρμογές. Δεν περιορίζεται τώρα πια κανείς να παρατηρεί θαυμάζοντας και να διασκεδάζει ικανοποιώντας την περιέργειά του. Ερευνά, δηλαδή κάνει επιστήμη. Μια επιστήμη τελείως νέα, όχι μόνο για τις μεθόδους της, αλλά και για τις αντιλήψεις και τις προοπτικές της, που δεν έχουν τίποτε το κοινό με εκείνες που τροφοδοτούσαν την επιστημονική έρευνα στους αιώνες που πέρασαν.
Κάτι σαν προφητεία, συγχρόνως και διακήρυξη για μια τέτοια επιστήμη, βρίσκουμε σε μια σελίδα του Βάκωνα, εκεί που αναφέρει τους καρπούς που μπορεί κανείς να προσδοκά από την εφαρμογή της οπτικής μεγέθυνσης. Λέει ο Βάκων ότι όσο περισσότερο ανακαλύπτουμε με το μικροσκόπιο τη τελειότητα των έργων της φύσης, τόσο περισσότερο βεβαιωνόμαστε για την ατέλεια των δικών μας έργων. Και καταλήγει λέγοντας πως: «αν ο Δημόκριτος είχε δει το μικροσκόπιο, θα είχε ίσως πηδήσει από χαρά και θα υποστήριζε ότι είχε βρει τον τρόπο να δει το άτομο, που διαβεβαίωνε πως ήταν τελείως αόρατο».
Έτσι βρισκόμαστε και πάλι μπροστά σε μια ατομική θεωρία, βασισμένη όχι πια στην ενόραση και τη θεωρία, αλλά στηριγμένη στη θετική καθημερινή προσφορά του μικροσκοπίου. Αν το όργανο αυτό επιτρέπει την ανακάλυψη σχηματισμών στο σώμα των πολύ ελάχιστων ζωυφίων, αν ακόμα επιτρέπει την ανακάλυψη αόρατων όντων, όπως το άκαρι του τυριού και το σκουλήκι του ξυδιού, που διαβάζουμε στις «Παρατηρήσεις» του Φοντάνα και τη «Μεγάλη τέχνη του φωτός και της σκιάς» του Κίρχερ (και τα δυο εκδόθηκαν το 1646), γιατί να μη προσφέρει άλλες τόσες ανακαλύψεις, εφαρμοζόμενο στην έρευνα της κατασκευής του σώματος των ζώων; Η αναζήτηση «μικρών μηχανών» τείνει να μεταφερθεί από το σώμα του εντόμου στα σπλάγχνα του ανθρώπου.

ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ
Στο σημείο όμως αυτό βλέπουμε να παρουσιάζονται τρομερές δυσκολίες. Η έρευνα των σπλάγχνων των ανώτερων ζώων, και φυσικά του ανθρώπου, με το μικροσκό-πιο επιβάλλει λεπτολόγο προετοιμασία, απαιτεί επιδεξιότητα και τεχνική τελειότητα κι ατέλειωτες προσπάθειες, δοκιμασίες κι απογοητεύσεις. Έπρεπε να γίνουν τεχνικές επινοήσεις ικανές να κάνουν εμφανείς τους μικρότερους σχηματισμούς, χωρίς να τους αλλοιώσουν, οδηγώντας τον ερευνητή σε εσφαλμένες ερμηνείες. Ακόμα δε περισσότερο τη στιγμή που ήξεραν κιόλας (ο Βάκων είχε προειδοποιήσει σχετικά) ότι τα οπτικά όργανα έδιναν συχνά αλλοιωμένες εικόνες.
Έτσι ήταν υποχρεωμένοι να επαναλάβουν στο πεδίο της μικροσκοπικής παρατήρησης ό,τι είχαν κάνει οι ανατόμοι του 16ου αιώνα στο πεδίο της μακροσκοπικής ανατομικής: ο Κανάνο, ο Βεσάλιος, οι συνεχιστές του έργου τους. Ο Μπερενγκάριο ντα Κάπρι κι ο Μπαρτολομέο Εουστάκι είχαν χρησιμοποιήσει την τεχνική των ενέσεων με έγχρωμα υγρά, ο Λεονάρντο ντα Βίντσι την έγχυση λειωμένου κεριού στις κοιλίες του εγκεφάλου. Ήταν ανάγκη και τώρα να επινοηθούν μέθοδοι που να επιτρέπουν στον ερευνητή να διεισδύει στα μυστικά σχηματισμών απείρως λεπτότερων από εκείνους που ερευνούσε ο Μπερενγκάριο κι ο Εουστάκι.
Πρόκειται να διεισδύσουμε στο απειροελάχιστο, τονίζει ο Μάρκο Αουρέλιο Σεβερίνο στο έργο του «Δημοκρίτειος Ζωοτομία ή γενική ανατομική ολόκληρου του συγκροτήματος των ζώντων οργανισμών» (Νυρεμβέργη, 1645). Στο βιβλίο αυτό ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι ανατέμνοντας θα μπορέσουμε να φτάσουμε μέχρι τα τελευταία τεμαχίδια της ύλης, που δεν μπορούν να διαιρεθούν περισσότερο, και παρετυμολογώντας τον όρο «ανατομία» τον ερμηνεύει ως «αναγωγή στο άτομο». Τα άτομα αυτά είναι οι στοιχειώδεις μηχανές που απαρτίζουν τη μεγάλη μηχανή του ζωντανού σώματος.
Προφανώς, στις διαβεβαιώσεις αυτές δε θα μπορούσε ποτέ να φτάσει ο Σεβερίνο, αν δεν είχε μεσολαβήσει η δυνατότητα της οπτικής μεγέθυνσης και δεν είχε προχωρήσει αρκετά η τεχνική των παρασκευασμάτων, μέσα που χάρη στην ύπαρξή τους έγινε δυνατή η μικροσκοπική ανατομική.

ΤΖΙΟΒΑΝΙ ΜΠΑΤΙΣΤΑ ΟΝΤΙΕΡΝΑ
Οι προβλέψεις του Σεβερίνο, που επαληθεύθηκαν από τον Μαλπίγγι, είχαν εν μέρει πραγματοποιηθεί στον κόσμο των εντόμων. Στο έργο αυτό συνέβαλε σε πολύ μεγάλο βαθμό ο Σικελός Τζιοβάνι Μπατίστα Οντιέρνα (1597-1660), που προώθησε τη τεχνική των μικροσκοπικών παρασκευασμάτων σε σημείο που να κάνει τέσσερις τομές στο μήκος του ματιού της μύγας και να περιγράψει τη λεπτή κατασκευή του στο έργο «Ο οφθαλμός της μύγας» (Παλέρμο, 1644).
Δεν έχει όμως ακόμα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της λεπτής κατασκευής των οργάνων στα ανώτερα ζώα. Προτού αυτή γίνει δυνατή με τη βοήθεια του μικροσκοπίου, μεσολαβεί ένα ακόμα βήμα: όταν η διερεύνηση ορισμένου οργάνου σε μερικά ζώα είναι ιδιαίτερα δύσκολη λόγω των μικρών του διαστάσεων, ερευνάται το ομόλογο όργανο ενός άλλου ζώου, που τυχαίνει να διαθέτει μεγαλύτερο μέγεθος και από εκεί συνάγονται συμπεράσματα σχετικά με τα πρώτα. Κάτι τέτοιο ακριβώς είχε κάνει ο Στελλούτι για τη ψείρα, παρουσιάζοντας στο «Πέρσιό» του τη σιταρόψειρα, τόσο σε φυσικό μέγεθος όσο και υπό μεγέθυνση. Η σχολή της Πίζας είναι εκείνη που κατάφυγε πρώτη σ’ αυτή τη μέθοδο, που πολύ έξυπνα χαρακτηρίστηκε «μικροσκόπιο της φύσης».

Ο ΚΛΩΝΤ ΩΜΠΕΡΥ
Με το πνεύμα αυτό ο Κλωντ Ωμπερύ από τη Λορένη (Lorraine) δημοσίευσε την εικόνα όρχεως ενός κάπρου και ενός ανθρώπου, με την παρατήρηση ότι ο πρώτος αποτελούσε μια φυσική μεγέθυνση του ανθρώπινου. Η ανατομική αυτή έρευνα έγινε στο εργαστήριο του Μπορέλλι και μάλιστα μπροστά στον Μαλπίγγι.
Ο πίνακας του Ωμπερύ, συνοδευμένος από ένα φύλλο κειμένου, δημοσιεύτηκε το 1658 με τον τίτλο «Εξέταση του όρχεως». Η λιγόλογη εισαγωγή του τελείωνε με τις εξής χαρακτηριστικές φράσεις: «Από τη στιγμή λοιπόν που οι γνώμες των συγγραφέων, αντίθετες μεταξύ τους, με ωθούσαν προς τα εδώ και προς τα εκεί, θέλησα να βγω από κάθε αμφιβολία και πήρα να αναλύσω με μεγάλη ακρίβεια τον όρχι, να τον τεμαχίσω με απέραντη υπομονή και να τον ερευνήσω εσωτερικά με πολλή προσοχή. Και να εδώ, παρουσιαζόμενο σε δυο εικόνες, ό,τι κατόρθωσα να παρατηρήσω. Από αυτές η πρώτη παριστάνει τον ανθρώπινο όρχι, η δεύτερη τον όρχι του κάπρου, με το σκοπό να φανεί κάθε λεπτομέρεια πιο καθαρά στις μεγαλύτερες διαστάσεις του δεύτερου». Είναι σαν να διαβάζει κανείς τα λόγια με τα οποία ο Στελλούτι παρουσιάζει την εικόνα του με τη σιταρόψειρα, τόσο στις φυσικές διαστάσεις της όσο και στις διαστάσεις υπό τις οποίες παρουσιαζόταν στο μικροσκόπιο: «με το σκοπό να μπορέσει να φανεί καλύτερα κάθε της λεπτομέρεια».

Η ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ
Ο Γκασπάρ Μποέν (1560-1624) επαναλαμβάνει τις απόψεις του Εουστάκι, μετά το θάνατό του, αλλά βρίσκεται αντιμέτωπος με τον Τζιοβάνι Ριολάνο (1577-1657) που αμφισβητεί τις απόψεις του για τη σωληνωτή κατασκευή των νεφρών, επειδή δεν βασιζόταν σε παρατηρήσεις στο μικροσκόπιο, δηλαδή τη μοναδική πηγή κάθε πληροφορίας για τη λεπτή κατασκευή των οργάνων του σώματος.
Στην πορεία της όμως προς την επικράτηση, η μικροσκοπική ανατομική συναντά και δυσφημιστές: ο Γκλίσον (1597-1677) θεωρεί αμφίβολα τόσο τα αποτελέσματα που μπορούσαν να προκύψουν από την έγχυση ενός χρωματιστού υγρού στους ιστούς, όσο και τις πληροφορίες που προέρχονταν από την παρατήρηση στο μικροσκόπιο.Παρόλα αυτά η νέα επιστήμη προχωρεί με αποφασιστικά βήματα, έτσι που να συναντά κανείς στο έργο κιόλας του Μαρτσέλο Μαλπίγγι συνενωμένα την τεχνική πείρα, την ατομική θεωρία, το μικροσκόπιο σαν όργανο παράλληλα με το μικροσκόπιο της φύσης και το μικροσκόπιο σαν ιδέα. Η μικροσκοπική ανατομική υπήρξε ο καρπός του αρμονικού συνδυασμού όλων αυτών των παραγόντων, η βάση της σύγχρονης επιστήμης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: