18/12/08

Η νέα ανατομική [42]

Καθώς οι συνεχιστές του έργου του Βεσάλιου προχωρούν σε όλο και πιο ακριβείς ανατομικές μελέτες, δεν διορθώνουν απλώς τα σφάλματα των παλαιοτέρων, αλλά προχωρούν συνεχώς και σε νέες ανακαλύψεις, θεμελιώδους σημασίας. Έτσι, ενώ συμπληρώνεται η μορφή της νέας ανατομικής, τοποθετούνται ταυτόχρονα, όλο και πιο σταθερές, οι βάσεις για μια νέα φυσιολογία που εγκαινιάζεται με την ανακάλυψη της κυκλοφορίας του αίματος από τον Χάρβεϊ. Τα πρώτα όμως βήματα είναι δύσκολα. Λείπουν ακόμα αρκετά στοιχεία που, σε συνδυασμό με τη νέα έννοια της κυκλοφορίας, να είναι σε θέση να αποτελέσουν ένα πλήρες σύστημα με τόση οργανική ενότητα όση θα χρειαζόταν για να μπορέσει να αντιταχθεί στο σύστημα φυσιολογίας του Γαληνού, που παρά τα λάθη του ήταν οικοδομημένο κατά τρόπο άρτιο. Οι απόψεις του σοφού της αρχαιότητας, τόσο για την ανατομική όσο και για τη φυσιολογία, αποτελούσαν ένα σφιχτοδεμένο σύνολο, όπου το κάθε τι κρατούσε τη σταθερή του θέση και τίποτα από τα γνωστά δεν παραλειπόταν. Δεν έφτανε λοιπόν μόνον η ανακάλυψη της κυκλοφορίας του αίματος για να το κλονίσει. Έπρεπε να ανοικοδομηθεί πάνω στις νέες βάσεις ένα εξίσου άρτιο σύστημα, με όλα τα δεδομένα του συστήματος του Γαληνού, με πληρότητα, συνεκτικότητα και δύναμη. Όπως είπαμε όμως πιο πάνω, έλειπαν ακόμα πολλά στοιχεία.
Στην αναζήτηση των στοιχείων αυτών ακριβώς βλέπουμε να έχουν αφοσιωθεί, συνειδητά ή ασυνείδητα, οι εκπρόσωποι της «νέας» ανατομικής. Ξεκινώντας από τη νέα ιδέα της «μηχανής», που αντικατάστησε την αντίληψη της «κατασκευής», αφενός συνεχίζουν τον παραδοσιακό δρόμο της ανατομικής του ανθρωπίνου σώματος κι αφετέρου στρέφονται προς τη ζωοτομία, την «έμψυχη ανατομική», σε αντίθεση προς τη «στατική ανατομική» που εκπροσωπούσαν ο Κανάνο, ο Βεσάλιος και οι συνεχιστές τους.
Ζωοτομίες, όπως ξέρουμε από τα προηγούμενα, είχαν γίνει (πιθανώς και σε κατάδικους) από την αρχαιότητα, από τους Αλεξανδρινούς (Ερασίστρατος, Ηρόφιλος) και τον ίδιο τον Γαληνό, ο οποίος είχε εκτελέσει πολύ σπουδαία πειράματα σε ζωντανά ζώα: είχε προβεί σε περίδεση των ουρητήρων, είχε κόψει αρτηρίες και εισαγάγει στο εσωτερικό τους σωληνίσκους κλπ. Παρά το γεγονός όμως ότι δεν πρόκειται για «στροφή», αλλά για «επιστροφή» στη ζωοτομία, οι μέθοδοι της εκτέλεσής της έχουν αλλάξει. Ο νέος ανατόμος όσο κι αν επιστρέφει σε μια παλιά μέθοδο, είναι σαν να κάνει κάτι καινούργιο, πολύ διαφορετικό από την αρχαία εμπειρία της ζωοτομίας. Ο νέος παράγοντας που έχει μεσολαβήσει για να γίνει δυνατή η μεταβολή αυτή είναι η ανακάλυψη του Χάρβεϊ.
Οι συνθήκες για την ανακάλυψη της κυκλοφορίας του αίματος είχαν τόσο ωριμάσει, ώστε να βλέπουμε και πολλά άλλα ονόματα να την διαισθάνονται, να την αναζητούν, να την προβλέπουν. Έτσι, οι έρευνες παίρνουν ορισμένη κατεύθυνση, που αρκεί κανείς να την ακολουθήσει για να συλλάβει όλη την κατοπινή εξέλιξη σαν λογική συνέπεια του δρόμου που η επιστήμη ακολουθούσε. Εδώ όμως δεν πρόκειται πια για μεμονωμένες αναζητήσεις. Όλος ο επιστημονικός κόσμος ακολουθεί το νέο δρόμο που χάραξαν οι ανακαινιστές της ανατομικής και οι αντιλήψεις του Βάκωνα, του Γαλιλαίου και του Καρτέσιου.

Ο ΓΚΑΣΠΑΡΕ ΑΖΕΛΛΙ
Δεν είναι συνεπώς καθόλου παράξενο το ότι μερικές από τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις έγιναν ακριβώς στο δρόμο που χάραξε τον προηγούμενο αιώνα ο Βεσάλιος. Μια από αυτές τιμά έναν ταπεινό άνθρωπο, αλλά και πολύ ικανό ανατόμο: τον Γκασπάρε Αζέλλι, που γεννήθηκε στην Κρεμόνα το 1581, σπούδασε στην Παβία (υπήρξε πιθανώς εκεί μαθητής του Λεόνε) και στα 60 του χρόνια είχε τη θέση του αρχιχειρουργού των ισπανικών στρατευμάτων που στάθμευαν στην Ιταλία. Τη θέση αυτή κράτησε ως το 1624, όταν ανέλαβε την έδρα της ανατομικής στο πανεπιστήμιο που είχε σπουδάσει. Ένα μόλις χρόνο μετά το διορισμό του, το 1625, ήρθε ο θάνατος να διακόψει το διδακτικό του έργο, σε ηλικία 45 ετών.
Ο διορισμός του στην έδρα της ανατομικής στην Παβία ήταν ο καρπός της μεγάλης φήμης που απέκτησε με μια του ανακάλυψη, που πραγματοποιήθηκε μπροστά σε μερικούς από τους πιο εξέχοντες εκπροσώπους του ιατρικού και διπλωματικού κόσμου του Μιλάνου των χρόνων εκείνων. Όλοι αυτοί που ήταν οι φίλοι του, τον είχαν καλέσει να εκτελέσει αυτοπροσώπως μια σειρά πειραμάτων ζωοτομίας. Σ’ ένα από τα πειράματα αυτά, που γινόταν σ’ ένα σκύλο ζωντανό, και την ώρα που χαμήλωνε τη μάζα των εντέρων για να φανούν οι κινήσεις του διαφράγματος, πρόσεξε «πολυάριθμα... λεπτότατα και κατάλευκα κορδονάκια, θα έλεγε κανείς, που διακλαδώνονται σε όλο το μεσεντέριο και τα έντερα, με ατέλειωτες σχεδόν διακλαδώσεις». Πήρε ένα κοφτερό νυστέρι κι άνοιξε ένα από τα κορδονάκια αυτά, όταν είδε να τρέχει από μέσα του ένα λευκό υγρό «όμοιο με γάλα ή ανθόγαλα».
Και φωνάζοντας «εύρηκα» κάλεσε τους φίλους του να θαυμάσουν το καινούργιο εύρημα. Μόλις σε λίγο ο σκύλος πέθανε, τα αγγεία αυτά άδειασαν και εξαφανίστηκαν.
Την άλλη μέρα ο Αζέλλι επανέλαβε το πείραμα, αλλά το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό: τα κατάλευκα κορδονάκια, που τόσο καλά φαίνονταν την προηγουμένη, δεν υπήρχαν πουθενά. Αναζητώντας μια εξήγηση του φαινομένου, ο Αζέλλι θυμήθηκε ότι ο σκύλος που είχε ανοίξει την προηγουμένη ήταν «καλοθρεμμένος και είχε φάει άφθονα», ενώ ο δεύτερος ήταν «αδύνατος και νηστικός». Υποπτευόμενος ότι η αιτία πρέπει να βρίσκεται στο τάισμα του ζώου, πήρε έναν τρίτο σκύλο, καλοθρεμμένο κι αυτόν, τον τάισε άφθονα κι όπως έγραφε ο ίδιος, περιγράφοντας τα πειράματά του: «η ελπίδα μου δεν προδόθηκε... τα λευκά κορδονάκια ήταν εκεί, φανερά, όπως την πρώτη φορά».
Τα κατοπινά πειράματα του Αζέλλι σε γάτες, πρόβατα, μοσχάρια, χοίρους, ακόμα και άλογα, δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να επιβεβαιώνουν την ανακάλυψή του: σε όλα τα είδη αυτά των ζώων έβλεπε κανείς τα ίδια λευκά κορδονάκια, περισσότερο ή λιγότερο διογκωμένα και εμφανή, ανάλογα κυρίως με την ποσότητα λίπους που υπήρχε στο μεσεντέριο. Επρόκειτο για τα χυλοφόρα αγγεία.
Αυτή ήταν η μεγάλη συμβολή του Αζέλλι στη νέα ανατομική, συμβολή θεμελιακή, σε σημείο που κατά τη γνώμη μερικών, αν ο Χάρβεϊ γνώριζε την ανακάλυψη του Αζέλλι, θα διέθετε ένα έγκυρο στοιχείο υπέρ της θεωρίας του για την κυκλοφορία του αίματος.
Το έργο που περιείχε όλα τα στοιχεία για τη νέα ανακάλυψη, δημοσιεύτηκε από τους φίλους του Αζέλλι, που είχαν παρευρεθεί στο αξιομνημόνευτο εκείνο πείραμα, δυο χρόνια μετά το θάνατό του κι ένα χρόνο πριν από τη δημοσίευση του βιβλίου του Χάρβεϊ «Περί της κινήσεως της καρδιάς». Στο έργο όμως αυτό αποκαλύπτεται και η αδυναμία του ερευνητή να δώσει τη σωστή ερμηνεία στο σημαντικό του εύρημα. Πιέζει την ανακάλυψή του μέσα στα πλαίσια του ανατομοφυσιολογικού συστήματος του Γαληνού και υποστηρίζει ότι τα αγγεία αυτά συρρέουν στο ήπαρ, κεντρικό όργανο για την παραδοσιακή ιατρική. Από το σύστημα αυτό, κι αν ακόμα ο Αζέλλι είχε το θάρρος, δεν είχε όμως τις δυνατότητες να απομακρυνθεί. Αρκεί μόνο να σκεφτεί κανείς ότι το έργο του Χάρβεϊ, το μόνο ικανό να οδηγήσει τη σκέψη του προς νέες κατευθύνσεις, δημοσιεύθηκε 3 χρόνια μετά το θάνατό του. Και τι περιείχαν τα αγγεία αυτά κατά τον Αζέλλι; Γάλα, που από το ήπαρ περνούσε στη συνέχεια στους μαστούς!

Ο ΖΑΝ ΠΕΚΕ
Στο Γάλλο Ζαν Πεκέ (1622-1674) ανήκει η τιμή της ανακάλυψης ότι τα χυλοφόρα αγγεία δεν εκβάλλουν στο ήπαρ, αλλά σε ιδιαίτερο σχηματισμό, τη χυλοφόρα δεξαμενή, από όπου, διαμέσου του θωρακικού πόρου, το περιεχόμενό τους χύνεται στο αίμα. Ο Πεκέ όμως έχει μπραστά του το έργο του Χάρβεϊ «Περί της κινήσεως της καρδιάς», που είχε δημοσιευθεί πριν από 6 κιόλας χρόνια, άσχετα από το γεγονός ότι οι βίαιες πολεμικές, γύρω από τις αντιλήψεις του, ήταν ακόμα σε πλήρη ανάπτυξη.
Ο Ζαν Πεκέ δημοσίευσε τα «Ανατομικά πειράματά» του, στα οποία περιγράφει τις ανακαλύψεις του, το 1651 στο Άρντερβικ.

Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΛΕΜΦΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Ένα χρόνο αργότερα, ένας φοιτητής του πανεπιστημίου της Ουψάλα, ο Όλαφ Ρούντμπεκ, δημοσιεύει, σε ηλικία 22 μόλις ετών, μια μελέτη «Περί της κυκλοφορίας του αίματος» και τον επόμενο χρόνο άλλη μία με τον τίτλο «Νέα ανατομική άσκηση, που δείχνει τους υδατικούς ηπατικούς πόρους». Στα έργα του αυτά ανακοινώνει μια μεγάλη ανακάλυψη, που είχε πραγματοποιήσει το 1651: τη διάκριση ανάμεσα στα χυλοφόρα και στα λεμφικά αγγεία. Η ανακάλυψη αυτή έγινε αφορμή να του προσφερθεί η έδρα της ανατομικής στο πανεπιστήμιο που σπούδασε και που μέχρι τότε κατείχε την έδρα της βοτανικής. Ο Ρούντμπεκ πέθανε το 1702, συνεχίζοντας τη βίαιη αντιδικία του με έναν άλλο ερευνητή, το Δανό Τόμας Μπαρτολίν (1616-1680), γιο επίσης μεγάλου ανατόμου, για την προτεραιότητα της ανακάλυψης των λεμφικών αγγείων.
Ο Μπαρτολίν είχε σπουδάσει στο Λέιντεν, την Πάδοβα και τη Νάπολι. Σ’ αυτήν την τελευταία είχε δάσκαλο τον Μάρκο Αντόνιο Σεβερίνο, ευφυή νεωτεριστή και υπέρμαχο της μικροσκοπικής ανατομικής.
[1] Όταν γύρισε στην Κοπεγχάγη, όπου είχε γεννηθεί, ανέλαβε πρώτα την έδρα των μαθηματικών και στη συνέχεια της ανατομικής, που την κράτησε ως το 1661.
Οι σπουδαιότερες ανακαλύψεις του περιέχονται στο βιβλίο του «Αναμορφωθείσα Ανατομική» (Λέιντεν, 1919). Στο έργο αυτό δεν έχουμε μόνον την πρώτη πλήρη περιγραφή του λεμφικού συστήματος, αλλά (και αυτό είναι το σπουδαιότερο) την τέλεια σύλληψη των σχέσεών του με το αιμοφόρο σύστημα, για το οποίο παραδεχόταν τη θεωρία του Χάρβεϊ.
Η πολεμική μεταξύ Ρούντμπεκ και Μπαρτολίν δεν εκπλήσσει. Η ωρίμανση των συνθηκών εκείνων που προετοιμάζουν μια ανακάλυψη, έχει σαν αποτέλεσμα περισσότερα πνεύματα να φτάνουν συγχρόνως στο ποθητό τέρμα, οπότε το πρόβλημα της προτεραιότητας ανακύπτει μοιραία. Δυστυχώς, τέτοιου είδους πολεμικές ποτέ δεν οδήγησαν έστω και στη μικρότερη επιστημονική κατάκτηση.

Απομένει πάντως ένα γεγονός. Στο Οσπεντάλε ντε λα Κουσολατσιόνε της Ρώμης υπάρχει ένας πίνακας καμωμένος σύμφωνα με τις οδηγίες του Γκουλιέλμο Ρίβα (1627-1677), διδασκάλου της ανατομικής στην αιώνια πόλη. Ο πίνακας αυτός παριστάνει ολόκληρο το σύστημα των χυλοφόρων, λεμφικών και αιμοφόρων αγγείων. Είναι τόσο ακριβής, ώστε θα μπορούσε να έχει τη θέση του και σ’ ένα σύγχρονο βιβλίο. Από αυτό μπορούμε να καταλάβουμε ότι η μεγάλη ανακάλυψη του Χάρβεϊ δεν είναι πια ένα μεμονωμένο γεγονός. Έχει ενταχθεί σ’ ένα ευρύτερο σύστημα, ικανό να αποτελέσει τις βάσεις μιας νέας φυσιολογίας.

[1] Το μικροσκόπιο μπορεί να θεωρηθεί σαν έμβλημα της επιστήμης του 17ου αιώνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: