29/10/10

Βυζαντινή Ιατρική (15ος αιώνας) [127]

Ο 15ος αιώνας βρίσκει την Κωνσταντινούπολη σε παρακμή, όπως και ολόκληρη την κάποτε κραταιά αυτοκρατορία. Παρόλα αυτά, οι ξενώνες εξακολουθούν να λειτουργούν και ορισμένοι να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα. Ο ξενώνας Κράλλη είχε ιδρυθεί στην περιοχή Πέτρα της Κωνσταντινούπολης από τον Σέρβο βασιλιά Ούρεσι Β' Μιλιούσιν (1281-1321). Ακόμα, τον 15ο αιώνα ο ξενώνας διαθέτει χρήματα, ώστε όχι μόνο να προσφέρει νοσηλευτικό έργο, αλλά και να διατηρεί ιατρική σχολή, να αγοράζει και να βιβλιοδετεί χειρόγραφους κώδικες. Έχει επίσης τη δυνατότητα, παρά τις δύσκολες συνθήκες, να προσλαμβάνει γιατρούς με κύρος. Το 1440 ο ξενώνας του Κράλλη προσλαμβάνει τον γιατρό και φιλόσοφο Ιωάννη Αργυρόπουλο ως διδάσκαλο της ιατρικής. Κοντά στον Αργυρόπουλο μαθητεύουν Έλληνες και Ιταλοί σπουδαστές για την εκμάθηση της ιατρικής τέχνης και της αριστοτελικής φιλοσοφίας. Μεταξύ των μαθητών του αναφέρονται ο Αντώνιος Πυρόπουλος και οι αδελφοί του Ανδρέας και Μανουήλ, ο Βρανάς «ο γιατρός του Πρωτομάστορος» που ήταν επίσης μαθητής του Αργυρόπουλου, ο μοναχός Ναθαναήλ (που ήταν και νοσοκόμος του ξενώνα)και άλλοι. Ένας άλλος μαθητής ή συνεργάτης του Αργυρόπουλου, εσωτερικός βοηθός, καταγράφει με βάση τις παραδόσεις του όσα αναφέρονται στους σφυγμούς, στοιχεία που αποτελούν σύντομό βοήθημα για τους γιατρούς της εποχής. Εκτός από τον ξενώνα του Κράλλη και άλλα ανάλογα ιδρύματα διατηρούν σχολεία ιατρικής, σχεδόν σε ολόκληρη την περίοδο των Παλαιολόγων (1261-1453).

ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ
Κατά την περίοδο αυτή, της παρακμής της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, για να εξυπηρετηθούν καλύτερα οι υγειονομικές ανάγκες του πληθυσμού, ο Γεώργιος Γουδέλης, το πιο σημαντικό πρόσωπο στην κυβέρνηση του Μανουήλ Β' Παλαιολόγου, μετέτρεψε ένα από τα παλάτια του στην Πόλη σε νοσοκομείο. Η μαρτυρία καταγράφεται κι από τον λόγιο Ιωάννη Χορτασμένο, ο οποίος εγκωμιάζει σε επιστολές του το νοσηλευτήριο αυτό. Κάποιες ακόμα δομές, που είχαν ιδρυθεί παλαιότερα κι εξακολουθούσαν να λειτουργούν, παρέχουν υγειονομικές υπηρεσίες στους κατοίκους της Κωνσταντινούπολης και των άλλων περιοχών του Βυζαντίου, κατά τις τελευταίες δεκαετίες πριν την Άλωση. Ο Ιωάννης Αργυρόπουλος, ο οποίος, αν και έχει τη δική του παρουσία στην ιστορία της βυζαντινής ιατρικής, ήταν βασικά φιλόσοφος, με ιδιαίτερη εξειδίκευση στην αριστοτελική φιλοσοφία. Γεννημένος στην Κωνσταντινούπολη το 1410, πήρε εξαιρετική εκπαίδευση σε ολόκληρο το φάσμα των τότε γνώσεων. Το 1439 λόγω της μόρφωσης και των ικανοτήτων του συμμετέχει στη βυζαντινή αντιπροσωπεία της συνόδου Φεράρας - Φλωρεντίας. Μετά την επιστροφή του διδάσκει στον ξενώνα Κράλλη, ενώ διακρίνοντας τους κινδύνους για το Βυζάντιο προσπαθεί να ευαισθητοποιήσει υπέρ της πατρίδας του τις γνωριμίες του στην Ιταλία. Η πτώση της Κωνσταντινούπολης θα τον αναγκάσει να φύγει αρχικά στον Μυστρά, από όπου προσπάθησε με διπλωματικά μέσα τόσο για την υποστήριξη του Δεσποτάτου του Μορέως, όσο και για την ανάκτηση της Πόλης. Τελικά εγκαταστάθηκε στην Ιταλία, όπου έζησε και δίδαξε στη Φλωρεντία και τη Ρώμη. Το 1490 πέθανε μακριά από την πατρίδα του. Το κύρος τους ως αριστοτελιστή καταδεικνύεται όχι μόνο από τα έργα του, αλλά και από την αναγνώριση των άλλων προς το πρόσωπο και το έργο του.
Ενδεικτικό της αναγνώρισης του Ιωάννη Αργυρόπουλου από Βυζαντινούς και Ιταλούς είναι και το εξής: Σε κώδικα που περιέχει έργα του Αριστοτέλη (Barrocianus 87), στο 35ο φύλλο, υπάρχει απεικόνισή του που είναι ενδεικτική του κύρους του. Ο Αργυρόπουλος απεικονίζεται καθισμένος σε θρόνο, με τα πόδια του να ακουμπούν σε υποπόδιο. Είναι ντυμένος με επίσημη στολή και φέρει υψηλό πίλο στο κεφάλι του. Το αριστερό του χέρι ακουμπά σε αναλόγιο, πάνω στο οποίο είναι τοποθετημένο βιβλίο (προφανώς του Αριστοτέλη). Στον γύρω χώρο υπάρχουν κτήρια, τα οποία προφανώς αποτελούν προσαρτήματα του ξενώνα. Αν και διδάσκαλος της ιατρικής τέχνης, στην ιστορία του Βυζαντίου παρέμεινε ως φιλόσοφος και διπλωμάτης, μάλλον, παρά ως γιατρός και διδάσκαλος της ιατρικής. Μεταξύ των γιατρών που άσκησαν την ιατρική τον 15ο αιώνα αναφέρεται και ο γιατρός Μαλάκης, από τον Μυστρά. Όπως προκύπτει από δευτερεύουσες πηγές, εργαζόταν συγχρόνως σε διάφορους ξενώνες στην Κωνσταντινούπολη, ενώ ασκούσε και ελεύθερο επάγγελμα. Οι μισθοί του από τις θέσεις αυτές κάλυπταν το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του. Όμως μαθαίνουμε από σατιρικό στιχούργημα του Μάζαρη, που γράφτηκε στις αρχές του 15ου αιώνα, ότι ο Μαλάκης ζητούσε και έπαιρνε χρήματα και από τους Γενουάτες αξιωματούχους που έμεναν στον Γαλατά. Ο ίδιος σατιρικός ποιητής Μάζαρης κατακρίνει τους γιατρούς της εποχής του ως ανίκανους στην ιατρική, που δεν καταφέρνουν να διαβάσουν και να κατανοήσουν τα κείμενα των μεγάλων γιατρών της αρχαιότητας. Αντίθετα, γράφει ο Μάζαρης, οι ίδιοι τα καταφέρνουν πολύ καλά στην ανάπτυξη σχέσεων που τους οδηγούν σε πολιτικά αξιώματα και θέσεις, καθώς επίσης είναι ικανότατοι για την απόκτηση χρημάτων.

ΑΝΤΩΝΗΣ ΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Αντώνης Πυρόπουλος είναι γιατρός του 15ου αιώνα που εκπαιδεύτηκε, όπως είδαμε, στην Κωνσταντινούπολη στον ξενώνα του Κράλλη από τον ιατροφιλόσοφο Ιωάννη Αργυρόπουλο. Τόσο ο Αντώνιος Πυρόπουλος όσο και οι άλλοι μαθητές εμφανίζονται να περιστοιχίζουν τον δάσκαλό τους στην εικόνα του Αργυρόπουλου, την οποία αναφέραμε. Άλλοι δύο Πυρόπουλοι, ο Ανδρέας κι ο Μανουήλ, κατά πάσα πιθανότητα αδελφοί του Αντωνίου (ή σύμφωνα με άλλη εκδοχή στενοί συγγενείς του) αναφέρονται μεταξύ εκείνων που διδάχτηκαν από τον Αργυρόπουλο. Υπάρχει όμως και τέταρτος Πυρόπουλος, ο Αλέξιος, ο οποίος υπογράφεται ως αντιγραφέας κώδικα που περιέχει κατά το πλείστον έργα του Ιπποκράτη. Το γεγονός αυτό, χωρίς να είναι βέβαια αποδεικτικό, δείχνει πάντως το αυξημένο ενδιαφέρον του για θέματα ιατρικής. Γεννημένος στην Κορώνη της Μεσσηνίας (ή, κατ’ άλλους, στην Κέρκυρα), ο Αντώνιος Πυρόπουλος σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη και μετά στην Ιταλία. Στη συνέχεια, ακολουθώντας τα κυρίαρχα ιδεολογικά ρεύματα της εποχής, έγινε μοναχός στη Μονή Βατοπεδίου στον Άθω. Ο Πυρόπουλος πρόσφερε στη Μονή αντίτυπο του βιβλίου «Φυσική ακρόασις» του Αριστοτέλη. Όπως μας έχει διασώσει ο Α. Π. Κούζης, στην ιδιόγραφη αφιέρωσή του ο Πυρόπουλος γράφει: «Τούτο το βιβλίον η Φυσική ακρόασις του Αριστοτέλους υπάρχει εμού του αδιαδόχου [χωρίς διάδοχο] και ευσεβούς και αμαρτωλού και αφιερώθη εις την Μονήν Βατοπεδίου Οκτωβρίου ιβ', ινδ[ικτίωνος] ιβ', έτους λβ'». Ο ιατρός και ιστορικός Α. Π. Κούζης βρήκε έργα του Πυρόπουλου σε κώδικα της Μονής Ιβήρων (Άθως) και στον ελληνικό ιατρικό κώδικα 27 της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Βιέννης. Το σημείωμα «Περί μέτρων και σταθμών» ανακοίνωσε αρχικά προφορικά σε συνεδρίαση της Ακαδημίας Αθηνών το 1964. Η ανακοίνωση δημοσιεύθηκε στα Πρακτικά της Ακαδημίας το 1949.
Σε ένα απόσπασμα από το σωζόμενο κείμενο του Πυρόπουλου, σύμφωνα με τον κώδικα του Άθω, με τον τίτλο «Εξήγησις του Πυρόπουλου περί των σταθμών / των νυν διαγόντων επί τας χώρας και πόλεις τας ημετέρας», βλέπουμε και ορισμένα από τα μέτρα και σταθμά της εποχής, που ήταν σε χρήση τόσο στη φαρμακευτική όσο και στις καθημερινές δοσοληψίες: «ουγγίαν, μόδιον, μετουρτήκιον, κόσκινον, μισούριον, κοιλόν». Η «ουγγία» είναι φαρμακευτική μονάδα βάρους, ενώ το «μόδιον» είναι ρωμαϊκή μονάδα μέτρησης χωρητικότητας (8,75 λίτρα). Το «μετουρτήκιον» αποτελεί ποσότητα περίπου 7 κιλών, ενώ το «κόσκινον» αντιστοιχεί σε χωρητικότητα ενός κόσκινου. Όσο για το «μισούριον» (ή «μινοσούριον» ή «μινσούριον») αντιστοιχεί σε βάρος περίπου 500 γραμμαρίων, ενώ το «κοιλόν» αντιπροσώπευε μονάδα μέτρησης σιτηρών που αντιστοιχούσε σε 24 οκάδες, δηλαδή περίπου 32 κιλά. Ο Πυρόπουλος αναφέρει και το «τζούφλιον» [κέλυφος καρυδιού], το «βούτζιον» [ασκός για κρασί ή άλλα υγρά], το «μίστατο» ή «μύστατα» [από 6 έως 10 οκάδες, δηλαδή από 7,5 έως 12 κιλά], το «κροντήρι» που αντιστοιχούσε σε βάρος 3 κιλών κρασιού, τη «γαστέρα», χωρητικότητας περίπου μισού κιλού ή 600 γραμμαρίων. Επίσης αναφέρει την «άμουλο» ή «άμπουλα», δηλαδή φιάλη. Σε κατάλογο με τον τίτλο «De antiquitatibus et libris manuscriptis constantinopolitanis» («Περί αρχαιοτήτων και χειρογράφων βιβλίων εκ Κωνσταντινουπόλεως») ο B. Foerster (1877) αναφέρεται σε ιατροσόφιο του Πυρόπουλου.
Ο Foerster αναφέρεται σε συγγραφή του 16ου αιώνα που έχει τον τίτλο «Ιατροσόφιον του σοφού Πυροπούλου, και το βιβλίον είναι μεγάλο και έχει εξ εμπειρίας πολλά και διάφορα και το χαρτί είναι κόλλαις βιββάκιναις». Κατά τον Κούζη, το έργο αυτό ήταν η πηγή από την οποία άντλησαν την ύλη τους όλα τα μεταγενέστερα ιατροσόφια, δηλαδή τα χειρόγραφα βοηθήματα που οι εμπειρικοί θεραπευτές χρησιμοποιούσαν ακόμα έως τον 19ο αιώνα. Τα ίδια περίπου χρόνια της ακμής του Πυρόπουλου, εκτός από το κέντρο, αξιόλογοι επιστήμονες γιατροί ασκούν την ιατρική και στην περιφέρεια, μακριά από την πρωτεύουσα που παρακμάζει. Θα αναφέρουμε εδώ τον γιατρό Μανουήλ Ολόβωλο, που υπηρέτησε ως γιατρός του Μανουήλ Παλαιολόγου και τον συνόδεψε στο ταξίδι του στον Μυστρά. Ο Ολόβωλος επιχείρησε να γίνει μεγάλος λογοθέτης της αυτοκρατορίας και έπεσε στη δυσμένεια του Μανουήλ Παλαιολόγου. Εκτός από την άσκηση της ιατρικής, ασχολείται και με την ιατρική συγγραφή. Ίσως δε να προέρχεται από ιατρική γενιά, καθώς στο ίδιο όνομα υπήρξαν και παλαιότερες αναφορές. Ένας μάλιστα από αυτούς είχε εργαστεί, κατά τον Κ. Πουρναρόπουλο, στην αυλή του Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου κατά τον 13ο αιώνα. Για τον Ολόβωλο μαθαίνουμε από το έργο του μοναχού Μάζαρη «Επιδημία Μάζαρι εν Άδου ή Πεύσις νεκύων ενίων περί τινων εις τα βασίλεια συναναστρεφομένων», ότι (καθώς ο γιατρός πέθανε πριν τον αυτοκράτορα) χρησίμευσε ως οδηγός του για το ταξίδι στον Άδη. Ο Ολόβωλος πέθανε μερικές δεκαετίες πριν την Άλωση, ίσως το 1414. Ο Α. Γκιάλας μεταξύ των γιατρών του 15ου αιώνα αναφέρει τον Γεώργιο Καρρέριο, σπουδασμένο στην Πάδοβα και φημισμένο στον καιρό του. Στο ίδιο πανεπιστήμιο είχε σπουδάσει και ο Μάρκος Μασούρος, ο οποίος μεταξύ 1514-1521 είχε διδάξει τα ελληνικά γράμματα στο Ελληνικό Κολλέγιο της Ρώμης. Βαθύς γνώστης της αρχαίας γραμματείας, εξέδωσε και σχολίασε τους αρχαίους συγγραφείς και ανάμεσά τους έργα του Ιπποκράτη και του Γαληνού. Σε προχωρημένη ηλικία έγινε μοναχός και στη συνέχεια επίσκοπος. Ο Α. Γκιάλας αναφέρει επίσης τον Ιωάννη Πανάρετο, μαθητή του Αργυρόπουλου στην ιατρικη σχολή του ξενώνα του Κράλλη στην Κωνσταντινούπολη. Βεβαίως, εκτός από τους εκπαιδευμένους και αξιόπιστους γιατρούς που είχαν κύρος και φήμη, επαρκείς γνώσεις και ήθος, υπήρχαν και γιατροί που δεν απολάμβαναν τη γενική εκτίμηση. Συχνά οι πολίτες του Βυζαντίου εξέφραζαν τη δυσαρέσκειά τους γι’ αυτούς και τους απέφευγαν. Παρόλο που δεν ήταν εκκλησιαστικά καταδικαστέο, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που προσέφευγαν για ιατρική βοήθεια σε Εβραίους, ακόμα και σε μουσουλμάνους γιατρούς. Το φαινόμενο αυτό, που εμφανίζεται με αυξημένη συχνότητα κατά τον 15ο αιώνα, είχε εμφανιστεί ήδη από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα, όπως προκύπτει από τα γραπτά του μοναχού και λόγιου Νικηφόρου Βρυεννίου.

Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Την 29η Μαΐου 1453, η Βυζαντινή αυτοκρατορία καταλύεται με την πτώση της Κωνσταντινούπολης στα χέρια του Μωάμεθ του Πορθητή. Σύμφωνα με έναν από τους χρονικογράφους της Άλωσης, τον Μιχαήλ Δούκα, όταν ο Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος, με την ολιγάριθμη ομάδα των συμπολεμιστών του, βρέθηκε περικυκλωμένος από τους Τούρκους, φώναξε: «Δεν υπάρχει χριστιανός να λάβει την κεφαλήν μου;» Ή, κατά τον Κριτόβουλο: «Η Πόλις αλίσκεται και εγώ έτι ζω;» Σύμφωνα με τον ιστορικό Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, «Μόλις επρόφερε τας λέξεις ταύτας και εις των Τούρκων επλήγωσεν αυτόν κατά πρόσωπον. Ο Κωνσταντίνος απέδωκεν αμέσως την πληγήν [ανταπόδωσε το χτύπημα], αλλά έτερος εκ των όπισθεν επήνεγκε κατ’ αυτού τραύμα καίριον, ώστε και ο βασιλεύς έπεσεν, όπως και η πόλις, ουχί ότε κατά μέτωπον προσεβλήθη, αλλά κατά νώτον [από την πλάτη] βληθείς». Κανένας από τους χρονογράφους της Άλωσης ή τους ιστορικούς δεν κάνει οποιαδήποτε αναφορά στην ύπαρξη υγειονομικής βοήθειας ή τη συνοδεία γιατρών ή νοσοκόμων. Έτσι και ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος «έμεινεν εκεί κατά γης κείμενος μεταξύ μυρίων άλλων νεκρών», όπως γράφει ο Παπαρρηγόπουλος. Βεβαίως, αν αυτό ισχύει για τον αυτοκράτορα, ισχύει πολύ περισσότερο για το σύνολο του πληθυσμού. Οι χρονικογράφοι υπολογίζουν τους νεκρούς Κωνσταντινουπολίτες σε 4.000, από τους οποίους οι μισοί ήταν πολεμιστές. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Παπαρρηγόπουλου, ο τότε πληθυσμός της Πόλης δεν ξεπερνούσε τις 70.000 με 80.000. Από αυτούς οι περισσότεροι, περί τις 60.000, πιάστηκαν αιχμάλωτοι και πουλήθηκαν ως σκλάβοι, ενώ ένα μικρότερο μέρος πρόλαβε να διαφύγει σε άλλες περιοχές ή / και σε χώρες της Δύσης.
«Η άλωσις της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Οσμανιδών ελογίζετο [] επί τοσούτον κρίσιμος, ώστε συγκαταριθμείτο μεταξύ των μεγάλων συμβεβηκότων της πεντεκαιδεκάτης εκατονταετηρίδος, δι’ ων χωρίζεται η μέση της Ευρώπης ιστορία από της νέας», όπως γράφει ο Παπαρρηγόπουλος. Ένα άλλο σημαντικό γεγονός, με αρνητικές αλλά και θετικές επιπτώσεις στην ιστορία και τον πολιτισμό των επιστημών, είναι η αναγκαστική αποδημία μεγάλου αριθμού λογίων, φιλοσόφων και επιστημόνων από την Κωνσταντινούπολη και τις άλλες πόλεις του Βυζαντίου. Η απουσία των προσώπων αυτών συντέλεσε στη σταδιακή εξαθλίωση του πληθυσμού στις άλλοτε βυζαντινές περιοχές. Από την άλλη μεριά, όμως, η παρουσία τους στη Δυτική Ευρώπη και κυρίως στην Ιταλία, όπου πολλοί βρήκαν άσυλο, συνέβαλε στην ανάπτυξη των τεχνών, στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, στη μύηση στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία, στη μετάφραση κλασικών έργων της επιστημονικής γραμματείας στα λατινικά, στην καθιέρωση της ελληνικής ορολογίας στην ανατομική και τη χειρουργική κλπ. Τυπική μορφή της περιόδου από τον φιλοσοφικό - επιστημονικό χώρο είναι ο Ιωάννης Αργυρόπουλος με τον οποίον έχουμε ασχοληθεί ήδη. Εκτός από τους νεκρούς, τους τραυματίες, τους αιχμαλώτους και τους αναγκαστικά εκπατρισμένους, η Άλωση της Πόλης είχε και άλλες επιπτώσεις: τη διαρπαγή αποθησαυρισμένου πλούτου και την καταστροφή βυζαντινών αλλά και παλαιότερων μνημείων και έργων τέχνης, καθώς και την απώλεια πολύτιμων χειρογράφων. Δυτικές πηγές μαρτυρούν ότι περί τις 120.000 χειρόγραφα βιβλία καταστράφηκαν μόνο από τις βιβλιοθήκες της Κωνσταντινούπολης! Ο αριθμός τους γίνεται πολύ μεγαλύτερος αν αναλογιστούμε τα χειρόγραφα από τις βιβλιοθήκες άλλων πόλεων του Βυζαντίου, καθώς και εκείνες των ιδιωτών. Ανάμεσα στα κατεστραμμένα χειρόγραφα υπήρχαν προφανώς και αρκετά βιβλία ιατρικού ενδιαφέροντος, άλλα από τα οποία ήταν έργα αρχαίων Ελλήνων και άλλα έργα Βυζαντινών γιατρών, πρωτότυπα αλλά και μεταφρασμένα από τα αραβικά, τα περσικά και τα λατινικά. Αυτά ήταν μόνο μερικές από τις «παράπλευρες απώλειες» της Άλωσης. Το δραματικό γεγονός επηρέασε γενικά τις ιστορικές και τις άλλες εξελίξεις επί αιώνες, τόσο στην Ανατολή όσο και στις χώρες της Δύσης.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Από τις σύντομες αναφορές στη βυζαντινή ιατρική που προηγήθηκαν, μπορούμε να προχωρήσουμε στη συναγωγή ορισμένων χρήσιμων συμπερασμάτων:
α) Η ιατρική στο Βυζάντιο αποτελεί βασικά συνέχεια της αρχαίας ελληνικής ιατρικής. Οι κορυφαίοι γιατροί της αρχαιότητας αποτέλεσαν τη σταθερή πηγή και το αξεπέραστο σύστημα αναφοράς.
β) Μεγάλο μέρος της αρχαίας ιατρικής γραμματείας σώθηκε χάρις στις αντιγραφές των αρχαίων κειμένων. Αλλά κι από τις συγκεντρωτικές εργασίες και ανασκοπήσεις Βυζαντινών συγγραφέων σώθηκαν αποσπασματικά συνταγές, θεραπευτικές πρακτικές ή απόψεις ορισμένων από τους ελάσσονες γιατρούς - συγγραφείς, των οποίων το έργο και τα ονόματα δεν έχουν με άλλο τρόπο διασωθεί.
γ) Υπό την επίδραση της θρησκευτικής πίστης, των θεολογικών δογμάτων, της εκκλησιαστικής εξουσίας και άλλων παραγόντων, συχνά η ιατρική του Βυζαντίου απομακρύνεται από τον ιπποκρατικό ορθολογισμό και αναμειγνύεται με θεουργικά-μεταφυσικά στοιχεία και τελετουργίες. Άλλοτε πάλι υπεισέρχονται προλήψεις, δεισιδαιμονίες, αστρολογικές δοξασίες και μαγικές αντιλήψεις.
δ) Εκτός από τους γιατρούς που διασώζουν, ανασκοπούν, κρίνουν ή σχολιάζουν απόψεις και γνώσεις παλαιότερων συναδέλφων τους και παραθέτουν στοιχεία της δικής τους εμπειρίας, με την ιατρική συγγραφή ασχολούνται επίσης λόγιοι και φιλόσοφοι, οι οποίοι είχαν ιατρικές γνώσεις στα πλαίσια της γενικής παιδείας και της ακαδημαϊκής εκπαίδευσής τους. Ορισμένοι μάλιστα από αυτούς ασχολούνται και με την άσκηση της ιατρικής πράξης υπό ορισμένες συνθήκες.
ε) Εκτός από τη θεραπεία των νοσημάτων και σύμφωνα με τις γνώσεις της εποχής, οι Βυζαντινοί γιατροί ασχολούνται και με την αγωγή για υγεία. Συχνά είναι τα πονήματα για τη σωστή διατροφή, τον υγιεινό τρόπο ζωής, τα ιατρικά προληπτικά μέτρα που αποσκοπούν στη διατήρηση της υγείας και την πρόληψη των νοσημάτων.
ς) Ενδιαφέρον είναι ότι για την εύκολη απομνημόνευση των κανόνων αυτών (αλλά και για την καλύτερη εκμάθηση της ιατρικής), συχνά τα έργα αυτά είναι έμμετρα, κάποτε δε ακολουθούν ακόμα και τους τρόπους της βυζαντινής ψαλτικής.
ζ) Από τον 4ο ως και τον 15ο αιώνα, οπότε καταλύεται η Βυζαντινή αυτοκρατορία, εκτός από τους ιδιώτες γιατρούς, υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής πρόνοιας προσφέρονται και από τους ξενώνες - νοσοκομεία. Πρόκειται για οργανισμούς, που είχαν ιδρυθεί από την Εκκλησία, από φωτισμένους ιεράρχες, από βασιλείς και ηγεμόνες ως κοινωνική προσφορά ή για άλλους λόγους.
η) Εκτός από τη σίτιση, τη φροντίδα, τη νοσηλεία σε εσωτερική βάση, οι ξενώνες προσφέρουν υπηρεσίες σε εξωτερικούς ασθενείς και παρέχουν φάρμακα από το φαρμακείο του ξενώνα - νοσοκομείου.
θ) Οι ξενώνες προάγουν επίσης την ιατρική εκπαίδευση σε μαθητές που ασκούνται θεωρητικά και πρακτικά δίπλα σε φημισμένους γιατρούς, ενώ συχνά μεταξύ των μαθητών συγκαταλέγονται και αλλοδαποί.
ι) Η φαρμακευτική τέχνη για μεγάλο διάστημα ακολουθεί τις παραδεδομένες από την αρχαιότητα γνώσεις που στηρίζονται κυρίως στο βοτανικό πλούτο. Με την πάροδο του χρόνου προστίθενται και νέα φαρμακευτικά μέσα που έχουν εισαχθεί από γειτονικές χώρες και κυρίως από την Αραβία και την Περσία. Εκτός από τα βότανα χρησιμοποιούνται και ζωικά προϊόντα ή ιστοί, καθώς και ανόργανα φυσικά υλικά.
ια) Είναι εντυπωσιακός ο πλούτος των χρησιμοποιούμενων φαρμακοτεχνικών μορφών εξωτερικής εφαρμογής ή εσωτερικής λήψης. Αναφέραμε ενδεικτικώς εκχυλίσματα, αφεψήματα, αποστάγματα, αρώματα, αιθέρια έλαια, δισκία, κόνεις [σκονάκια], διαλύματα, τροχίσκους, κοκκία, υπόθετα, κολπικά υπόθετα, αλοιφές, επιθέματα, έμπλαστρα, κηρωτές [τσιρότα], καταπλάσματα κλπ.
ιβ) Εκτός από τα φαρμακευτικά σκευάσματα, στη θεραπευτική χρησιμοποιούνται και άλλα μέσα και ενέργειες, ως συνέχεια των παραδεδομένων αρχαιοελληνικών γνώσεων, εμπλουτισμένων με νεώτερες. Αναφέρουμε καθάρσεις με υποκλυσμούς, αφαιμάξεις με φλεβοτομία ή άλλα μέσα, ποικίλους τρόπους λουτρών κλπ.
ιγ) Τους τελευταίους βυζαντινούς αιώνες καταβάλλονται προσπάθειες για τον ορισμό των οργάνων που χρησιμοποιούνται ως μέτρα και σταθμά, ώστε οι ποσότητες καθενός να είναι σταθερές. Ανάμεσα στις άλλες σκοπιμότητες για την τυποποίηση αυτή είναι και η κατά το δυνατόν σταθερή σύνθεση των φαρμάκων, με ισόποσες πρώτες ύλες, σταθερό τρόπο παρασκευής και χορήγηση υπολογισμένης δόσης για κάθε ασθενή.
ιδ) Στο Βυζάντιο χρησιμοποιούνται και βελτιώνονται τα γνωστά από την αρχαιότητα χειρουργικά εργαλεία και προστίθενται ορισμένα νεώτερα. Αναφέρεται η διεξαγωγή διαφόρων τύπων επεμβάσεων, ορισμένες από τις οποίες απαιτούν γνώση, τόλμη και δεξιοτεχνία. Καταγράφονται μεταξύ άλλων απολίνωση αρτηριών, χειρουργική θεραπεία ανευρυσμάτων, κρανιοανάτρηση, μαστεκτομή, αμυγδαλεκτομή, αιμορροϊδεκτομή, μαιευτικές και οφθαλμολογικές επεμβάσεις, ακόμα και διαχωρισμός σιαμαίων!
ιε) Υπάρχει πλούσια ιατρική συγγραφή, συνήθως ανασκοπητικού χαρακτήρα και σπανιότερα με αναφορές νέας γνώσης. Ορισμένα από τα βιβλία αυτά γνώρισαν επανειλημμένες χειρόγραφες εκδόσεις, πολλές από τις οποίες κοσμούνται από εικονογράφηση και αποτελούν αληθινά έργα τέχνης.
ιστ) Πολλά από τα βιβλία αυτά ευτύχησαν και την τυπογραφική τους έκδοση μετά την ανακάλυψη του Gutenberg. Στις λατινικές τους δε μεταφράσεις αποτέλεσαν επίσημα βιβλία ευρωπαϊκών πανεπιστημίων έως τον 17ο, ακόμα και τον 18ο αιώνα.
ιζ) Πολλοί από τους γιατρούς του Βυζαντίου είχαν δραστηριότητες παράλληλες με την ιατρική κι ωφέλησαν τους συγχρόνους τους από πολλές πλευρές. Αναφέρονται πολλοί που απέκτησαν πολιτική ισχύ, τίτλους κι αξιώματα, ανέπτυξαν διπλωματική δραστηριότητα, διέδωσαν σε άλλες χώρες τη βυζαντινή - ελληνική ιατρική και τη φιλοσοφία, ασχολήθηκαν με άλλες θετικές επιστήμες και άφησαν πλούσιο συγγραφικό έργο.
ιη) Με όλα αυτά, δεν πρέπει να θεωρείται ακριβές ότι η βυζαντινή εποχή αποτελεί μια σκοτεινή μεσαιωνική περίοδος της ιστορίας μας.

28/10/10

Βυζαντινή Ιατρική (14ος αιώνας) [126]

ΑΛΕΞΙΟΣ ΑΠΟΚΑΥΚΟΣ
Ο Αλέξιος Απόκαυκος ή Απόκαυχος από την Κωνσταντινούπολη έζησε τον 13ο και 14ο αιώνα. Διετέλεσε παρακοιμώμενος και Μεγάλος Δούκας του Ανδρόνικου Γ'. Ήταν μαθητής του Ιωσήφ του ΦιλοσόφουΡακενδύτη) και συμμαθητής και φίλος του Ιωάννη του Ακτουαρίου. Ο τελευταίος του αφιερώνει ονομαστικά το βιβλίο του «Περί διαγνώσεως παθών», όπου διαβάζουμε: «τω Παρακοιμωμένω τω Αποκαύχω τω και ύστερον χρηματίσαντι Μεγάλω Δουκί». Ο Απόκαυκος ως πρεσβευτής του Βυζαντίου πραγματοποίησε διπλωματική αποστολή στη Σκυθία και παρέδωσε στους αρμόδιους το βιβλίο του Ακτουαρίου «Περί διαγνώσεως παθών». Η αποστολή έγινε στα πλαίσια εκδήλωσης ενδιαφέροντος του αυτοκράτορα και ως κίνηση καλής θέλησης προς τις αρχές και τον λαό των Σκύθων. Ο Απόκαυκος έπαιξε σοβαρό ρόλο στα πολιτικά πράγματα, καθώς υποστήριξε την Άννα της Σαβοΐας, χήρα του Ανδρόνικου Γ', στον εμφύλιο πόλεμο με τον Ιωάννη Κατακουζηνό και την παράταξη των αρχόντων. Τελικά η Άννα έχασε τον έλεγχο κι ο Απόκαυκος οδηγήθηκε σε φυλακή της Κωνσταντινούπολης, όπου θανατώθηκε από άλλους έγκλειστους, προφανώς εγκάθετους. Γι’ αυτό, όπως σημειώνει ο Πουρναρόπουλος, «η όλη ιστορία του Αποκαύκου είναι μάλλον πολιτική και στρατιωτική» παρά ιατρική. Σε χειρόγραφο κώδικα της Εθνικής Βιβλιοθήκης των Παρισίων υπάρχει εικόνα του Αποκαύκου, η οποία έχει επανειλημμένα αναπαραχθεί. Δείχνει τον γιατρό και διπλωμάτη καθισμένο σε ευρύ πολυτελές κάθισμα με στήριγμα για τη ράχη, επίσημα ντυμένο, ενώ σε αναλόγιο στα αριστερά του είναι τοποθετημένο βιβλίο, στο οποίο διακρίνεται η ιπποκρατική ρήση «ο βίος βραχύς».

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕΛΙΤΗΝΙΩΤΗ
Με το επώνυμο Μελιτηνιώτης φέρονται λόγιοι, κληρικοί και επιστήμονες του 13ου και 14ου αιώνα. Ο αρχιδιάκονος και μέγας σακελάριος Θεόδωρος Μελιτηνιώτης ήταν σπουδαίος αστρονόμος, αναγνωρισμένος από το σύνολο των Βυζαντινών, που τον αποκαλούσαν «διδάσκαλο των διδασκάλων της αστρονομίας». Το βιβλίο του «Αστρονομική βίβλος» είναι το πιο σημαντικό αστρονομικό έργο του Βυζαντίου, καθώς στηρίζεται όχι μόνο στα έργα παλαιότερων (Θέων, Πτολεμαίος κ.α.) και στις δικές του παρατηρήσεις, αλλά και σε πλούσιο υλικό των Περσών αστρονόμων, το οποίο ο Θεόδωρος Μελιτηνιώτης το γνώριζε. Ο Ιωάννης και Κάλλιστος Μελιτηνιώτης έγραψαν θεολογικά έργα. Ο Κωνσταντίνος Μελιτηνιώτης (13ος - 14ος αιώνας) ήταν θεολόγος αρχιδιάκονος και μέγας χαρτοφύλακας και αγωνίστηκε δογματικά και πολιτικά για την ένωση των Εκκλησιών που υποστήριξε ο Μιχαήλ Παλαιολόγος, για να περιπέσει τελικά σε δυσμένεια του διαδόχου του και ανθενωτικού Ανδρόνικου Γ' Παλαιολόγου. Δεν γνωρίζω αν ο Κωνσταντίνος Μελιτηνιώτης είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Κωνσταντίνο Μελιτηνιώτη της ίδιας χρονικής περιόδου που είναι ο μεταφραστής ανατολικών και κυρίως περσικών ιατροφαρμακευτικών κωδίκων, οι οποίοι έχουν διασωθεί. Ο Α. Π. Κούζης δημοσίευσε το 1939 κείμενα του Μελιτηνιώτη από τον ελληνικό κώδικα Phillips 1562 της Βιβλιοθήκης του Βερολίνου. «Αύται αι αντίδοτοι εμεταγλωττίσθησαν εκ των Περσών εις την Ελλάδα παρά του Κωνσταντίνου ιατρού του Μελιτηνιώτου εις Κωνσταντινούπολιν».
Θα παραθέσουμε μικρό δείγμα από το χειρόγραφο του Μελιτηνιώτη: α. «Αντίδοτος - Διαφορητικόν πνευμάτων παντός του σώματος. Σύνθες λαβών: Σπάντιον τελόσπερμα, ελ ζουραμπάν, δούρουνιτζ, πύρεθρον, πέπε μακροπέπε, σαληχό, ασάρ, ζιγγίβερι κρόκον, κόστον αα < β [: αα, ανά ίσα μέρη / <, μικρότερο / β, 2]. Η δόσις <γ». β. «Αντίδοτος του Φίλωνος - Παύον πάσας οδύνας, έμετον παύει, ρευματισμόν κοιλίας ίστησι, αιμορραγίας γυναικών στέλλει [αναστέλλει]. Σύνθες:...». Ακολουθεί η πολύπλοκη και πολυβότανη σύνθεση. Από τα συστατικά που παραθέτει ο Μελιτηνιώτης ορισμένα έχουν αραβικά ή περσικά ονόματα, όπως συμβαίνει και με τα ονόματα ορισμένων παρασκευασμάτων. Από τα παρατιθέμενα συνολικά 53 αντίδοτα, τα 30 έχουν περσικά ή αραβικά ή μικτά διγλωσσικά ονόματα, ενώ τα υπόλοιπα έχουν αμιγώς ελληνικά ονόματα. Παραδείγματα αμιγώς περσικής ονομασίας: μαατζούν ράα, μαατζούν σησαλμά, μαατζούν μαασφάρη κλπ. Παραδείγματα διγλωσσικών (μικτών) ονομάτων: αντίδοτος η απάλ, μαατζούν σααρνία το μέγα, μαατζούν η αθανασία η μεγάλη. Τέλος, αμιγείς ελληνικές ονομασίες είναι: αντίδοτος δια κυμίνου, αντίδοτος δια δαφνίδων, αντίδοτος δια φυσαλίδων κλπ. Μικτά είναι και τα ονόματα των χρησιμοποιούμενων φυτών ή άλλων ουσιών. Τα συστατικά αναφέρονται με ελληνικά και με περσικά ονόματα. Από τα τελευταία, δεν είναι σαφές αν ανευρίσκονται και σε περιοχές της Βυζαντινής επικράτειας ή αν είναι φυτά που ενδημούν αποκλειστικά στις συνθήκες της Περσίας, της Συρίας και των γειτονικών τους περιοχών.
Στο δημοσιευμένο από τον Α. Π. Κούζη χειρόγραφο του Μελιτηνιώτη με τα μεταφρασμένα από τα περσικά «αντίδοτα», παρακολουθούμε τις παθολογικές καταστάσεις που αναφέρονται. Επιλέγουμε ενδεικτικά: «εις εμούντας αίμα» (σχετικά με τις αιματεμέσεις). «Καρδίας τονωτικόν, μελαίνης χολής πολέμιον, ορέξεως διεγερτικόν». «Έτερον ποιούν (που έχει ένδειξη) προς δυσπνοϊκούς, μελαγχολικούς, επιληπτικούς, ημιπλήκτους και λεχωνίων (φυματιώδης αδενίτιδα) και προς τεταρταίους». Άλλο σκεύασμα που είναι κατάλληλο «προς τας μεγάλας οδύνας [τους ισχυρούς πόνους], διαφορητικόν πνευμάτων, στομάχου τονωτικόν και ορέξεως διεγερτικόν». Άλλα αντίδοτα βοηθούν τους «οφιοδήκτους» [τους δαγκωμένους από φίδι], τους «σκορπιοπλήκτους», δηλαδή αυτούς που τους έχει κεντήσει σκορπιός, ενώ υπάρχουν και φάρμακα για τις τόσο κοινές την εποχή εκείνη ελμινθιάσεις. Αναφέρεται επίσης και κάποιο μαντζούνι «διεγείρον προς αφροδίσια άκρως». Όπως σημειώνει ο Κούζης, από τα αναφερόμενα στο γραπτό του Μελιτηνιώτη ονόματα σκευασμάτων, 21 χαρακτηρίζονται ως αντίδοτα, 30 έχουν τον αραβικό προσδιορισμό μαατζούν, ένα ονομάζεται θέριακα (θηριακή) και ένα γλύκασμα. Από όλα αυτά, όμως, το πιο δυνατό «αντίδοτο», από εκείνα που μετέφρασε από τα περσικά ο Μελιτηνιώτης, είναι το τελευταίο. Είναι η «νγ' αντίδοτος», που είναι «ωφέλιμος εις επιληπτικούς, ημιπλήκτους, εις πωρισμούς νεύρων ισχιαδικούς, εις τρομικούς, εις πόνους αρμών, εις ποδαλγικούς και εις παλμούς και εις ρευματισμούς οδόντων, εις μελαγχολικούς» κλπ., με ένα σύνολο 22 ετεροκλήτων ενδείξεων.

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΧΙΟΝΙΑΔΗΣ
Μεταξύ των επιστημόνων που ασκούν την ιατρική στην Τραπεζούντα κατά τον 13ο και 14ο αιώνα αναφέραμε ήδη τον αστρονόμο και γιατρό Γρηγόριο Χιονιάδη, που έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Αλεξίου Β' (1297-1330) και τιμήθηκε από αυτόν με τον τίτλο του Ακτουαρίου, δηλαδή του αυτοκρατορικού γιατρού. Ο Χιονιάδης ταξίδεψε στην Περσία και, ως γνώστης της περσικής γλώσσας, όταν γύρισε στην πατρίδα του μετέφρασε διάφορα βιβλία, κυρίως μαθηματικά και αστρονομικά, από τα περσικά στα ελληνικά. Αναφέραμε επίσης τους Θεόδωρο και Κωνσταντίνο Μελιτηνιώτη, οι οποίοι γνώριζαν περσικά και εμπλούτισαν με τις μεταφράσεις τους την πνευματική παρακαταθήκη του Βυζαντίου. Από την Τραπεζούντα ήταν και ο Γεώργιος Χρυσοκόκκης, ο οποίος επίσης τιμήθηκε με τον επίζηλο τίτλο του Ακτουαρίου. Ήταν μαθητής του Χιονιάδη και συνόδεψε τον δάσκαλό του στα ταξίδι της Περσίας. Άσκησε το επάγγελμα στην πατρίδα του, και εκτός από γιατρός ήταν και αστρονόμος. Έγραψε πολλά βιβλία διαφόρων επιστημονικών κλάδων, και κυρίως μαθηματικών και αστρονομίας. Ασχολήθηκε όμως και με τη διδακτική της γλώσσας των Περσών, όπως προκύπτει από τον τίτλο έργου του, στο οποίο όμως δήλωνε και την ιατρική του ιδιότητα. Ακόμα έγραψε και ταξιδιωτικό βιβλίο, για τους τόπους και τις πόλεις που γνώρισε. Τον ίδιο αιώνα συναντάμε και τον λόγιο Γεώργιο Χωνιάτη, από τη μεγάλη οικογένεια από τις Χώνες της Φρυγίας. Ο Χωνιάτης μετέφρασε το έργο «Αντίδοτοι εκ Περσίας κομισθείσαι και εξελληνισθείσαι παρά Χωνιάτου του Γεωργίου». Είναι πολύ πιθανόν ότι οι μεταφράσεις αυτές είναι οι πρώτες που έγιναν στην ελληνική γλώσσα κατευθείαν από τα περσικά. Προηγούμενες μεταφράσεις του μαγίστρου Συμεώνος Σηθ ή Σήθη (11ος αιώνας) είχαν γίνει από την αραβική μετάφραση των περσικών πρωτοτύπων.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΚΤΟΥΑΡΙΟΣ
Η λέξη «ακτουάριος» σημαίνει, μεταξύ άλλων, και τον αυτοκρατορικό γιατρό. Ο γιατρός Ιωάννης γιος του Ζαχαρία ονομάστηκε Ακτουάριος, καθώς υπηρέτησε στην αυλή δύο Παλαιολόγων: του Ανδρόνικου Β' (1282-1328) και του Ανδρόνικου Γ' (1328-1341). Και με αυτή την προσωνυμία πέρασε στην ιστορία της ιατρικής του Βυζαντίου. Ο Ιωάννης ο Ακτουάριος έζησε τον 13ο - 14ο αιώνα και διετέλεσε μαθητής του μοναχού και φιλοσόφου Ιωσήφ του Ρακενδύτη. Ο Ιωσήφ, που είναι ο συγγραφέας του σύνθετου έργου «Εγκυκλοπαιδεία», αρνήθηκε πολλές φορές τον πατριαρχικό θρόνο για να παραμείνει μοναχός. Ο Ιωάννης έζησε κατά την περίοδο της «Παλαιολόγειας Αναγέννησης», που χαρακτηρίστηκε από νέα στροφή προς την κλασική αρχαιότητα και από ανοίγματα στην τέχνη και τις καλλιτεχνικές αναζητήσεις. Ο ίδιος γνώριζε σε βάθος τα έργα του Γαληνού και άλλων αρχαίων συγγραφέων, τις γνώσεις των οποίων εμπλούτισε με δεδομένα από την αραβική ιατρική, με τα πορίσματα των επιστημόνων της Δυτικής Ευρώπης και με τις δικές του παρατηρήσεις. Οι τελευταίες αναφέρονται στους τομείς της ανατομικής και της φυσιολογίας, της φαρμακολογίας και της ιατρικής τεχνολογίας. Ειδικά για τις φαρμακολογικές του γνώσεις αναφέρεται ότι ο Ιωάννης ο Ακτουάριος εισήγαγε στη θεραπευτική τις ουσίες κάσσια, σέννη, μάνα, τον οπό γλυκόρριζας και τα «ψυκτικά» φάρμακα.
Το συγγραφικό έργο του Ιωάννη του Ακτουαρίου είναι πλούσιο και ενδιαφέρον. Τα βιβλία του επηρέασαν σημαντικά την εξέλιξη της ιατρικής στους Σκύθες, καθώς ο Βυζαντινός αυτοκράτορας με πρεσβευτή τον Αλέξιο Απόκαυκο εφοδίασε υγειονομικούς και αρμόδιες αρχές με αυτά. Τα έργα του Ιωάννη «Περί ενεργειών και παθών του ψυχικού πνεύματος», «Σύνταγμα περί ούρων» και «Περί διαγνώσεως» θα δούμε στη συνέχεια πιο αναλυτικά. Εκτός όμως από τα πιο πάνω, ο Ιωάννης έχει γράψει και άλλα βιβλία. Το «Περί ζώων φθαρτικών» αναφέρεται σε ζωικά είδη που προκαλούν φθορά, δηλαδή παθολογικές καταστάσεις στον άνθρωπο, όπως για παράδειγμα τα διάφορα είδη φιδιών, οι σκορπιοί, ζώα που δαγκώνουν κλπ. Το σύγγραμμα «Εις Γαληνόν περί θεραπευτικής μεθόδου» στηρίζεται στις πολύ καλές γνώσεις του συγγραφέα στο σύνολο του εκτενούς έργου του Γαληνού, του οποίου αναλύει τις απόψεις, τον τρόπο λήψης θεραπευτικών αποφάσεων και τα φαρμακολογικά πολυσύνθετα παρασκευάσματα που υποδείκνυε ο μεγάλος γιατρός της αρχαιότητας. Το «Περί σταθμών και χαρακτήρων αυτών και των μέτρων» στηρίζει τις προσπάθειες της εποχής για την αυστηρότερη τυποποίηση των μονάδων μέτρησης, κυρίως των φαρμακευτικών, για τη βελτίωση της σύνθεσης και τη δημιουργία σταθερών σκευασμάτων. Μεταξύ άλλων έργων του Ιωάννη του Ακτουαρίου αναφέρονται τα «Περί δυσουρίας», «Περί βαρών», «Περί φλεβοτομίας» και τα σχόλια στα συγγράμματα Αριστοτέλους «Περί φύσεως» και «Περί ζώων».
Στο βιβλίο του Ideler «Physici et medici Graeci minores» (Ι 1841 και ΙΙ 1842), δημοσιεύονται ορισμένα από τα έργα του Ιωάννη του Ακτουαρίου. Το «Περί ενεργειών και παθών του ψυχικού πνεύματος και της κατ’ αυτό διαίτης λόγοι δύο» είναι ένα εκτενές, εν μέρει φιλοσοφικό και εν μέρει ιατρικό βιβλίο. Ο συγγραφέας επιχειρεί πρώτα, συγκρίνοντας τις ιδιότητες των «αλόγων» (μη λογικών) ζώων και του έλλογου ανθρώπου, να υποστηρίξει ότι υπάρχει «εν ημίν θεία τις ουσία». Ουσιώδη επιχειρήματά του είναι ότι ο άνθρωπος με τη χρήση και την αξιοποίηση της διανοίας του μπορεί να επιβληθεί στο σύνολο των ζώων. Κρίνει ως σημαντική διαφορά την ύπαρξη ονείρων στον άνθρωπο, τον τρόπο λειτουργίας των οργάνων του σώματος, τη λειτουργία των αισθητηρίων, τη διάπλαση του εγκεφάλου, τη φαντασία που υπερβαίνει τα αισθητά και διάφορα άλλα στοιχεία που τα αποδίδει στην ψυχική δύναμη. Σε ιδιαίτερα κεφάλαια εξετάζει τα «Περί διαγνώσεως και θεραπείας των παθών» (παθολογικών καταστάσεων) της όρασης και των άλλων αισθητηρίων. Ασχολείται επίσης με τη διάγνωση και τη θεραπεία «των παθών κατά το φανταστικόν και μνημονευτικόν και λογιστικόν». Στο επιγραφόμενο «Λόγος δεύτερος» μέρος του βιβλίου, το οποίο είναι επίσης εκτεταμένο, ο συγγραφέας σχολιάζει σχετικά με την αιτιολογία, τη διάγνωση και τη θεραπεία διαφόρων παθήσεων του πεπτικού συστήματος και την επίδραση σ’ αυτές των τροφίμων: των σιτηρών, των λαχανικών, των φρούτων, του κρέατος από θηλαστικά, πουλιά ή ψάρια, του κρασιού, του λαδιού, του νερού, του γάλακτος, της ποσότητας της τροφής, του αριθμού των γευμάτων.
Στο «Περί ενεργειών και παθών του ψυχικού πνεύματος...» κλπ. ο Ιωάννης, συνεχίζοντας την ανάπτυξη του ιατροφιλοσοφικού κειμένου του, σχολιάζει την επίδραση στις παθήσεις (αλλά και στην υγεία) του ύπνου, της άσκησης και των λουτρών. Στη συνέχεια εξετάζει τις απεκκριτικές λειτουργίες του οργανισμού και τις διαταραχές τους, αλλά και το πώς επιδρά το «ψυχικόν πνεύμα» σε όλα τα πιο πάνω. Θεωρεί την ακριβή διάγνωση ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ασφαλή πρόγνωση: «Τω γαρ ακριβώς διαγιγνώσκοντι και το ασφαλώς εγγίνεται προγινώσκειν». Γι’ αυτό, όπως γράφει κλείνοντας το πρώτο βιβλίο, «Θεού διδόντος», θα μιλήσει σε ξεχωριστό κεφάλαιο για κάθε ένα διαγνωστικό στοιχείο: «τούτων έκαστον λελέξεται εν ιδίοις λόγοις». Στην ανάπτυξη των θεμάτων του ο Ακτουάριος συνεκτιμά και την παράμετρο του χρόνου. Επίσης, ασχολείται με τις παθήσεις του δέρματος, των αυτιών, της μύτης και του λάρυγγα. Το επόμενο έργο που θα σχολιάσουμε είναι «Τα περί ούρων του σοφώτατου Ακτουαρίου». Το βιβλίο χωρίζεται σε επτά λόγους (Λόγοι Α' έως Ζ') και είναι επίσης εκτεταμένο. Ο πρώτος λόγος έχει τον τίτλο «Περί διαφοράς ούρων» και αναφέρεται στη χρησιμότητα της εξέτασης των ούρων, στην έλλειψη μιας διεξοδικής ανάπτυξης του θέματος (ή, όπως θα λέγαμε σήμερα, σχετικής βιβλιογραφίας), στον τρόπο σχηματισμού των ούρων, στις διαφορές της σύστασής τους. Ειδικότερα αναφέρεται στις διαφορές του χρώματος, της πυκνότητας, του ιζήματος («υπόστασις»), ακόμα και των φυσαλίδων! Οι λόγοι Β' και Γ' έχουν ως γενικό αντικείμενο τα «περί διαγνώσεως ούρων», οι Δ' και Ε' έχουν τίτλο «Περί αιτίας ούρων» και οι ΣΤ' και Ζ' λόγοι αναφέρονται στα «περί προγνώσεως ούρων».
Ο Ideler δημοσιεύει επίσης έργο του Ιωάννη του Ακτουαρίου, το οποίο έχει τον τίτλο «Περί διαγνώσεως παθών» και διαιρείται σε δύο τμήματα. Αρχίζει με τη θεώρηση των γενικών γνώσεων του γιατρού, δηλαδή στοιχείων όπως η κράση, οι εσωτερικές δυνάμεις του οργανισμού, η υποδομή του γιατρού, ιδιαίτερα αναλύονται τα είδη του σφυγμού, ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, την εποχή του έτους, τη λήψη τροφής και ποτών, την επίδραση των συγκινήσεων. Στη συνέχεια ο συγγραφέας αναφέρεται στη συμβολή ποικίλων χαρακτηριστικών των ούρων στη διαγνωστική. Ο Ακτουάριος δίνει έμφαση στο βιβλίο του αυτό στη διαγνωστική των παθήσεων του εγκεφάλου, του νωτιαίου μυελού και των ψυχικών παθήσεων, όπως η μελαγχολία και άλλες καταστάσεις, όπως η σπάνια πάθηση λυκανθρωπία, οι εφιάλτες και άλλα σπάνια σύνδρομα. Ακολουθεί η διάγνωση των παθήσεων του θώρακα και των πνευμόνων, των παθήσεων του στομάχου με έμφαση στους εμέτους και την αιματέμεση, των παθήσεων του εντέρου και του ορθού, των παρασιτώσεων. Ο Ακτουάριος αφιερώνει ειδικό κεφάλαιο στη διαγνωστική των παθήσεων του γεννητικού συστήματος. Ασχολείται ιδιαίτερα με τη γονόρροια, τον πριαπισμό, την πάρεση του γεννητικού μορίου. Ακόμα αναφέρεται στις παθήσεις των νεφρών και τους κωλικούς, καθώς και στις παθήσεις της μήτρας. Στο δεύτερο βιβλίο επανέρχεται στα ζητήματα των πυρετών, ενώ αναπτύσσει τα σχετικά με τα λοιμώδη και επιδημικά νοσήματα, τη χοιράδωση (φυματιώδης αδενίτιδα), τις παρασιτώσεις, τον καρκίνο και τον «σκίρρο».

27/10/10

Βυζαντινή Ιατρική (13ος αιώνας) [125]

ΝΙΚΟΦΟΡΟΣ ΒΛΕΜΜΥΔΗΣ
Από τους διαπρεπείς πνευματικούς ανθρώπους του 13ου αιώνα, ο Νικηφόρος Βλεμμύδης γεννήθηκε το 1197 στην Κωνσταντινούπολη. Ο πατέρας του ασκούσε το επάγγελμα του γιατρού. Σε μικρή ηλικία ο Βλεμμύδης έφυγε με την οικογένειά του από την Κωνσταντινούπολη, όταν οι σταυροφόροι κατέλαβαν την περιοχή (1204). Η οικογένεια εγκαταστάθηκε αρχικά στην Προύσσα, μετά στην Έφεσο και διαδοχικά σε άλλες πόλεις, όπως η Σμύρνη και η Σκάφανδρος. Σε κάθε μια από τις πόλεις αυτές ο Βλεμμύδης μαθήτευσε σε διαπρεπείς δασκάλους. Διδάχτηκε Λογική, Γραμματική, Ρητορική, Φιλοσοφία, Αριθμητική, Γεωμετρία, Αστρονομία, Οπτική κ.α. Διδάχτηκε επίσης την Ιατρική. Απέκτησε, δηλαδή, μια γενική παιδεία, φιλοσοφική και πολυεπιστημονική, όπως συνηθιζόταν εκείνα τα χρόνια. Ο Βλεμμύδης άσκησε επαγγελματικά την ιατρική για 7 χρόνια. Όπως γράφει ο ίδιος, για την ενασχόλησή του αυτή «πατρική γαρ άσκησις η τέχνη (ιατρική), καμοί σύντροφος άχρις ετών επτά περατώσεως». Το 1223 χειροτονήθηκε διάκονος, ενώ το 1235 εγκαταστάθηκε σε μοναστήρι στην Έφεσο. Λόγω της ευρείας μόρφωσής του και στη Θεολογία, πήρε μέρος σε συζητήσεις για την ένωση υπεραμυνόμενος για λογαριασμό των Βυζαντινών των ορθοδόξων δογμάτων. Σε μεταγενέστερη φάση του διαχριστιανικού διαλόγου, ο Λέων Αλλάτιος (1588-1669) τον κατηγόρησε ως «λατινόφρονα». Ο Δ.Δ. Μάγνης γράφει ότι ο Βλεμμύδης ήταν «ένθερμος ζηλωτής των ημετέρων δογμάτων, μ’ όλον ότι ο Αλλάτιος λέγει ότι αυτός ύστερον ελατινοφρόνησε, πλην ο μάρτυς δεν είναι πανταχού πιστός».
Ο πολυεπιστήμονας και ιατροφιλόσοφος Βλεμμύδης άφησε σημαντικό σε ποσότητα και περιεχόμενο γραπτό έργο. Μεταξύ όσων έγραψε περιλαμβάνονται «Επιτομή Λογικής», «Επιτομή Φυσικής», θεολογικά δογματικά βιβλία, ακολουθίες αγίων, ποιήματα, επιστολές κ.α. Έγραψε επίσης χημικές, φυσικές κι ιατρικές πραγματείες. Από τις τελευταίες θα παραθέσουμε ορισμένα χαρακτηριστικά δείγματα, ώστε να εκτιμηθεί το επίπεδο γνώσεων της εποχής, αλλά και η συγγραφική δεινότητα του Νικηφόρου Βλεμμύδη. Το 1947 ο Αριστοτέλης Π. Κούζης δημοσίευσε στα «Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών» και με σχόλια στη γαλλική γλώσσα «Τα ιατρικά έργα του Νικηφόρου Βλεμμύδη κατά τους υπάρχοντας κώδικες». Από κώδικα της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Βιέννης, ο Κούζης μεταφέρει το έργο που φέρει τον τίτλο «Του σοφωτάτου και λογιωτάτου κυρού Νικηφόρου του Βλεμμύδη (sic), είδησις των ιατρικών μέτρων». Στο κείμενό του αυτό ο συγγραφέας καταγράφει τις ιατρικές μονάδες μέτρησης, χρήσιμες τόσο για την τυποποίηση της παρασκευής φαρμάκων όσο και για την ορθή δοσολογία των θεραπειών. «Το ιταλικόν κεράμιον έχει λίτρας δύο [μέλιτος] / Χους λίτρας θ' (εννέα), [οίνου] λίτρας ι', [μέλιτος] λίτρας ιγς'...». Αναφέρει ακόμα τις μονάδες μέτρησης ξέστης, κοτύλη, μέγα μύστρον, οξύβαρον, μικρόν μύστρον, λίτρα, δραχμή, γραμμάριον, μνα, οβολός, χαλκούς κλπ. Οι μονάδες αυτές μέτρησης φαρμακευτικών υλών έπαιρναν την ονομασία τους από τον περιέκτη, για παράδειγμα η «κοτύλη» (κύπελλο) ήταν μέτρο υγρών που ισοδυναμούσε με 6 κυάθους (φλιτζανάκια). Το «μύστρον» ήταν ένα είδος κουταλιού, το «κεράμιον» πήλινο (κεραμιδένιο) αγγείο. Ο «χους» ισοδυναμούσε με 6 «κοτύλες», ενώ η «λίτρα» ισοδυναμούσε με μια ιταλική «κοτύλη» κοκ.
Ορισμένα από τα ιατρικά έργα του Βλεμμύδη τα γράφει με προσωδία και μάλιστα σ’ αυτά ακολουθεί καθιερωμένους εκκλησιαστικούς ρυθμούς. Υπάρχει για παράδειγμα το έργο «Κανών εις τας κρίσεις των αιμάτων της φλεβοτομίας των ασθενών», αποτελούμενος από τέσσερα τροπάρια που ψάλλονται στον ήχο άλλων γνωστών εκκλησιαστικών ύμνων. Όταν τρέχει μαύρο αίμα κατά τη φλεβοτομία, ακολουθεί ρίγος, γράφει μεταξύ άλλων ο Βλεμμύδης στα τροπάριά του. Όταν το χρώμα είναι βένετον (γαλάζιο), η ζωή δεν θα ξεπεράσει τους 6 ή 12 μήνες, ενώ «αίμα καταπράσινον φανέν [] μηνύει προδήλως θάνατον». Παραθέτουμε το τέταρτο από τα τροπάρια: «Έμαθες τα αίματα ως εν συντόμω. Λοιπόν αγωνίζου και σπούδαζε και φίλει τους πόνους, δίωξον τον ύπνον δε και ραθυμίαν αισχρόν και σέβου τον Θεόν, τρέμε κρίσιν, βίωσον αμέμπτως, μιμνήσκου ταύτα και Βλεμμύδου του ποιήσαντος». Δηλαδή, «έμαθες σε συντομία [τα σχετικά με] τα αίματα [της φλεβοτομίας]. Να αγωνίζεσαι λοιπόν και να σπουδάζεις και να αγαπάς τον κόπο, να διώχνεις τον ύπνο και την αισχρή τεμπελιά και να σέβεσαι τον Θεό φοβούμενος την κρίση του. Ζήσε αψεγάδιαστα, να τα θυμάσαι αυτά και τον Βλεμμύδη που τα έγραψε». Μια άλλη εργασία που περιέχεται στον ελληνικό κώδικα της Βιέννης με αριθμό 45 της Εθνικής Βιβλιοθήκης ονομάζεται «Κανών εις τας κρίσεις των υαλίων των δέκα τριών, των θεωρουμένων επί ταις των ανθρώπων ασθενείαις, αλλά δη και εις τας διαγνώσεις αυτών πάνυ αναγκαιότατα». Ας δούμε αναλυτικότερα και αυτό τον «Κανόνα».
Το έργο αναφέρεται στα 13 γυάλινα φιαλίδια ή σωληνίσκους της ουροσκοπίας με προτυποποιημένα χρώματα, των οποίων η σύγκριση προς τα ούρα του αρρώστου έδινε τη διάγνωση και την πρόγνωση της νόσου. Ο «Κανών» απαρτίζεται από τρία τροπάρια σχετιζόμενα με τη διάγνωση, που ψάλλονται στον ήχο Α', κατά το πρότυπο του τροπαρίου «Των ουρανίων ταγμάτων...». «Μάθε», λέει ο Βλεμμύδης, «τα 13 γυάλινα [δοχεία] για τους ασθενείς. Το πρώτο είναι το λευκό [μάλλον εννοεί το διαφανές;], που το ακολουθεί το ξανθό και το τρίτο που ροδίζει. Ξέρε ότι το τέταρτο είναι ρούσιο (ξανθοκόκκινο) και το πέμπτο σαν το αίμα, το δε έκτο έχει ολοκρόκινο χρώμα...». Στο δεύτερο και το τρίτο τροπάριο ολοκληρώνει την περιγραφή των γυάλινων δοχείων της ουροσκοπίας, καταλήγοντας: «Αλλά πονήσας [αφού κουραστείς] λοιπόν μάθε ενταύθα τουτωνί και την διάγνωσιν». Στις εννέα «Ωδές» που ακολουθούν, ο Βλεμμύδης αναφέρεται στο νόσημα που προκαλεί κάθε συγκεκριμένο χρώμα ούρων, στη θεραπεία και την πρόγνωσή του. Παραθέτουμε μικρό απόσπασμα από την ωδή Η', που ψάλλεται στη βάση του τροπαρίου «Τον εν καμίνω του πυρός»: «Ώσπερ το ύδωρ καθαρόν το ένατον εστίν, αν γουν επάνω ωσεί έλαιον έχη, εις δε τον πάτον αυτού ουκ άνω, ου κάτω υπόστασιν, ήπαρ του νοσούντος και στόμαχος ο πάσχων». Άλλο προγνωστικό, από την ωδή Θ': «Το γαλακτώδες δε ούρον πήκτωμα έχον εξ όλου, θάνατον μάθε σημαίνει εξ άπαντος τω αρρώστω, το βορβορώδες δε όζον, θανάτου σημείον ίσθι». Αν και σήμερα όλα αυτά χαρακτηρίζονται αφελή, την εποχή εκείνη είχαν μεγάλο κύρος: η εργασία αυτή εκτός από τον κώδικα 45 της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Βιέννης βρέθηκε τουλάχιστον σε άλλους επτά, στο Παρίσι, το Βερολίνο, τη Βιέννη και την Αθήνα.
Στον ελληνικό κώδικα της Βιέννης περιλαμβάνεται και η εργασία «Έτερον του αυτού Βλεμμύδου περί ιατρικής διδασκαλίας». Είναι γραμμένη σε πεζό λόγο και περιέχει οδηγίες για την αντιμετώπιση νοσημάτων και παθολογικών καταστάσεων. Αναφέρεται σε μεγάλη ποικιλία παθήσεων, όπως το ημίκρανον (ημικρανία), οι λειχήνες, η ψώρα, η λέπρα, ο τριταίος πυρετός, η δυσουρία, η υδρωπικία (ασκίτης), η κεφαλαλγία, η τριχόπτωση, οι ρευματισμοί, ο πονόλαιμος κλπ. Ο Βλεμμύδης αναφέρει θεραπευτικά μέτρα για συνολικά 230 παθολογικές καταστάσεις. Από τα αναφερόμενα σκευάσματα, άλλα είναι για εσωτερική λήψη και άλλα για εξωτερική, όπως αλοιφές ή επιθέματα, σάπωνες κλπ. Για το «ημίκρανον» η συνταγή προβλέπει: «κοπάνισον ψίχας άρτου και ένωσον ταύτας μετά χολής βοϊδιού και όξους και άλειφε έθα πονείς και ιαθής». Για τη λέπρα συνιστά: «τρίψον καρπίν και ένωσον με το υγρόπισσον και άλειφε την λέπραν». Για την ψώρα η συνταγή προβλέπει τριμμένο «λιθάργυρον και ρούδιμ και αψίνθιν και συρικούν και υγρόπισσαν και οξίδιν και άλειφε την ψώραν». Για τη θεραπεία από νυκτερινή ενούρηση, δηλαδή για «τους ουρούντας εν κραββάτω», συνιστά: «Ερίφου φύσαλα δος φαγείν, υποκάτω του κραββάτου καμήλας μαλλί βαλών εις το κουρτζουδάκιν του και ιαθεί Θεού θέλοντος». Για τις αιμορροΐδες («εξοχάδας») ο Βλεμμύδης συνιστά επάλειψη («επίχρισμα») αλόης με νερό. Έχει όμως και συνταγές που ξεφεύγουν από την καθαρή ιατρική και εμπίπτουν στη μεταφυσική - θεουργικά ιατρική. Έτσι περιλαμβάνει στο έργο του τρόπους «εις το λύσαι άνδρα δεδεμένον», δηλαδή πάσχοντα από ψυχογενή ανικανότητα, την οποία θεράπευε με ευχές, όπως η ακόλουθη: «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, καθώς ο [] Χριστός έλυσε τας οδύνας των πεπεδημένων, λυτός ο ουρανός, λυτή η γη...» κλπ.

ΜΑΞΙΜΟΣ ΠΛΑΝΟΥΔΗΣ
«Γραμματικός» και αργότερα μοναχός, ο Μάξιμος Πλανούδης ασχολήθηκε με την ιατρική, όπως και με τα μαθηματικά, τη φυσική, την αστρονομία κ.α., στα πλαίσια της οικουμενικής παιδείας που χαρακτήριζε το πνεύμα της περιόδου που έμεινε γνωστή ως «Παλαιολόγεια Αναγέννηση». Γεννημένος στη Νικομήδεια της Βιθυνίας το 1255, εκλέγεται το 1280, σε ηλικία 25 ετών, διδάσκαλος στη Σχολή της Νέας Μονής (Χώρα) στην Κωνσταντινούπολη. Ως «πεπαιδευμένος» άνδρας και θεολόγος υποστήριξε, μετέχοντας στις επιτροπές του διαχριστιανικού διαλόγου, την ενωτική πολιτική του Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου (1259-1282), για να ασκήσει στη συνέχεια ανθενωτική πολιτική την περίοδο της βασιλείας του Ανδρόνικου Β' Παλαιολόγου (1282-1326). Έως το 1305, οπότε και πέθανε σε ηλικία 50 ετών, ο Μάξιμος Πλανούδης έγραψε πολλά βιβλία γραμματολογικά και θεολογικά, σχολίασε αρχαίους συγγραφείς, συγκρότησε ανθολογία 2.400 επιγραμμάτων και συλλογές κειμένων αρχαίων συγγραφέων, εξέδωσε με πλούσια σχόλια βιβλία παλαιότερων, έγραψε βιογραφίες (όπως του Αισώπου), μετέφρασε Λατίνους συγγραφείς κλπ. Σχολίασε όμως και επιστημονικά συγγράμματα αστρονομίας, μαθηματικών και ιατρικής. Το 1842 ο Ideler, στο σημαντικότατο για την αρχαία ελληνική και τη βυζαντινή γραμματεία έργο του «Physici et medici Graeci minores», δημοσιεύει και το κείμενο «Του σοφωτάτου κυρίου Μαξίμου του Πλανούδη περί των υελίων πασών των ασθενειών των εν τοις ανθρώποις επερχομένων στίχοι». Το σύντομο αυτό έργο διαιρείται σε 43 παραγράφους που ασχολούνται με τα 13 «υέλια» της ουροσκοπίας. Θα το εξετάσουμε αναλυτικότερα.
Το έργο του Πλανούδη, το οποίο δημοσιεύει ο Ideler, στις τρεις πρώτες παραγράφους αναφέρει τις διάφορες χροιές των ούρων, καθεμιά από τις οποίες αντιστοιχεί σε ορισμένες παθήσεις. Οι αναφερόμενες στο κείμενο χροιές των «υελίων» ονομάζονται ως ακολούθως: λευκόν, ξανθόν, ροδινίζον (ρούσιον), αίμα καθάπερ (με το χρώμα του αίματος), πυρώδες, κρόκινον, ως κίτρον, μέλαν, άσπρον ώσπερ και το ύδωρ (δηλαδή διάφανο - άχρωμο), υπόλευκον συν τρυγία (με ίζημα), τεθολούμενον, μίγμα πεφυρμένον, βούρκος δύσωχρον. Βεβαίως, δεν πρόκειται για τη μόνη εκδοχή του ουροσκοπικού έργου του Μαξίμου Πλανούδη. Το έργο έχει διασωθεί και σε άλλους κώδικες, με παραλλαγές του κειμένου οφειλόμενες στους συγγραφείς-διασκευαστές. Το χειρόγραφο 1481 της Εθνικής Βιβλιοθήκης Αθηνών περιέχει κείμενο σε πεζό λόγο, το οποίο φέρεται με το όνομα του Πλανούδη. Το έργο τιτλοφορείται «Διάγνωσις υαλίων του ούρου, περί τε χρωμάτων και υποστάσεων αυτών, αιτιών όθεν συνέβη και εφεξής θεραπεία αυτών εκτεθείσα υπό του σοφωτάτου και λογιωτάτου Μαξίμου μοναχού του Πλανούδη». Ο τίτλος περιγράφει και το περιεχόμενο του βιβλίου, καθώς συσχετίζει το χρώμα και το ίζημα των ούρων με την πάθηση που τα προκαλεί και την προτεινόμενη θεραπεία. Τυπικό παράδειγμα: «Το λευκόν υάλιον δηλοί ψυχρότητα και πόνον νεφρών και ράχης. Βάλε λοιπόν μαραθρόρριζαν και θρυμβόξυλα και άλλα τινά έχοντα δύναμιν δραστικήν ήτοι θερμήν και ποίει κλυστήρια τω νοσούντι, άλειψον δε αυτόν και νάρδου, είναι καλόν χαμαιμηλέλαιον και ει τι άλλο θερμόν».

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΕΠΑΓΩΜΕΝΟΣ
Ο γιατρός Δημήτριος ο Παπαγωμένος είναι ένα από τα γνωστά πρόσωπα του 13ου αιώνα, καθώς διετέλεσε αρχίατρος του Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου και συγγραφέας βιβλίων που διασώθηκαν. Τα έργα του αυτά, μάλιστα, ευτύχησαν να μεταφραστούν στη λατινική γλώσσα, που ήταν σε χρήση από τους επιστήμονες σε ολόκληρο το χώρο της Δυτικής Ευρώπης κατά τους μεσαιωνικούς αιώνες. Τόσο το πρωτότυπο κείμενο όσο και η λατινική μετάφραση εκδόθηκαν και με τη μέθοδο της τυπογραφίας, ήδη από τα μέσα του 16ου αιώνα. Εκτός από το ιατρικό του σύγγραμμα, το οποίο θα δούμε αναλυτικότερα, ο Δημήτριος έγραψε και «Κυνοσόφιον» και «Ιερακοσόφιον», αναφερόμενα στη φροντίδα και την εκπαίδευση των αναφερομένων, αντιστοίχως, ζώων. Το 1971 εκδόθηκε και ανέκδοτη ως τότε μονωδία του αφιερωμένη στη δέσποινα Κλεόπη Παλαιολογίνα. Κομβικό σημείο στη ζωή του Δημητρίου Πεπαγωμένου ήταν η ανάθεση σ’ αυτόν από τον Μιχαήλ Η' τον Παλαιολόγο της συγγραφής βιβλίου, που θα ανασκοπούσε τις γνώσεις τις σχετικές με την ποδάγρα. Είναι πιθανόν ότι πίσω από αυτό το ενδιαφέρον του Μιχαήλ υπήρχε και προσωπικό κίνητρο, ότι δηλαδή και ο ίδιος έπασχε από ποδάγρα. Ο Μιχαήλ, γιος του μεγάλου δομέστικου της αυτοκρατορίας της Νικαίας, αποδείχθηκε ιδιαίτερα ικανός, καθώς όχι μόνο πέτυχε να γίνει κύριος του βυζαντινού θρόνου (1259 ή 1261 έως 1281 ή 1282), αλλά μπόρεσε και να επιβάλει τους Παλαιολόγους ως δυναστεία μέχρι το τέλος της αυτοκρατορίας (1453), με τελευταίο τον τραγικό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ' τον Παλαιολόγο.
Το νόσημα της ποδάγρας είναι, βεβαίως, η ουρική αρθρίτιδα με τη χαρακτηριστική κλινική εικόνα, αλλά πιθανότατα όχι μόνον αυτή. Είναι πιθανόν ότι με αυτόν τον γενικό όρο νοούνται και άλλοι τύποι αρθρίτιδων και συστηματικά νοσήματα, τα οποία δίνουν εκδηλώσεις και από τις αρθρώσεις. Για την ποδάγρα, εκτός από το σύνολο των γιατρών της αρχαιότητας, έγραψαν κι οι Βυζαντινοί γιατροί Ορειβάσιος (4ος αιώνας), Αλέξανδρος ο Τραλλιανός, Αέτιος ο Αμιδηνός και ο Παύλος ο Νικαίος (6ος αιώνας), ο Μιχαήλ Ψελλός και ο Αρεταίος ο Καππαδόκης (11ος αιώνας) και άλλοι. Οι γνώσεις του Δημητρίου είναι βεβαίως εκείνες της εποχής του. Για την πρόληψη της νόσου συνιστά τον περιορισμό της πολυφαγίας και της πόσης, αλλά και γενικότερα τακτική ζωή χωρίς ακρότητες και υπερβολές. Για τη θεραπεία συνιστά την πρόκληση εμέτων, τη χορήγηση καθαρκτικών, αφαιμάξεις με φλεβοτομία και εξωτερικά επιθέματα. Το σκεπτικό των θεραπειών είναι ότι με διάφορους τρόπους πρέπει να γίνει η κάθαρση του οργανισμού από το χυμό που πλεονάζει, ώστε με την αποκατάσταση της ισορροπίας να θεραπευθεί η νόσος. Είναι η κλασική ερμηνεία για την αιτιοπαθογένεση των νοσημάτων, σύμφωνα με το ιπποκρατικό δόγμα περί χυμών. Ο Δημήτριος Πεπαγωμένος σε διάφορα σημεία του κειμένου αποδεικνύεται ορθολογιστής. Γράφει σε κάποιο σημείο ότι «ο γαρ άριστα διαγνούς άριστα και θεραπεύει» και, βεβαίως, είναι σαφές ότι η ορθή θεραπεία προϋποθέτει ακριβή και τεκμηριωμένη διάγνωση. Σε άλλο σημείο γράφει ότι για την πρόληψη της νόσου είναι εύκολο να δοθούν σαφείς και σωστές οδηγίες, η τήρησή τους όμως είναι πραγματικά δύσκολη: «ευκόλως μεν και αληθώς λεγόμενα, δυσκόλως δε και δεινώς πραττόμενα».
Ας δούμε όμως και κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το «Σύνταγμα περί ποδάγρας» του Δημητρίου Πεπαγωμένου. Ο συγγραφέας, αρχίζοντας το κείμενό του, αναφέρεται στην ανάθεση της εκπόνησης του βιβλίου από τον Μιχαήλ Παλαιολόγο: «μου όρισε ο πανίσχυρος και άγιος αυθέντης μας και βασιλέας να ασχοληθώ γραπτώς με τη νόσο ποδάγρα και να γνωστοποιήσω πόσα πρέπει να κάνει κάποιος για την πρόληψη της νόσου, τόσο με τη δίαιτα όσο και με τα φάρμακα και με τα τοπικά επιθέματα, αλλά και να καταγράψω επίσης όσα πρέπει να γίνονται για την αντιμετώπιση της νόσου όταν εκδηλωθεί, τόσο κατά την πρώτη προσβολή του νοσήματος (όσο και) κατά την εξέλιξη, την κορύφωση και την αποδρομή...». Ανάμεσα στις ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις που καταγράφει ο Δημήτριος είναι ότι η νόσος μπορεί να οφείλεται τόσο σε εσωτερικά στοιχεία, δηλαδή σε κάποια ενδογενή διαταραχή του μεταβολισμού, όσο και σε εξωτερικά αίτια, για παράδειγμα στη διατροφή. «Τόσο δε εξοικειώνεται αυτή η πάθηση», γράφει, «ώστε μεταβιβάζεται και σε επόμενες γενεές, αν δεν κάνουν επανόρθωση με ασφαλή διατροφή και συχνά καθάρσια που θα γίνονται με λογική. Επειδή και η πρωταρχική παθογένεση του νοσήματος αυτού, όταν δεν έχει μεταβιβαστεί από τους απογόνους, οφείλεται στην πολυφαγία και την κακή διατροφή». Όσο για τη θεραπεία, και πάλι πιστεύει στη σωστή διατροφή και στις καθάρσεις: «φημί δε ταύτα πάντα κενώσεως δείται. ‘Όσα γαρ’, φησίν Ιπποκράτης, ‘πλησμονή τίκτει, κένωσις ιήται αυτή γαρ και προ του γενέσθαι ταύτην κωλύει και μετά το γενέσθαι ιάται’...». Το έργο του Πεπαγωμένου που απαρτίζεται από ΜΣΤ' (46) κεφάλαια, τελειώνει με την επίκληση της «άνωθεν βοηθείας», ώστε όσα θα εφαρμοστούν να οδηγήσουν σε βοήθεια του αρρώστου.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΥΡΕΨΟΣ
Ο Νικόλαος ο Μυρεψός είναι εξέχουσα προσωπικότητα της θεραπευτικής τέχνης κατά τον 13ο αιώνα. Το προσωνύμιο Μυρεψός σημαίνει μυροποιός και δηλώνει τον επαγγελματία που παρασκευάζει και πουλάει μύρα - αρώματα. Άλλωστε η λέξη «μυρεψός» παράγεται με σύνθεση των λέξεων «μύρον» και «έψω» (ψήνω). Εκτός από τα αρώματα, οι μυρεψοί παρασκεύαζαν και άλλα αρωματικά είδη και φάρμακα. Η έννοια δηλαδή του μυρεψού επεκτείνεται και στον φαρμακοποιό. Μυρεψούς διαθέτει ακόμα το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης για την παρασκευή, κατά το αρχαίο τυπικό, του Άγιου Μύρου, το οποίο έχει απολύτως καθορισμένη σύνθεση υλικών και διαδικασίες παρασκευής. Οι λεπτομέρειες αναφέρονται ακόμα και στα υλικά που θα μπουν στη φωτιά για το ψήσιμο του Μύρου. Των μυρεψών προΐσταται ο Άρχων Μέγας Μυρεψός. Ο Νικόλαος ο Μυρεψός ήταν γιατρός του Βυζαντινού αυτοκράτορα της Νίκαιας Ιωάννη Γ' Δούκα του Βατάτζη (1222-1254 ή 1255) και της βασίλισσας Ειρήνης της Νίκαιας (Βιθυνία Μ. Ασίας). Ο Νικόλαος είχε επίσης τις προσωνυμίες Ακτουάριος, που σημαίνει την ιδιότητα του γιατρού της αυτοκρατορικής αυλής, και Αλεξανδρινός, από τον τόπο όπου γεννήθηκε (1200;). Για τη σύγχυση που κατά περίπτωση δημιουργείται με τον Νικόλαο Πραιπόζιτο, έχουμε αναφερθεί σε άλλο σημείο. Το κύριο έργο του Νικολάου του Μυρεψού είναι το επονομαζόμενο «Δυναμερόν», που περιέχει συνταγές με διάφορα φαρμακοτεχνικά σκευάσματα για τις κοινές παθήσεις, και αντιδοτάριο, με φάρμακα που αναιρούν τη δράση δηλητηρίων. Θα εξετάσουμε όμως αναλυτικότερα το «Δυναμερόν».
Το έργο ζωής του Νικόλαου Μυρεψού με τον ασυνήθιστο τίτλο «Δυναμερόν» διαρθρώνεται σε 48 κεφάλαια που περιέχουν 2.656 συνταγές, οι οποίες κατατάσσονται ανάλογα με τη φαρμακοτεχνική μορφή των σκευασμάτων ή ανάλογα με τη δράση τους. Η συγγραφή ακολούθησε το ίδιο σύστημα με το «Αντιδοτάριον» της ιατρικής σχολής του Σαλέρνο. Το έργο μεταφράστηκε στα λατινικά και διαδόθηκε ευρύτατα στη Δύση, όπου, για αιώνες, αποτέλεσε το βασικό βιβλιογραφικό βοήθημα στο αντικείμενο της φαρμακολογίας σε όλες τις πανεπιστημιακές σχολές. Το «Δυναμερόν» αποτελούσε μέχρι τον 18ο αιώνα την επίσημη Φαρμακοποιία της Γαλλίας, ενώ μεγάλα μέρη του περιέχονταν σε Φαρμακοποιίες άλλων χωρών. Κατά τον Εμμ. Εμμανουήλ, η πιο αξιόπιστη έκδοση του βιβλίου του Νικόλαου είναι εκείνη του Leonhardo Fuchsio, ο οποίος ήταν γιατρός και καθηγητής στην Τυβίγγη (Tübingen). Η έκδοση του Fuchsio έγινε από πλήρες και επιμελημένο χειρόγραφο, τη δε λατινική μετάφραση έκανε ο ίδιος, ο οποίος επίσης έγραψε σχόλια και επιμελήθηκε την εικονογράφηση. Η μετάφραση του Fuchsio φέρεται με εκτενή περιγραφικό τίτλο, ο οποίος περιλαμβάνει 58 λέξεις, με πληροφορίες για το βιβλίο, τη διαίρεσή του, τον μεταφραστή και επιμελητή της έκδοσης (που έγινε στη Βασιλεία το 1549) και άλλες πληροφορίες. Οι πρώτοι στίχοι του μακροσκελούς τίτλου είναι «Nicolai Myrepsi Alexandrini Medicamentorum opus, in sectiones quadraginta osto digestim...», δηλαδή «Νικολάου Μυρεψού του Αλεξανδρινού Περί φαρμάκων έργον διηρημένον εις τμήματα τεσσαράκοντα οκτώ...» κλπ. Αλλά θα προχωρήσουμε και στην εσωτερική διάταξη της ύλης του βιβλίου.
Μεταξύ των 48 κατηγοριών φαρμάκων που περιλαμβάνει το «Δυναμερόν» βρίσκονται πολλές και διάφορες φαρμακοτεχνικές μορφές, όπως αλοιφές, σιρόπια, φάρμακα για τοπικά επιθέματα, έμπλαστρα, υπόθετα. Κι ακόμα εκλείγματα (μαντζούνια), αρώματα, κολλύρια, καταπλάσματα, τροχίσκοι, θεραπευτικοί οίνοι, φαρμακευτικοί σάπωνες, υπογλώσσια δισκία κλπ. Άλλα κεφάλαια δεν αναφέρονται σε ειδικές φαρμακοτεχνικές μορφές, αλλά σε σκευάσματα για συγκεκριμένη ένδειξη. Υπάρχουν για παράδειγμα κεφάλαια για φάρμακα «βηχικά» (αντιβηχικά), άλλα με ένδειξη τις «γυναικείες» (γυναικολογικές) παθήσεις, άλλα για νοσήματα του στομάχου, ανθελμινθικά, κατά της ημικρανίας, καθαρτικά, κατά των ραγάδων των χειλιών (συγχειλίτιδα), κατά των χοιράδων (φυματιώδης αδενίτιδα), για την ελονοσία, για ωταλγίες κλπ. Υπάρχουν πολλές έντυπες μορφές του «Δυναμερού». Ο Β. Πελεκούδας (1984) καταγράφει εννέα εκδόσεις κατά τον 15ο και ένδεκα εκδόσεις τον 16ο αιώνα. Πολλοί είναι οι σωζόμενοι χειρόγραφοι κώδικες. Μεταξύ αυτών υπάρχουν τουλάχιστον δύο στην Ελλάδα. Ο ένας διασώζεται στη Μονή της Λαύρας στον Άθω και ο δεύτερος («κολοβός», δηλαδή χωρίς τις τελευταίες σελίδες του) στην Εθνική Βιβλιοθήκη (Αθήνα). Άλλοι κώδικες, εκτός Ελλάδος, έχουν διασωθεί και φυλάσσονται στα αρχεία των Βιβλιοθηκών στο Βερολίνο, την Οξφόρδη, το Εσκοριάλ, το Παρίσι, πιθανώς και αλλού. Ιδιαίτερου καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος είναι ο εικονογραφημένος κώδικας της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας (Παρίσι). Μεταξύ των εικόνων που περιλαμβάνει, υπάρχουν δύο ιδιαίτερα γνωστές που θα τις περιγράψουμε.
Το εξώφυλλο του Παρισινού κώδικα του «Δυναμερού» είναι χωρισμένο σε δύο οριζόντια επίπεδα. Το άνω επίπεδο απεικονίζει στην κορυφή το Άγιο Πνεύμα, κάτω από αυτό τον ένθρονο Χριστό, στα δεξιά του τη Θεοτόκο και στα αριστερά τον Ιωάννη τον Πρόδρομα, και τους δύο πλαισιωμένους από αγγέλους. Ο ιατρός, δηλαδή, αναγνωρίζει κατά την εικόνα του εξωφύλλου ότι η θεραπεία προέρχεται από φώτιση του Αγίου Πνεύματος και ότι η αποτελεσματικότητά της προϋποθέτει τη βοήθεια της Θεοτόκου και των Αγίων. Το δεύτερο, κάτω επίπεδο της εικόνας, παρουσιάζει τον Μυρεψό (γιατρός) ο οποίος είναι όρθιος, ενώ πίσω του βρίσκεται το κάθισμά του. Στο αριστερό χέρι κρατάει ανασηκωμένο για την εξέταση, γυάλινο δοχείο με τα ούρα του ασθενούς («ουροσκοπία»). Μπροστά από τον γιατρό βρίσκεται ασθενής με γυμνό το άνω μέρος του σώματός του, στο οποίο διακρίνεται αδρό εξάνθημα. Ο ασθενής στηρίζεται σε δύο βακτηρίες (πατερίτσες). Δίπλα στον ασθενή στέκεται άλλο άτομο, πιθανότατα συνεργάτης του γιατρού, που κρατάει δοχείο το οποίο περιέχει φάρμακα. Καθισμένη στο δάπεδο, πίσω από τον βοηθό, βρίσκεται γυναίκα με παιδί στην αγκαλιά, η οποία κάνει το σημείο του Σταυρού, πιθανώς για την ίαση του παιδιού. Αμέσως πίσω της βρίσκεται άλλο πρόσωπο, κι αυτό συνεργάτης του γιατρού, αν κρίνουμε από τον ίδιο τύπο σκούφου, τον οποίον έχουν στο κεφάλι ο γιατρός και οι συνεργάτες του. Πίσω από τον δεύτερο συνεργάτη είναι καθισμένο σε σκαμνί νεώτερο άτομο, το οποίο ανακατεύει προς παρασκευή φάρμακα σε ειδικό σκεύος. Τέλος, στο αριστερό άκρο της εικόνας, υπάρχουν τρία ράφια, στα οποία είναι τοποθετημένα φαρμακευτικά βάζα και φιαλίδια. Η εικόνα θα μπορούσε να αντιστοιχεί σε ιατρείο ξενώνα (νοσοκομείου) με αγιογραφία στο άνω μέρος του τοίχου.
Στην πρώτη εσωτερική σελίδα του ίδιου Παρισινού κώδικα με το έργο «Δυναμερόν» υπάρχει και άλλη εικόνα με ιδιαίτερο αισθητικό κάλλος και πραγματολογικό ενδιαφέρον. Η σελίδα αρχίζει με το όνομα του συγγραφέα στο άνω μέρος της, ενώ κάτω από αυτό αναγράφεται η φράση «Αρχή συν Θεώ Αγίω των αντιδότων του πρώτου στοιχείου του άλφα». Κάτω από την επιγραφή βρίσκεται εικόνα του αρχαγγέλου Γαβριήλ στα δεξιά, που συνοδεύεται από την επιγραφή «Ο Άρχ[ων] Γαβριήλ. Χαίρε Κεχαριτωμένη Ο Κύριος μετά Σου». Στο αριστερό άκρο απεικονίζεται ένθρονη η Θεοτόκος, η απεικόνιση της οποίας συνοδεύεται από την επιγραφή «Μ[ήτη]ρ Θ[εο]ύ: Ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου». Τόσο ο αρχάγγελος όσο και η Θεοτόκος στηρίζονται στον κυρτό θόλο μιας πλούσιας διακοσμημένης με πολύχρωμα σχέδια αψίδας, στο εσωτερικό (κοίλο) της οποίας αναγράφεται με μεγαλογράμματη γραφή «Αρχή συν Θεώ Αγίω του Δυναμερού του πρώτου / στοιχεία του άλφα / Ποίημα Νικολάου Μυρεψού». Ακολουθεί το κείμενο, γραμμένο ανάμεσα στις παραστάδες της αψίδας. Υπάρχει πρωτόγραμμα (Α) και τίτλος, γραμμένα με κόκκινη μελάνη, ενώ το κείμενο είναι γραμμένο με μαύρη μελάνη. Όπως έχουμε δει και σε άλλα σημεία και με διάφορες ευκαιρίες, το θρησκευτικό στοιχείο ήταν καθοριστική συνιστώσα σε κάθε εκδήλωση της ζωής των ανθρώπων. Πέρα από τη συμβολή της Εκκλησίας στη δημιουργία των ξενώνων - νοσοκομείων και συχνά τη διπλή ιδιότητα ιερωμένων - γιατρών, το πιο καθοριστικό στοιχείο είναι το θρησκευτικό πνεύμα της εποχής, το οποίο αποτυπώνεται και στα κείμενα και στην εικονογράφηση, ακόμα και τυπικά επιστημονικών βιβλίων.

ΑΛΛΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ
Μεταξύ των γιατρών του 13ου αιώνα αναφέρονται και άλλα και άλλα πρόσωπα, για τα οποία όμως διαθέτουμε λιγότερες πληροφορίες. Ο Ιωάννης Χούμνος ή Χύμνος είχε ιδιαίτερη παιδεία και κύρος. Σώζονται μάλιστα επιστολές του (στην πραγματικότητα Επιστολιμιαίες διατριβές) προς τον τότε Μητροπολίτη αφενός της Φιλιππούπολης και αφετέρου της Εφέσου, αλλά και προς τον Ιωσήφ τον Φιλόσοφο τον Ρακενδύτη. Τις επιστολές του Χούμνου έχει δημοσιεύσει ο J. Fr. Boissonade (...). Ο Χούμνος έχει γράψει επίσης βιβλίο με θέμα «Δίαιτα προφυλακτική εις ποδάγραν». Ο γιατρός Καβάσιλας (του οποίου δεν γνωρίζουμε το μικρό του όνομα) ήταν γόνος της μεγάλης Βυζαντινής οικογένειας των Καβάσιλα και κατά τον Γ.Κ. Πουρναρόπουλο ήταν ένας από τους γιατρούς του Μιχαήλ Η' του Παλαιολόγου (13ος αιώνας). Άλλοι γιατροί της εποχής αναφερόμενοι από τον Πουρναρόπουλο είναι: Α) Ο Πυθαγόρας που άσκησε το επάγγελμα επί Μιχαήλ και επί Ανδρόνικου Παλαιολόγων. Β) Ο κόπτης Χιμπάτ Αλλάχ ή Σαράφ Αλ Διν, που μετονομάστηκε σε Θεόφιλο ή Δωρόθεο, άσκησε το επάγγελμα στην Αλεξάνδρεια και τιμήθηκε με το αξίωμα του αντιβασιλέα. Γ) Ο Θεόδωρος, ο οποίος άσκησε την ιατρική επίσης κατά τους χρόνους του Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου και ο οποίος έγραψε ιατρικό στιχούργημα αποτελούμενο από 3.900 στίχους. Δ) Ο γιατρός και αστρονόμος Γρηγόριος ο Χονιάδης που υπηρέτησε στην αυλή του αυτοκράτορα της Τραπεζούντας, ενώ πραγματοποίησε επιστημονικά ταξίδια στην Ανατολή. Ο Γρηγόριος έμαθε περσικά. Κατά τον Γ.Κ. Πουρναρόπουλο, ανέκδοτα επιστημονικά έργα του σώζονται στη Βιβλιοθήκη της Βιέννης.

26/10/10

Βυζαντινή Ιατρική (12ος αιώνας) [124]

Κατά την περίοδο 10ου - 12ου αιώνα εμφανίζονται συγγραφείς που αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση αναγκών του προσωπικού των ξενώνων - νοσοκομείων του Βυζαντίου. Οι πιο γνωστοί και αξιομνημόνευτοι κώδικες με τέτοιες συγγραφές είναι οι ονομαζόμενοι «Παρισινός», «Βατικανός», και του «Ρωμανού». Οι δύο πρώτοι πήραν το όνομά τους από τις πόλεις του πιθανολογούμενου συντάκτη-αντιγραφέα του. Ο «Παρισινός» κώδικας είναι του 10ου αιώνα και επιγράφεται «Θεραπευτικαί και ιατρείαι συντεθείσαι υπό διαφόρων ιατρών κατά την εκτεθείσαν ακολουθίαν του ξενώνος». Το κοινό, δηλαδή, των θεραπειών που περιγράφονται είναι ότι εφαρμόζονταν από τους γιατρούς συγκεκριμένου νοσηλευτικού ιδρύματος. Ο δεύτερος («Βατικανός» κώδικας)δείχνει ανάλογη σύνθεση και επιγράφεται «Προσταγεί και τύπος των μεγάλων ξενώνων όσα εκ πείρας ιατρών παιδείας χάριν προσάγουσι και τοις άλλοις πως πάσχουσιν εν τοις ξενώσι». Με διάφορα κριτήρια υπολογίζεται ότι γράφτηκε πριν το 1204, οπότε και έχουμε την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους σταυροφόρους. Τέλος, ο τρίτος κώδικας, ο ονομαζόμενος «του Ρωμανού», ανάγεται στον 10ο και 11ο αιώνα και την τότε λειτουργία των ξενώνων. Πρόκειται για τον γιατρό Ρωμανό που εξετάσαμε σε άλλο σημείο, του οποίου το κύρος διατηρήθηκε για αρκετές δεκαετίες με αντιγραφές των χειρογράφων του και κατά την περίοδο των Παλαιολόγων. Διάφοροι άλλοι ξενώνες - νοσοκομεία του Βυζαντίου διέθεταν τους δικούς τους κώδικες, από τους οποίους ορισμένοι έχουν διασωθεί σε ειδικές βιβλιοθήκες - αρχεία, άλλοι όμως έχουν χαθεί ή καταστραφεί.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ
Ο Θεόδωρος Πρόδρομος ή Πτωχοπρόδρομος (1098-1166), διανοούμενος και συγγραφέας, ρήτορας και θεολόγος και προς το τέλος της ζωής του μοναχός, δεν ήταν γιατρός στο επάγγελμα. Οι ιατρικές του γνώσεις οφείλονταν στην εγκύκλιο παιδεία του και στη γενική φιλοσοφική και θεολογική του συγκράτηση. Υπάρχουν μάλιστα και αμφισβητήσεις σχετικά με την ταυτότητα του προσώπου, στο οποίο αποδίδονται τα «Πτωχοπροδρομικά» στιχουργήματα. Πρόκειται για επαιτικά, σατιρικά, αυτοσαρκαστικά στιχουργήματα, με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Κατά τον Γ.Θ. Ζώρα («Βυζαντινή ποίησις» 1956), τα στιχουργήματα που αποδίδονται στον Πτωχοπρόδρομο, τον γνωστό λόγιο και φίλο των Κομνηνών, δεν είναι όλα δικά του: «Νεώτεραι μελέται [] απέδειξαν ότι δεν πρόκειται περί ενός μόνον, αλλά περί δύο ή και πλειόνων συγγραφέων, οίτινες έγραψαν τα έργα ταύτα κατ’ απομίμησιν του πρώτου, ακολουθήσαντες τας αυτάς ιδέας, την αυτήν τεχνικήν, τους αυτούς σκοπούς». Ο Θεόδωρος Πρόδρομος έγραψε στίχους και πεζά ιστορικού, εγκωμιαστικού, σατιρικού, αγγειολογικού χαρακτήρα. Διάσπαρτα μέσα στα ποιήματά του περιγράφει ή αποτυπώνει τη νοσηρότητα της εποχής του και τις σχετικές με τα νοσήματα και τις θεραπείες τους απόψεις και γνώσεις. Στο ποίημά του «Προς τον βασιλέα τον Μαυροϊωάννην» (Ιωάννης Κομνηνός, αυτοκράτορας 1118-1143), καθώς ο Πτωχοπρόδρομος παραπονείται για τη σύζυγό του, τη συγκρίνει προς διάφορες ασθένειες: «Πάθος ακούσας τοιγαρούν, μη κήλην υπολάβης / μηδ’ άλλο τι χειρότερον εκ των μυστικοτέρων / [] μη νόσημα καρδιακόν, μη περιφλεγμονίαν, / μη σκορδαψόν, μηδ’ ύδερον, μη παραπνευμονίαν / αλλά μαχίμου γυναικός πολλήν ευτραπελίαν...».
Ο Πτωχοπρόδρομος σε άλλο ποίημά του, πάλι προς τον Ιωάννη Κομνηνό, παραπονείται για την οικονομική του δυσχέρεια και τις δυσκολίες που του προκαλεί στην κάλυψη των οικογενειακών αναγκών. Μεταξύ των εξόδων του συγκαταλέγει και ιατρικές δαπάνες: «...το λάλησε τον σικυαστήν, ας φθάσει ο φλεβοτόμος...». Ο πρώτος είναι εκείνος που εφαρμόζει βεντούζες, ο δεύτερος εκείνος που εκτελεί αφαιμάξεις με φλεβοτομία. Άλλοι δύο στίχοι του ίδιου ποιήματος αναφέρουν τα έξοδα που απαιτούνται για φάρμακα και υλικά αναγκαία για την αντιμετώπιση ακόμα και ενός μικροτραυματισμού κάποιου παιδιού: «Ετραυμάτισεν το πόδι, γοργόν ας αγοράσουν / κηκίδιν, λυσσομάμουδον, όξος αγριοσταπίδας, / ελάδιν, χαμαιμέλαιον, τράκτον, κερίν κι ασβέστην / κι ας ποιήσουν τραυματάλειμμα, πριν λυκοκεφαλιάσει». Στους στίχους αυτούς έχουμε πληροφορίες για τον τρόπο αντιμετώπισης τέτοιων καθημερινών μικροκακώσεων, που ακόμα και αν η αντιμετώπισή τους γίνεται από συγγενικό ή φιλικό πρόσωπο χωρίς αμοιβή γιατρού, έχει σοβαρό κόστος. Τα αναφερόμενα υλικά είναι τα εξής: το «κηκίδι» (το κυπαρισσόμηλο), το «λυσσομάμουδο» (είδος εντόμου για φαρμακευτική χρήση), το «όξος αγριοσταπίδας» (είναι ξύδι από χυμό άγριας σταφίδας για αντισηψία του τραύματος, όπως γινόταν και με το κρασί). «Ελάδιν» είναι το ελαιόλαδο που έβαζαν για να γλυκάνει τον πόνο από την πληγή και το τσούξιμο από το αντισηπτικό, το ίδιο όπως και το «χαμαιμέλαιον», που είναι ελαιώδες παρασκεύασμα από χαμομήλι. Με ορισμένα από τα πιο πάνω υλικά (ελαιόλαδο, χαμομήλι) σε συνδυασμό με «τράκτον», δηλαδή λευκασμένο κερί και νερό από «σβήσιμο» ασβεστόπετρας, έφτιαχναν το «τραυματάλειμμα», αλοιφή για την επάλειψη του τραύματος, ώστε να μη «λυκοκεφαλιάσει», δηλαδή να μη κακοφορμίσει.
Εκτός από τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές δυσκολίες, ο Θεόδωρος Πρόδρομος εκφράζει και τις γενικότερες κοινωνικές συνθήκες της εποχής του, όπως τις γνώριζε από τα προσωπικά του βιώματα και την παρατήρηση του συνόλου. Μάλιστα, επειδή τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα έζησε ως μοναχός, γνώρισε (και μας εξιστορεί) τις κοινωνικές - ταξικές διακρίσεις στα θέματα υγείας, τόσο μεταξύ των λαϊκών όσο και μεταξύ των κληρικών. Γράφει ο Πτωχοπρόδρομος: «Αν αρρωστήσει ο ηγούμενος ή πόνος τον κρατήσει / ορίζει: ‘φέρετε ιατρούς, τον δείνα και τον δείνα’. / Έρχονται, βλέπουσιν ευθύς, κρατούσι τον σφυγμόν του, / λέγουσι ‘ποίει τα και τα κι ας γίνεται και τάδε’. / ‘Δότε τον δείνα τον ιατρόν καν δέκα μανοηλάτα / τον δ’ άλλον δότε τον κρασίν, καν δέκα πέντε μέτρα’. / Ει δ’ αρρωστήση μοναχός ή πόνος τον κρατήσει, / γίνεται ο ηγούμενος ιατρός και τάδε παραγγέλλει: / ‘Ημέρας τρεις αφέτε τον και νηστικός ας κείται. / αν δε ζητήση βρώσιμον, ψωμίτσιν και κρομμύδιν / αν δε ζητήση δια να πιή, νερούτσικον ολίγον’. / Έδε ιατρός πανάριστος, έδε λαμπρός τεχνίτης, / διέβη τον Οκτάβιον, διέβη τον Κανίκλην, / διέβη τον Αέτιον κι αυτόν τον Ιπποκράτην!...», γράφει ειρωνικά ο ποιητής, μνημονεύοντας διαπρεπείς γιατρούς της εποχής του και παλαιότερους. Εκτός από αυτές τις αναφορές στα στιχουργήματα του Θεόδωρου Προδρόμου υπάρχει και τουλάχιστον ένα έργο του με συστηματικές υγειονομικές καταγραφές, το οποίο θα δούμε αμέσως.
Το έργο επιγράφεται «Θεοδώρου του Προδρόμου στίχοι κατά ιατρικήν επιστήμην εις τους ΙΒ' μήνας». Πρόκειται για «μηνολόγιο» το οποίο, όπως έχουμε δει και σε άλλο σημεία, ήταν κατά τους βυζαντινούς χρόνους πρακτικός οδηγός για υπόμνηση των αγροτικών και άλλων εργασιών και, παράλληλα, ευκολομνημόνευτος υγειονομικός οδηγός. Αρχίζοντας το έτος από τον Μάρτιο, αποσπούμε την κύρια υγειονομική οδηγία κατά μήνα για αγωγή υγείας στη διάρκεια του έτους. Για τον Μήνα Μάρτιο ο οδηγός αποφαίνεται ευσύνοπτα και αξιωματικά: «Πάντας κελεύω (διατάσσω) λαμβάνειν καθ’ ημέραν / τροφήν γλυκείαν, οίνον ευώδη πάνυ». Για τον Απρίλιο απαγορεύει, μεταξύ άλλων, τις «ραφανίδες» (ραπανάκια): «Λέγω δε φεύγειν (να αποφεύγουν) πάσι τας ραφανίδας / ιού (δηλητηρίου) γεμούσας και μελαγχόλου βλάβης», καθώς προκαλούσαν (κατά τις αντιλήψεις της εποχής) αύξηση στην έκκριση μέλαινας χολής. Για τον Μάιο ο Θεόδωρος Πρόδρομος γράφει, όπως και οι περισσότεροι συντάκτες μηνολογίων: «Ρόδον δίδωμι λιποθυμίας άκος [] / Ου δει δε τρώγειν κοιλίας τε και πόδας, / τίκτουσι και γαρ φλέγμα, χολήν πυρρώδη, / εξ ων ρίγη φύουσι και ποδαλγίαι». Με τα «ρόδα» (τριαντάφυλλα) έφτιαχναν σε οικιακούς αποστακτήρες ροδόνερο, που το χρησιμοποιούσαν όχι μόνο ως «άρτυμα» στη ζαχαροπλαστική, αλλά και για καθαρισμό του δέρματος και καλλωπισμό του προσώπου, καθώς και ως φάρμακο για τη θεραπεία της λιποθυμίας. Όσο για τις «πατσές» και τα «ποδαράκια», θεωρούσαν ότι παράγουν «φλέγμα», λόγω του εμπεριεχομένου κολλαγόνου, με το οποίο το φλέγμα εμφανίζει κάποια ομοιότητα στην υφή.
Για τον μήνα Ιούνιο, το μηνολόγιο του Θεόδωρου Προδρόμου γράφει: «Βροτούς παραινώ πρωί λαμβάνειν ύδωρ / και γαρ χολή μέλαινα πάντως αυξάνει». Με το πρωινό νεράκι, όπως πίστευαν, γινόταν αραίωση του χυμού της μέλαινας χολής και αυτό προστάτευε την υγεία. Για τον Ιούλιο συνιστά: «Άρτον σ’ εμπιπλώ των βροτών τας καρδόπους. / Λέγω δε φεύγειν των οπωρών τον κόρον. / Ένθεν γαρ εστί κακοχυμία όλη / η γαρ και φθίσιν είωθε κακίστην φέρειν». Δηλαδή, να γεμίζουν με ψωμί οι σκάφες του ζυμώματος και να περιορίζεται η κατανάλωση φρούτων, στα οποία ούτε λίγο ούτε πολύ αποδίδει όλη την κακοχυμία, που προκαλούσε και φθίση! Αντίθετα, για τον Αύγουστο συνιστά κατανάλωση φρούτων και δροσιστικών φαγητών: «Εγώ κελεύω τας οπώρας εσθίειν, / και πάσι τοις ψύχουσι χρήσθαι σιτίοις, / και γαρ κύναστρος ηλίω παρατρέχει, / [] Αφεκτέον δε το τρέφεσθαι μαλάχην (μολόχα)». Εδώ βλέπουμε και την πίστη στις αστρολογικές επιδράσεις, αρκετά μπλεγμένη με τις ιατρικές αντιλήψεις της εποχής: ανάμεσα στα άλλα φταίει και το ότι ο αστερισμός του Κυνός (κύναστρος) ακολουθεί τον ήλιο. Το μήνα Σεπτέμβριο αρχίζει το ημερολόγιο των Βυζαντινών («αρχή της ινδίκτου»). Γι’ αυτό και το μηνολόγιο συνιστά: «Οίνου πάσιν ήδιστον εις αρχήν έτους. / Και τοις φιλούσιν εκροφείν λέγω γάλα, / ως αν κενοίο γαστρός ιχώρας πλέον, / οίπερ κυνάγχους εισάγουσιν εν βίω». Για όλους λοιπόν γλυκό κρασί, για την καλή χρονιά και, σε όσους δεν αρέσει, γάλα για να καθαρίζουν τα υγρά του στομάχου, που και αυτά προκαλούσαν τα σχετικά νοσήματα.
Για τον μήνα Οκτώβριο, η υγιεινή διατροφή των Βυζαντινών προβλέπει πουλερικά: «Όρνις μεν αιρώ και νεοσσών παν γένος, / στρουθών μιαρόν έθνος ιξώ προσφέρω / προτρέπω δε το πράσσον εσθίειν, φίλοι / έδεσμα πάντων ευπρεπές των βρωμάτων / ο και καθαίρει πημονήν της κοιλίας». Πουλιά που πιάνονταν με ξόβεργα, αλλά και πράσα, που καθάριζαν το περιεχόμενο της κοιλιάς, κατά το μηνολόγιο του Θεόδωρου Προδρόμου. Για τον Νοέμβριο απαγορεύει τα λουτρά, προφανώς λόγω του ψύχους και των συνθηκών που επικρατούσαν στα σπίτια: «Χρήσο δε λουτροίς, παντελώς αποτρέπω, / ως ρευματισμών προξενούσιν αιτίας / και τη κεφαλή παγκάκους αρρωστίας». Για τον Δεκέμβριο «και βρώμα (φαγητό) μεν δαψιλές (άφθονο) πας φεύγειν λέγω, / κράμβην δε μάλλον την μελάγχολον μόθευ (καταπολέμησε)». Τον Ιανουάριο, πιο υγιεινό κρέας είναι το χοιρινό, ενώ το ανέρωτο κρασί πρέπει να πίνεται μόνο στην αρχή του γεύματος: «Κρεών τε χοίρων βρώσιν ηδίστην νέμω / [] εν δε μόνον φύλαττε, την ρώσιν λέγω. / Τον άκρατον σπαν (σπάνιο) οίνον εις αρχήν έα (άφηνε)». Όσο για τον Φεβρουάριο: «Χόρταζε πας και πίνε (μη φείδου) κόρω. / Εγώ γαρ αίμα και τα νεύρα πηγνύω / [] Σεύτλα (τεύτλα, τα παντζάρια) προς εσθίασιν ου τρώγειν θέλω / ιού γέμοντα φαρμακουργού της ύδρας». Αν επιμείναμε στην παράθεση στοιχείων από τα ιατρικά μηνολόγια, είναι γιατί σε αυτά βρίσκονται καταχωρημένες όλες οι αντιλήψεις για τις αιτίες των νοσημάτων, για την προφύλαξη από αυτά, για την ανάμιξη αστρολογικών και άλλων απόψεων, εμφανίζοντας βέβαια και σημαντικές αποκλίσεις από την ορθολογιστική ιπποκρατική ιατρική.

ΜΑΝΟΥΗΛ Α' ΚΟΜΝΗΝΟΣ
Ο Μανουήλ Α' ο Κομνηνός, γιος του αυτοκράτορα Ιωάννη Β' Κομνηνού, ήταν από τους πιο πολεμικούς και τους πιο γενναίους βασιλείς του Βυζαντίου. Η πρώτη του (εθελοντική) συμμετοχή σε πόλεμο αναφέρεται ήδη από την ηλικία των 18 ετών, παρά τη ρητή απαγόρευση του πατέρα του. Ανάμεσα στις μάχες των μετέπειτα χρόνων της ζωής του και κατά την περίοδο που ήταν αυτοκράτορας (1143-1180) ήταν εκείνες εναντίον των Τούρκων (1146), εναντίον των Σέρβων (1150) και εναντίον των Ούγγρων (1165). Σύμφωνα με τον ιστορικό Ιωάννη Κίνναμο (12ος αιώνας), ο Μιχαήλ είχε αξιόπιστες ιατρικές γνώσεις. Γνώριζε να κάνει φλεβοτομίες («και φλέβας είδον αυτόν έγωγε τέμνοντα»), να χορηγεί φάρμακα παρά την απορία των εμπειρικών γιατρών («φάρμακα νοσούσι τεχνιτών απορία παρεχόμενον»), ενώ παρασκεύαζε και φάρμακα δικής του σύνθεσης για εσωτερική και εξωτερική χρήση. Ο ίδιος αντιμετώπισε μόνος του πολεμικό τραύμα στη φτέρνα, με την τοποθέτηση επάνω στην πληγή φρεσκοκομμένου δέρματος αλόγου. Θυμίζουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις τραυματισμών οι αρχαίοι Έλληνες γιατροί (αλλά και οι εμπειρικοί θεραπευτές των επόμενων αιώνων) εφάρμοζαν ανάλογες θεραπείες. Ο ίδιος πιθανότατα φρόντισε και τα πολλαπλά τραύματα στο πρόσωπό του, που δημιουργήθηκαν από χτύπημα στους κρίκους του κράνους του. Ο Μανουήλ φαίνεται ότι αντιμετώπισε μόνος του πολλούς ακόμα τραυματισμούς από την πολεμική δράση του και κατά κανόνα με επιτυχία. Ο Κίνναμος αναφέρει και την αντιμετώπιση κατάγματος στο χέρι του Βαλδουίνου Γ' της Ιερουσαλήμ από τον Μανουήλ. Το κάταγμα, χάρις στην επιτυχή ανάταξη και την επιδέξια περίδεση, θεραπεύτηκε πλήρως και σε πολύ σύντομο διάστημα.

ΞΕΝΩΝΕΣ
Τον 12ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη λειτουργεί ο μεγαλύτερος ξενώνας του Παντοκράτορος. Οι ξενώνες - νοσοκομεία εξακολουθούν να παρέχουν, όπως και παλαιότερα, υπηρεσίες σε εξωτερικούς ασθενείς, αναπτύσσουν όμως περισσότερο τις υπηρεσίες ενδονοσοκομειακής περίθαλψης των ασθενών που προσέρχονται. Το προσωπικό οργανώνεται σε δομές με ιεραρχία, γίνεται δε προσπάθεια συνεχούς ενημέρωσης και τυποποίησης της θεραπείας με οδηγούς που έχουν γράψει πεπειραμένοι «νοσοκομειακοί» γιατροί, όπως για παράδειγμα ο θεραπευτικός οδηγός του Ρωμανού. Μια άλλη υπηρεσία των ξενώνων την εποχή αυτή είναι η παροχή φαρμάκων στους ασθενείς. Ο ιστορικός Κίνναμος αναφέρει φάρμακα που παρασκεύαζε ο ίδιος ο αυτοκράτορας Μανουήλ Κομνηνός, τα οποία διανέμονταν όπως και τα άλλα φάρμακα σε όσους τα είχαν ανάγκη από τα φαρμακεία των ξενώνων. Τόσο η προσφορά εξωτερικής νοσηλείας, όσο και η ενδονοσοκομειακή περίθαλψη και η προσφορά των φαρμάκων ήταν αναγκαίες για τον περισσότερο κόσμο, καθώς οι αμοιβές των «ελευθεροεπαγγελματιών» γιατρών ήταν, σύμφωνα με ιστορικούς και χρονικογράφους, υπέρογκες. Ανάλογα με τον ξενώνα του Παντοκράτορα νοσηλευτικά ιδρύματα, αν και μικρότερης φήμης, υπήρχαν σε άλλες πόλεις της Βυζαντινής επικράτειας και όχι μόνο στις μεγάλες. Όταν ο Ισαάκιος Κομνηνός το 1152 ίδρυσε τη Μονή της Κοσμοσώτειρας σε ερημικό τόπο δίπλα στον Έβρο, που ονόμασε Βήρα (σημερινές Φέρες), φρόντισε και για την ίδρυση ενός μικρού ξενώνα. Σύμφωνα με το τυπικό της μονής ο ξενώνας - νοσοκομείο της Κοσμοσώτειρας είχε δυναμικό 36 κλινών. Υπεύθυνος για τη νοσηλεία ήταν μόνιμος εσωτερικός γιατρός. «Συγκινητική είναι η προτροπή του ιδρυτή», γράφει ο επίσκοπος Άνθιμος Β' Κουκουρίδης, «να προσέχουν οι αρμόδιοι, ώστε να μη μένει ‘ούτε για μια ώρα άδειο ένα κρεβάτι που κάποιος δυστυχισμένος με αγωνία ζητούσε να καταλάβει’...».

23/10/10

Βυζαντινή Ιατρική (11ος αιώνας) [123]

ΜΙΧΑΗΛ ΨΕΛΛΟΣ
Ο Μιχαήλ Ψελλός (1018-1096) είναι η επιστημονική φυσιογνωμία που κυριαρχεί τον 11ο αιώνα στην επικράτεια του Βυζαντίου. Σύμφωνα με τον Δ. Δ. Μάγνη (1834), ο Μιχαήλ ήταν «Κωνσταντινουπολίτης, ιστορικός, νομικός και φιλόσοφος του καιρού του περίφημος». Δεν άσκησε την ιατρική, οι δε ιατρικές του γνώσεις εμπίπτουν στα πλαίσια της πολύπλευρης μόρφωσης και των επιστημονικών του ενδιαφερόντων. Το ίδιο ισχύει και για τα μαθηματικά, τη μετεωρολογία, τη φυσική, την αστρονομία, την ιστορία, ενώ θεωρείται ο πρώτος λαογράφος με τη σημερινή έννοια του όρου. Ο Will Durant στην «Παγκόσμια ιστορία του πολιτισμού» χαρακτηρίζει τον Ψελλό ως τον Βολταίρο του καιρού του. Είχε δάσκαλο τον επίσκοπο και φημισμένο λόγιο Ιωάννη Μαυρόποδα, που δίδασκε φιλοσοφία στην ανώτερη σχολή της Κωνσταντινούπολης και είχε πανεπιστημιακό επίπεδο. Σπούδασε επίσης και στην Αθήνα. Όπως γράφει ο Δ.Δ. Μάγνης, «επιστρέψας από τας Αθήνας εδίδασκεν εις την Κωνσταντινούπολιν πολυκρότως την φιλοσοφίαν ότε και ο βασιλεύς Κωνσταντίνος Δούκας τον έλαβε διδάσκαλον εις τους υιούς του Ανδρόνικον και Μιχαήλ. Αλλ’ έπειτα δυσαρεστηθείς, είτε δια την προτίμησιν των αρχόντων προς Ιωάννην τινά Ιταλόν, είτε δι’ άλλα τινά περιστατικά, ενεχείρισεν εις αυτόν τον Ιωάννην την φιλοσοφικήν καθέδραν και απελθών εις μοναστήριον έζησεν εν ησυχία και μελέτη βιβλίων το υπόλοιπον της ζωής του. Ο Ψελλός συνέγραψε πολλά και παντοία συγγράμματα, οίον ιστορικά, νομικά, φιλοσοφικά, ρητορικά, θεολογικά και άλλα, εκδοθέντα τα περισσότερα, ιδίως κατά διαφόρους χρόνους και πόλεις της Ευρώπης».

Η ζωή του Ψελλού δεν περιλαμβάνει μόνον αυτά που αναγράφονται στο συνοπτικό σημείωμα του Μάγνητος. Ο «σοφώτατος» και «υπέρτιμος» φιλόσοφος κατέλαβε ανώτατα αξιώματα του Βυζαντινού κράτους. Σε νεαρή ηλικία διορίζεται από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Παφλαγόνα (1034-1042) δικαστής στη Φιλαδέλφεια. Σε ηλικία μόλις 23 ετών, ο Μιχαήλ Ε' ο Καλαφάτης (1041-1042) τον διορίζει αυτοκρατορικό γραμματέα. Ο επόμενος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Μονομάχος (1042-1055) του αναθέτει πρωθυπουργικά καθήκοντα, που άσκησε για πολλά χρόνια. Ο Ψελλός, με νεοπλατωνικές φιλοσοφικές αντιλήψεις, προπαγάνδιζε την αρχαία φιλοσοφία χωρίς να αρνείται τον Χριστιανισμό. Προσπάθησε μάλιστα με επιχειρήματα να συνθέσει την πατερική διδασκαλία με την αρχαία ελληνική σκέψη. Αυτό τον έφερε σε ρήξη με την ανώτατη εκκλησιαστική ηγεσία που τον κατηγόρησε ότι «ελληνίζει», δηλαδή ότι είναι ειδωλολάτρης. Έτσι παύτηκε από τη θέση του πρωθυπουργού και υποχρεώθηκε σε ομολογία πίστης (1054). Για τον ίδιο λόγο αντιμετώπισε τη δυσμένεια του Κωνσταντίνου Ι' του Δούκα. Στο σημείωμα του Δ.Δ. Μάγνητος, επίσης, δεν γίνεται αναφορά στο ιατρικό συγγραφικό έργο του Ψελλού. Τέσσερα τουλάχιστον έργα του έχουν ιατρικό περιεχόμενο. Πρόκειται για τα εξής: «Πόνημα ιατρικόν άριστον δι’ ιάμβων», «Περί καινών ονομάτων των εν νοσήματι», «Περί λουτρού» και «Περί λίθων δυνάμεων». Το τέταρτο αυτό βιβλίο αναφέρεται στις θεραπευτικές δυνάμεις πολύτιμων και ημιπολύτιμων λίθων. Το τρίτο είναι συντομότατο κείμενο, μόλις μιας σελίδας. Το δεύτερο έργο περιλαμβάνει 123 όρους από την ανατομική και το νοσολογία. Το πρώτο από τα αναφερόμενα εδώ έργα θα εξεταστεί αναλυτικότερα.
Το έργο «του σοφώτατου Ψελλού/και Υπερτίμου/Πόνημα ιατρικόν άριστον δι’ ιάμβων» είναι σύγγραμμα που αναφέρεται σε συμπτώματα και νοσήματα, στη διατήρηση και την αποκατάσταση της υγείας. Είναι γραμμένο σε ιαμβικούς δωδεκασύλλαβους στίχους. Να σημειωθεί ότι κατά την αρχαιότητα είχαν γραφτεί έμμετρα ιατρικά έργα, όπως εκείνα του Εμπεδοκλή, του Σόλωνα, του Νικάνδρου του Κολοφώνιου κ.α. Η παράδοση συνεχίστηκε και στα Βυζαντινά χρόνια, όχι μόνο από τον Ψελλό, αλλά και από άλλους συγγραφείς. Το «Πόνημα» αποτελείται από 1373 στίχους. Μεταξύ αυτών που πραγματεύεται είναι και οι διάφοροι παράγοντες που επιδρούν στην υγεία, όπως για παράδειγμα η γυμναστική, η κόπωση, ο (καθαρός) αέρας, το νερό, τα λουτρά, τα διάφορα είδη τροφίμων. Από τα τρόφιμα εξετάζει χωριστά τα διάφορα είδη των λαχανικών, των κρεάτων, των ψαριών, του κρασιού κλπ. Ασχολείται επίσης με το ρόλο του ύπνου στην υγεία του ανθρώπου. Παραθέτουμε μερικούς χαρακτηριστικούς στίχους, ενδεικτικούς των γνώσεων και των απόψεων της εποχής, αλλά και της στιχουργικής ικανότητας και της πλούσιας γλώσσας του Ψελλού. «Άριστος αήρ λεπτός, εύπνους την φύσιν...» (Περί αέρος). «Άνοσμον ύδωρ, του’ άριστον την φύσιν / Άποιον εύχρουν, συντόμως διαρρέον...» (Περί ύδατος). «Λουτρών το θερμόν ασφαλέστατον φρόνει / Λύον, μαλάσσον, ύπνον ηδύν εισάγον...» (Περί λουτρών). «Σύκον, σταφυλαί και τρέφουσιν ήρεμα / Ήττον τε δυστόμαχα, πλειστόχυμά τε. / Της δε σταφυλής ευχυμότερον σύκον, / Νεφρούς καθαίρει και κενοί την γαστέρα...» (Περί [] ωραίων και παντοίων οπώρων).
Το δεύτερο μέρος του έμμετρου «Πονήματος» του Μιχαήλ Ψελλού είναι «Προγνωστικόν» και σχετίζεται με την εμφάνιση ορισμένων κλινικών εικόνων με συγκεκριμένες εκβάσεις νοσημάτων. Ο Ψελλός αρχίζει με την περιγραφή της εικόνας του αρρώστου που είναι βαριά. «Νοσημάτων σημεία τούτ’ ολεθρίων, / όψις νεκρώδης, όμμα κοίλον δακρύον, / σφυγμών μικρά κίνησις αντωθουμένη / [], οξεία ρις, άνισος όψις ομμάτων...». Αντιθέτως γράφει, είναι ενδεικτικά σημεία καλής έκβασης ο καλός σφυγμός, η νοητική ετοιμότητα και τα αντίθετα εκείνων που είχαν εκτεθεί πιο πάνω. «Ευσφυξία δε και φρένων ετοιμότης, / ταναντία τε των διηγορευμένων, / Σωτηρίας σημεία της του κειμένου». Θέτει και προγνωστικά σημεία από την εξέταση των ούρων και άλλων «διαχωρημάτων», του πυρετού, του σφυγμού κλπ. «Εντεύθεν ούρων άρξομαι γνωρισμάτων. / Άριστον ούρον σύμμετρον τη συστάση / Λεπτήν ομαλήν την υπόστασιν (ίζημα) φέρον...». Δίνει επίσης ορισμούς πράξεων που εκφράζουν παθολογικές καταστάσεις, αλλά και μέρη του σώματος και χειρισμούς θεραπευτικούς: «Η βρογχοκήλη του τραχήλου τυγχάνει / Όγκωσις ως έπαρμα του βρόγχου τάχα», «Η χολέρα δ’ αυ εκτάραξις γαστέρος / Άνω κάτω κενούσα την φθοράν μόλις, / Εκ των απέπτων σιτίων τελουμένη, / Γεννά δε ταύτην και χυμών μοχθηρία». «Πόσθη του δέρματος της βαλάνου τυγχάνει...», «Το στεάτωμα σκληρόν εστί σαρκίον...». «Χειρουργία τις η λαρυγγοτομία», «Καθητερισμός (καθετηριασμός) κύστεως χειρουργία...». Ο Μιχαήλ Ψελλός θεωρείται ότι έχει επηρεάσει με το έργο του τον παγκόσμιο πολιτισμό, καθώς συνέβαλε στην καταπολέμηση του σκοταδισμού και των προλήψεων.

ΣΥΜΕΩΝ ΣΗΘΗΣ
Ο Συμεών Σηθ ή Σήθης, γιος γιατρού, διακρίθηκε τα χρόνια του Μιχαήλ Ζ' Δούκα (1071-1078) και έγινε «Μάγιστρος» Αντιοχείας και «Πρωτοβεστιάριος». Όπως γράφει ο Ι.Ν. Δάμπασης (1966), ο Συμεών ήταν «εγκυκλοπαιδικός, μεταφραστής εκ της Αραβικής εις την Ελληνικήν». Μεταξύ των έργων του αναφέρονται «Σύνταγμα κατά στοιχείον περί τροφών δυνάμεως», «Λεξικόν κατ’ αλφάβητον ερμηνεύον ακριβώς τας βοτάνας», «Φιλοσοφικά και ιατρικά», «Σύνοψις περί ούρων» κ.α. Το πρώτο από τα βιβλία που αναφέραμε περιέχει πληροφορίες όχι μόνο για τα τρόφιμα που χρησιμοποιούνταν τότε στη Βυζαντινή επικράτεια, αλλά και για τρόφιμα από περιοχές της Αραβίας και των Ινδιών. Η συγγραφή «Συμεών μαγίστρου και φιλοσόφου Σηθ του Αντιοχέως, φιλοσοφικά και ιατρικά» που δημοσιεύτηκε το 1841 από τον I.L. Ideler, αποτελείται από δύο σύντομα κεφάλαια. Το πρώτο, «Περί οσφρήσεως», αναφέρεται στις υπάρχουσες απόψεις για την αίσθηση αυτή: «Της οράσεως δια πυρώδους φύσεως γενομένης, της δε ακοής δι’ αερώδους, η όσφρησις γίνεται δια μέσης τινός φύσεως, του γε ύδατος και του αέρος. Την δε αίσθησιν ταύτην δεν έχομεν οι άνθρωποι ακριβή, αλλά χείρονα πολλών ζώων...». Το δεύτερο κεφάλαιο επιγράφεται «Περί γεύσεως και αφής»: «Η δε γεύσις γίνεται δια φύσεως αερώδους», γράφει. «Έστι δε είδη γεύσεως οκτώ: το γλυκύ, το πικρόν, το δριμύ, το οξύ, το αλυκόν, το αυστηρόν, το στρυφνόν, το λιπαρόν...». Για την αίσθηση της αφής γράφει: «αισθάνεται δε η αφή πολλών εναντιοτήτων, ήτοι θερμού, ψυχρού και υγρού, ξηρού, σκληρού, μαλακού, τραχέως, λείου, γλίσχρου και αύρου, βαρέος και κούφου».

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ο ΑΦΡΙΚΑΝΟΣ
Κατά το δεύτερο ήμισυ του 11ου αιώνα ακμάζει και άλλος Κωνσταντίνος, μεταγενέστερος κατά ένα αιώνα του Κωνσταντίνου του Ρηγίνου ή Μεμφίτη. Αυτός ο μεταγενέστερος Κωνσταντίνος ο επιλεγόμενος και Αφρικανός είχε γεννηθεί στην Καρχηδόνα. Όπως και ο προγενέστερος, συνδέθηκε και αυτός με το έργο «Τα εφόδια του αποδημούντος». Το βιβλίο είχε γραφτεί από τον Τυνήσιο γιατρό Algizar, αλλιώς γνωστό και ως Algazirah και ως Ibn al Jazzar. Στην ελληνική του μετάφραση το βιβλίο γνώρισε σημαντική επιτυχία και ευρεία κυκλοφορία, όσο ευρεία μπορεί να είναι η κυκλοφορία βιβλίων που αντιγράφονταν στο χέρι. Ο Κωνσταντίνος ο Αφρικανός μετά από επιστημονικά ταξίδια στην Ανατολή, ταξίδεψε και στη Δύση, κυρίως δε στη Νότια Ιταλία. Εγκαταστάθηκε στο Σαλέρνο και δίδαξε στη νεοσύστατη ιατρική σχολή της πόλης. Έμεινε γνωστός από τις λατινικές μεταφράσεις ιατρικών έργων αρχαίων Ελλήνων και Αράβων συγγραφέων, όπως του έργου του Algizar από την ελληνική μετάφραση που είχε εκπονήσει ο Κωνσταντίνος ο Μεμφίτης. Ένα άλλο από τα έργα του συγκεντρώνει επιλεκτικά συνταγές από τον Γαληνό, που είτε τις είχε συνθέσει ο ίδιος είτε τις είχε διασώσει στα έργα του από παλαιότερους συγγραφείς. Άλλη συλλογή του Κωνσταντίνου καταγράφει φάρμακα προερχόμενα (με οποιονδήποτε τρόπο) από το ζωικό βασίλειο (προϊόντα ζώων, κατεργασμένες ουσίες, ζωικοί ιστοί). Ένα ακόμα έργο του στα λατινικά αναφέρεται στη συνουσία, στα ανατομικά και τα φυσιολογικά στοιχεία που σχετίζονται με αυτήν. Ο τίτλος αυτού του βιβλίου του Κωνσταντίνου είναι «De Coitus».
Ο Κωνσταντίνος ο Αφρικανός, εκτός από το προσωπικό και το επιστημονικό κύρος του απέκτησε και πολιτική δύναμη, καθώς διετέλεσε ιδιαίτερος γραμματέας του βασιλιά των Νορμανδών Ροβέρτου Γυϊσκάρδου (1015-1085). Η συνολική του μόρφωση, η γλωσσομάθειά του, η γνώση του βυζαντινού και αραβικού κόσμου και η ιατρική του εμπειρία αποδείχθηκαν πολύτιμα εφόδια για τη δύσκολη και υψηλή θέση που κατέλαβε. Η εκλογή του στη θέση του καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Σαλέρνο επιβεβαιώνει την αναγνώριση των προσόντων του και από τον ακαδημαϊκό κόσμο της εποχής. Τον 11ο αιώνα (όπως και τους αμέσως επόμενους) η ιατρική σχολή του Σαλέρνο ήταν πολύ φημισμένη. Φοιτητές από διάφορες χώρες της Ευρώπης, της Αφρικής και της Ασίας συνέρρεαν εκεί για επιστημονική εκπαίδευση. Η επίδραση του Κωνσταντίνου στη διάδοση της αρχαίας ελληνικής και βυζαντινής ιατρικής (αλλά και της αραβικής) είναι πολύ μεγάλη. Η συμβολή του εκτείνεται στην Ιταλία, κυρίως στη Νότια, τη Σικελία και τη Β. Αφρική. Η δράση του, το κύρος του, η συγγραφική του δραστηριότητα και η διδασκαλία του στο Πανεπιστήμιο του Σαλέρνο ήταν καθοριστικοί παράγοντες για τη διάδοση των γνώσεων και των ιδεών του. Μάλιστα η επίδραση αυτή δεν περιορίστηκε μόνο στην εποχή του. Καθώς τα βιβλία του ευτύχησαν να κυκλοφορήσουν και τυπωμένα με τη μέθοδο της τυπογραφίας, επηρέαζαν ακόμα τους σπουδαστές της ιατρικής κατά τον 16ο και τον 17ο αιώνα. Η παλαιότερη έκδοση έργων του Κωνσταντίνου ανάγεται στο 1515 στη Λυών, ακολούθησαν δε εκδόσεις και στη Βασιλεία, τη Βενετία, τη Λειψία κατά τους 16ο, 17ο και 18ο αιώνες. Ο Καρχηδόνιος γιατρός φέρεται ότι είχε επιστημονικό ενδιαφέρον και για τα δόντια, γι’ αυτό εκτός από γιατρός χαρακτηρίζεται και ως οδοντίατρος.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ Ο ΠΡΑΙΠΟΖΙΤΟΣ
Γιατρός του 11ου αιώνα είναι και ο Νικόλαος ο Πραιπόζιτος, ο οποίος σε ορισμένες περιπτώσεις συγχέεται με τον κατά δύο αιώνες μεταγενέστερό του Νικόλαο τον Μυρεψό. Το προσωνύμιό του οφείλει στην ιδιότητα του πραιπόζιτου, του υπεύθυνου δηλαδή για τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων του ευνούχων του παλατιού. Έγραψε «Αντιδοτάριον», όπως και ο μεταγενέστερός του Νικόλαος ο Μυρεψός. Αυτό, μαζί με τη σύμπτωση του ονόματος, αλλά και την ιδιότητα και των δύο ως αξιωματούχων στην υπηρεσία του αυτοκράτορα των χρόνων που καθένας έζησε επέτειναν τη σύγχυση μεταξύ των δύο. Μια ευσύνοπτη διασκευή σε λατινική μετάφραση του «Αντιδοταρίου» του Μυρεψού, που έγινε τον 14ο αιώνα από τον Νικόλαο Ρηγίνο τον Καλάβριο (Nicolao Rhegino Calaber) θεωρήθηκε ότι στηρίζεται στο έργο του Πραιπόζιου και έτσι δημοσιεύθηκε τυπογραφικά στο Ingelstadt το 1541 και στη Βενετία το 1543. Τον 11ο και τον 12ο αιώνα αναφέρεται επίσης ο Μάρκος, ο οποίος διέθετε αξιόλογες γνώσεις στο χώρο των φυσικών επιστημών και στην ιατρική. Το πιο ενδιαφέρον από τα έργα του είναι η πραγματεία «Περί του ελληνικού πυρός» με οδηγίες για την παρασκευή του. Είναι δε το «ελληνικό πυρ» το γνωστό και ως «υγρόν πυρ» των Βυζαντινών. Συντέθηκε για πρώτη φορά από τον Βυζαντινό Καλλίνικο τον 7ο αιώνα και είναι εκείνο που έδωσε τη νίκη στο Βυζάντιο κατά τις ναυμαχίες εναντίον των Αράβων (673 και 717) και εναντίον των Ρώσων (10ος αιώνας). Πρόκειται για ένα καλά φυλαγμένο μυστικό, που διατηρήθηκε περίπου τρεις αιώνες μόνο μεταξύ των αυτοκρατόρων. Συχνή είναι η σύγχυση μεταξύ του Μάρκου του 11ου αιώνα με τον Μάρκο τον Γραικό του 7ου αιώνα., ο οποίος έγραψε το έργο «Περί των πυρών», με αναφορές στο νίτρο, τα νιτρικά άλατα, το απόσταγμα οίνου και το απόσταγμα τερεβινθίνης (τερεβινθέλαιο).

ΝΙΚΗΤΑΣ
Εκτός από τον Μιχαήλ Ψελλό που είναι η χαρακτηριστική μορφή στην ιστορία της επιστήμης του 11ου αιώνα, άσκησαν την ιατρική και συνέγραψαν σχετικά βιβλία και άλλοι γιατροί. Ορισμένων από αυτούς διασώθηκαν μόνο τα ονόματα, άλλων είναι γνωστά και κάποια βιογραφικά στοιχεία, ενώ άλλων διαθέτουμε και τα έργα, είτε σε πλήρη είτε σε αποσπασματική μορφή. Ο Νικήτας από την Κωνσταντινούπολη είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη χειρουργική και συνόψισε τα σχετικά με αυτήν έργα των παλαιότερων γιατρών. Ο Δ.Δ. Μάγνης γράφει στο λεξικό του: «Νικήτας Κωνσταντινουπολίτης, ιατρός, του οποίου η Συλλογή των χειρούργων λειψάνων (sic) εξεδόθη εν Φλωρεντία 1754». Σύμφωνα με τη μελέτη του Timothy S. Miller για τους Βυζαντινούς ξενώνες-νοσοκομεία, ένας από τους διασημότερους κώδικες είναι ο Laurentianus 74.4 που περιέχει το χειρόγραφο της χειρουργικής του Νικήτα. Μεταξύ των αρχαίων και Βυζαντινών γιατρών από τους οποίους ερανίζεται τα στοιχεία του βιβλίου του είναι ο Ιπποκράτης, Ηλιόδωρος, Αρχιγένης, Γαληνός, Ορειβάσιος, Παύλος Αιγινήτης κλπ. Τις χειρουργικές επεμβάσεις του Παύλου, ο Νικήτας κόσμησε στα περιθώρια με πολλές εικόνες που επεξηγούν τις χειρουργικές τεχνικές. Σκοπός του συγγράμματος ήταν να βοηθήσει τους γιατρούς του ξενώνα (πιθανώς των Σαράντα Μαρτύρων) στην καθημερινή πρακτική, αλλά και να συμβάλει στην εκπαίδευση των σπουδαστών. Επιγράμματα προς τιμή του Νικήτα που υπάρχουν στο χειρόγραφο τον βεβαιώνουν ως επιλογέα των κειμένων, αντιγραφέα και εικονογράφο, τονίζουν ότι οι εικόνες αποτέλεσαν «πολύτιμο εργαλείο αναφοράς τόσο για τους νέους όσο και για τους πιο έμπειρους γιατρούς, όπως και τους υπουργούς (από το έργο), που είχαν την άδεια να χρησιμοποιούν το νυστέρι».

ΑΛΛΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ
Όπως και ο Νικήτας, από την Κωνσταντινούπολη ήταν και ο Στέφανος που έζησε τον 11ο-12ο αιώνα, ο οποίος αναφέρεται και με το προσωνύμιο Μαγνήτης. Ασχολήθηκε κυρίως με τα βότανα, τα οποία κατέταξε αλφαβητικά προς χρήση των γιατρών, των σπουδαστών και των εγκυκλοπαιδικά μορφωμένων της εποχής του. Το βιβλίο εκδόθηκε έντυπα στη Βασιλεία (Ελβετία), τέλη του 16ου αιώνα. Μεταξύ εκείνων με ιατρικές γνώσεις, που δεν είχαν όμως επαγγελματική σχέση με την ιατρική, μπορούμε να συμπεριλάβουμε την Άννα Κομνηνή (11ος-12ος αιώνας), κόρη του αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού (1081-1118) και σύζυγο του Νικηφόρου Βρυεννίου. Το ότι νοσήλευσε τον άρρωστο πατέρα της, αποτελούσε εκδήλωση θυγατρικής αγάπης και όχι υποδήλωση ιατρικής παιδείας, η οποία εντάσσεται στη σφαιρική μόρφωσή της. Οι σχετικές γνώσεις της επέτρεπαν να τοποθετείται και να κρίνει τα λεγόμενα και τα γραφόμενα από τους γιατρούς. Η Άννα Κομνηνή συμπεριέλαβε ιατρικές γνώσεις της εποχής της στην «Αλεξιάδα», τις οποίες έχει αναδείξει σε δημοσίευμά του ο M. Bariety (1947). Και άλλοι χρονογράφοι του Βυζαντίου της συγκεκριμένης εποχής καταγράφουν στα ιστορικά τους έργα συναφείς πληροφορίες. Η Νόννα Παπαδημητρίου (1996) αναφέρεται σε τέτοιες καταγραφές ιστορικών και χρονογράφων σε σχέση με τα νοσήματα και τα ατυχήματα που εμφανίστηκαν ή συνέβηκαν σε Βυζαντινούς αυτοκράτορες και σε μέλη των οικογενειών τους. Ο Νικηφόρος Βρυέννιος, για παράδειγμα, αναφέρεται στα προβλήματα του Ανδρόνικου Δούκα, ενώ ο Κωνσταντίνος Μανασσής, χρονογράφος και ποιητής του 12ου αιώνα, αναφέρεται στις επιληπτικές κρίσεις, τις οποίες εμφάνιζε ο Μιχαήλ Δ' ο Παφλαγόνας που βασίλεψε από το 1034 έως το 1041.

22/10/10

Βυζαντινή Ιατρική (9ος-10ος αιώνας) [122]

ΛΕΩΝ Ο ΙΑΤΡΟΣΟΦΙΣΤΗΣ
Μια από τις κυρίαρχες επιστημονικές προσωπικότητες του 9ου αιώνα είναι ο Λέων, γνωστός ως Ιατροσοφιστής, ως Βυζάντιος και ως Μαθηματικός. Είχε πολυεπιστημονική - εγκυκλοπαιδική παιδεία: είχε σπουδάσει μαθηματικά, φυσική, αστρονομία, ιατρική, ενώ είχε ασχοληθεί και με την αστρολογία. Παράλληλα ήταν εξαιρετικός λόγιος με σπουδές στη θεολογία, τη φιλοσοφία και στην αρχαία γραμματεία. Την περίοδο αυτή, επί βασιλείας Θεόφιλου (829-842) και Μιχαήλ Γ' (842-867), η Βυζαντινή αυτοκρατορία ταλανίζεται από τις διαμάχες μεταξύ «εικονολατρών» και «εικονομάχων» ή «εικονοκλαστών», με τα περισσότερα άτομα υψηλού διανοητικού επιπέδου και αξιόλογης μόρφωσης να υποστηρίζουν την πλευρά των εικονομάχων. Μάλιστα, όπως υποστηρίζεται από διαπρεπείς ιστορικούς του Βυζαντίου, όπως ο Vasiliev κα., οι «εικονολάτρες» μετά την επικράτηση τους κατέστρεψαν πολλά από τα γραπτά των «εικονομάχων». Ο Λέων, που υπηρετούσε ως δάσκαλος σε μια από τις εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης κατά την περίοδο που επικρατούσαν οι «εικονομάχοι», έγινε αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Με την επικράτηση των «εικονολατρών» εκθρονίζεται από τη Θεσσαλονίκη. Όμως το επιστημονικό του κύρος ήταν τόσο, ώστε η Θεοδώρα, αυτοκράτειρα από το 830 έως 856 και παρά την ιδεολογική - δογματική αντίθεση, τον διόρισε καθηγητή στο πανεπιστήμιο της Μαγναύρας που είχε ιδρύσει ο αδελφός της Βάρδας. Στον Λέοντα αποδίδονται διάφορα τεχνικά επιτεύγματα, βελτιώσεις άλλων όπως τα αυτόματα και ο οπτικός τηλέγραφος, καθώς και η εγκατάσταση - κατασκευή διαφόρων συναφών έργων.

Ο Λέων είχε μεγάλο κύρος και μεταξύ των Αράβων γιατρών. Αφηγούνται ότι ένας από τους μαθητές του είχε συλληφθεί αιχμάλωτος από τους Άραβες, τους οποίους εντυπωσίασε πολύ με τις γνώσεις και τη σοφία του. Η φήμη του έφτασε στο χαλίφη Αλ Μαμούν, ο οποίος ρωτώντας τον έμαθε για το δάσκαλό του Λέοντα. Ο Αλ Μαμούν έστειλε πρέσβεις στον αυτοκράτορα Θεόφιλο, ζητώντας να του παραχωρήσει τον Λέοντα με αντάλλαγμα διαρκή ειρήνη και 2.000 λίρες χρυσού. Ο Θεόφιλος όμως δεν αποδέχτηκε τέτοια συναλλαγή, καθώς φοβόταν μήπως οι Άραβες αποκτήσουν τεχνολογία και πρόσβαση σε μυστικά που μπορούσαν να έχουν και στρατιωτική σημασία, όπως το υγρόν πυρ, ο οπτικός τηλέγραφος κ.α. Ο Λέων ήταν όχι μόνο πολύπλευρος στη μόρφωσή του και τις ικανότητές του, αλλά και συνδύαζε τον ερευνητή, το φιλόσοφο, το δάσκαλο και το συγγραφέα. Σημαντικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το συγγραφικό ιατρικό έργο του Ιατροσοφιστή, το οποίο έχει διασωθεί σε διάφορους χειρόγραφους κώδικες και το οποίο έχει εκδοθεί το 1840 από τον Ermerins. Η «Σύνοψις ιατρική» δεν προσκόμιζε νέες γνώσεις, ήταν όμως σύγγραμμα συνοπτικό και με σαφή διδακτικό χαρακτήρα. Γράφτηκε για χάρη ενός μαθητή του, του Γεωργίου, για τον οποίον δεν διαθέτουμε άλλες πληροφορίες. Βεβαίως, εκτός από αυτόν, η «Σύνοψις» ωφέλησε και πολλούς άλλους μαθητές της ιατρικής, όχι μόνο μεταξύ των Βυζαντινών, αλλά και μεταξύ των Αράβων. Το σύγγραμμα, χωρισμένο σε επτά βιβλία, αναφέρεται στα νοσήματα, τα αίτια, τα συμπτώματα και τη θεραπεία τους.
Το πρώτο βιβλίο της «Σύνοψης» αναφέρεται στους πυρετούς, με καθορισμό του τύπου και των διαφόρων χαρακτηριστικών καθενός. Συνολικά περιγράφει 24 τύπους πυρετού. Στο δεύτερο βιβλίο καταγράφονται διάφορα νοσήματα από το νευρικό σύστημα και από την ψυχική σφαίρα. Αναφέρουμε ενδεικτικά την κεφαλαλγία, την επιληψία, τον κάρο, το κώμα, αλλά και τη φρενίτιδα, τη μελαγχολία, τη μανία, την απώλεια μνήμης. Στο τρίτο βιβλίο ο Λέων ασχολείται με την ανατομική, τη φυσιολογία και τη θεραπευτική των παθήσεων του ματιού. Αναφέρουμε την κριθή, την ξηροφθαλμία, το τράχωμα, το χαλάζιο, το υπόσφαγμα ως μερικές από τις περιγραφόμενες νοσηρές οντότητες. Στο τέταρτο βιβλίο του έργου «Σύνοψις ιατρική» περιγράφονται τα νοσήματα των αυτιών, της μύτης, του λάρυγγα (ΩΡΛ), των πνευμόνων, των πλευρών, της καρδιάς. Όζαινα, πολύποδες, αμυγδαλίτιδα, δύσπνοια, ορθόπνοια, άσθμα, πλευρίτιδα, εμπύημα κλπ. είναι μερικές μόνο από τις περιγραφόμενες οντότητες. Στο πέμπτο βιβλίο ο συγγραφέας ασχολείται με τα νοσήματα του γαστρεντερικού, από την ανορεξία και τη βουλιμία ως τις ελμινθιάσεις και τη χολέρα και από τις φλεγμονές ως τον καρκίνο του ήπατος. Στο έκτο περιγράφονται τα νοσήματα του ουροποιητικού (αλλά και ο διαβήτης, λόγω της πολυουρίας), οι παθήσεις της μήτρας και η «υστερία πνιγάς», παθήσεις των γεννητικών οργάνων του άρρενος (πριαπισμός, γονόρροια κλπ.). Τέλος στο έβδομο βιβλίο της «Σύνοψης» περιγράφονται τα συστηματικά νοσήματα ή τα γενικότερα συμπτώματα, όπως αρθρίτιδες και αλωπεκία, καθώς και δερματικά νοσήματα, όπως ψώρα, άνθρακας, δοθιήνες, ερυσίπελας, αποστήματα κλπ.

ΣΤΕΦΑΝΟΣ
Ο Στέφανος, γιος του Βασιλείου από την Κωνσταντινούπολη, που γνώριζε ανατολικές γλώσσες, μεταφράζει κατά τον 9ο αιώνα βιβλία του Διοσκουρίδη, του Γαληνού και του Ορειβάσιου στην κοπτική και την αραβική γλώσσα. Ήταν συνεργάτης του Άραβα γιατρού και γνωστού μεταφραστή αρχαιοελληνικών ιατρικών βιβλίων Χουναΐν Ιμπν Ισάκ, που έμεινε γνωστός στη Δύση ως Ιωαννίτιος. Ο Χουναΐν ήταν μαθητής του διάσημου Σύρου γιατρού του χαλίφη Αλ Μαμούν, του Μεσούε του Πρεσβύτερου, ο οποίος στη Δύση έμεινε γνωστός ως Ιωάννης ο Δαμασκηνός (από τη Δαμασκό). Το έργο των Βυζαντινών και Αράβων μεταφραστών έχει παίξει σπουδαίο ρόλο στην εξέλιξη της ιατρικής, καθώς διέσωσε την αρχαιοελληνική παρακαταθήκη, τη διέσωσε στον αραβικό κόσμο και στη συνέχεια, μέσω της κατάκτησης της Ιβηρικής από τους Άραβες, την έφερε και στη Δυτική Ευρώπη. Γιατρός του 9ο αιώνα ήταν και ο Νικήτας, ο οποίος εργάστηκε ως χειρουργός στην αυλή των αυτοκρατόρων Κων. Δούκα, Μιχαήλ Κομνηνού και Αλεξίου Κομνηνού. Συγκρότησε συλλογή χειρουργικών βιβλίων των προγενεστέρων γιατρών, η οποία βρέθηκε σε χειρόγραφο κώδικα της Λαυρεντιανής Βιβλιοθήκης της Φλωρεντίας και εκδόθηκε από τον Antonio Cocchio το 1754. Δεν πρέπει να παραλείψουμε επίσης το σημαντικό ρόλο του Πέρση γιατρού Ραζή, ο οποίος γεφυρώνει τον 9ο με τον 10ο αιώνα. Με το εμπνευσμένο από την ελληνική αρχαιότητα εκτεταμένο βιβλίο του «Σύνοψις» (που μεταφράστηκε στα λατινικά ως «Liber continens») ο Ραζής κάλυψε εκπαιδευτικές ανάγκες των νεοσύστατων - τότε - ευρωπαϊκών πανεπιστημίων ως το 16ο αιώνα.

ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΝΟΝΝΟΣ
Ο Θεοφάνης ο Νόννος έζησε τον 10ο αιώνα. Διετέλεσε αρχίατρος του Κωνσταντίνου Ζ' του Πορφυρογέννητου (912-959), γιού του αυτοκράτορα Λέοντα του Σοφού και συγγραφέας ο ίδιος. Πρέπει να αναφερθεί ότι μεταξύ των έργων του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου σώζεται και συγγραφή με τον τίτλο «Γεωπονικά», το θέμα της οποίας έχει και βιοϊατρικό ενδιαφέρον. Σύμφωνα με το «Λεξικόν ιστορικομυθικόν και γεωγραφικόν», του Δανιήλου Δημητρίου Μάγνητος (1834), ήταν «ιατρός, ακμάσας κατά τους χρόνους Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου, δι’ επιταγής του οποίου έγραψεν Επιτομήν ιατρικών παραγγελμάτων και θεραπείας των νόσων εκδοθέν Ελλ[ηνιστί] Λατ[ινιστί] εν Αργεντορ[ίω] 1568 και εν Γοθία (Gothae), 1794-1795 εις τόμους δύο, μετά λατινικής μεταφράσεως και σημειώσεων». Η «Επιτομή» είναι εράνισμα από τους παλαιότερους συγγραφείς, στους οποίους αναφέρεται συχνά ονομαστικά. Ο Θεοφάνης έγραψε επίσης τα «Ευπόριστα». Όπως δηλώνει ο τίτλος του βιβλίου, πρόκειται για βότανα και άλλα υλικά τα οποία είναι εύκολο να προμηθευτεί κάποιος για να συνθέσει με αυτά φαρμακευτικά παρασκευάσματα. Όσο για το τρίτο αναφερόμενο σύγγραμμά του, είναι η «Διαιτητική», ο τίτλος της οποίας ορίζει και το περιεχόμενο. Ενώ η «Επιτομή» αριθμεί, όπως είδαμε, δύο εκδόσεις, τα άλλα δύο βιβλία δεν ευτύχησαν να εκδοθούν, σώζονται όμως σε χειρόγραφους κώδικες ευρωπαϊκών βιβλιοθηκών. Κατά τον T.S. Miller (1998) ο Θεοφάνης «συνέταξε την ουσιωδέστερη περίληψη της ελληνικής ιατρικής από των ημερών του Παύλου εξ Αιγίνης».

ΜΕΡΚΟΥΡΙΟΣ - ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ο ΡΗΓΙΝΟΣ
Την ίδια περίοδο γράφεται και υπό «του λογιωτάτου μοναχού κυρού Μερκούριου αναγκαιοτάτη διδασκαλία περί σφυγμών». Η σύντομη αυτή εργασία περιλαμβάνει 28 είδη σφυγμών, τα οποία όταν αναγνωρίζονται συμβάλλουν στη διάγνωση, αλλά και την πρόγνωση των παθήσεων. Στην πρώτη παράγραφο, ο Μερκούριος δίνει οδηγίες για την ψηλάφηση του σφυγμού: «Πιάσον τον σφυγμόν άμα τοις τέσσαρσιν δακτύλοις και πίεσον συμμέτρως και σφίξον. Είτα άνεσιν δος τοις δακτύλοις και σκέπτου». Ο Μερκούριος αναφέρει και λεπτομερείς προγνώσεις, όπως: «οψέ αποθνήσκειν» ή «άχρι δύο ημερών τελευτά» ή «εις τας πύλας του θανάτου εστίν». Σύμφωνα με τη σφυγμολογία ο εξεταστής κατεβάζει διαδοχικά τα δάκτυλα του δεξιού του χεριού στο αριστερό χέρι του εξεταζόμενου. Αν ο σφυγμός αρχίζει να γίνεται αντιληπτός από τον δείκτη ή τον πρώτο δάκτυλο, «λογίζου ότι την κεφαλήν πάσχει. Ει δε τον τρίτον, λέγε νεφρούς και τα περιέχοντα, ήγουν έντερα, κύστιν και τα τοιαύτα. Ει δε τον τέταρτον, μηρούς, πόδας, αστραγάλους» κοκ. Ο Κωνσταντίνος ο Ρηγίνος ή Μεμφίτης ήκμασε κατά το δεύτερο μισό του 10ου αιώνα. Μετάφρασε το βιβλίο του Τυνήσιου γιατρού Algazirah ή Ibn al Jazzar, που είχε τίτλο «Τα εφόδια του αποδημούντος». Το έργο πραγματευόταν τα εξανθηματικά λοιμώδη νοσήματα ευλογιά και ιλαρά, που ήταν τότε αληθινή μάστιγα, και παρείχε οδηγίες και μέτρα πρόληψης κατά τις μετακινήσεις από μια χώρα σε άλλη με διαφορετικές συνθήκες. Τέλη του 10ου - αρχές του 11ου αιώνα αναφέρεται και ο γιατρός Δαμναστής, του οποίου το έργο «Περί κυουσών και βρεφών θεραπείας» έχει διασωθεί σε χειρόγραφους κώδικες.

ΡΩΜΑΝΟΣ
Κατά τον 10ο και τον 11ο αιώνα αναφέρεται και ο γιατρός Ρωμανός, ο οποίος είχε το εκκλησιαστικό οφίκιο του «κουβουκλισίου της Ιεράς Εκκλησίας του Θεού», δηλαδή της Αγίας Σοφίας. Η εποχή κατά την οποία έζησε προσδιορίζεται επακριβώς, επειδή το αξίωμα αυτό (οφίκιο) υπήρχε μόνο κατά τον 10ο και τον 11ο αιώνα. Ήταν επίσης «πρωτομηνίτης» [ή «πρωτομηνυτής»] του αυτοκρατορικού ξενώνος» (Νοσοκομείου) στο Μυρέλαιο, δηλαδή ανώτερο στέλεχος της νοσοκομειακής ιεραρχίας. Έμεινε στην ιατρική ιστορία του Βυζαντίου για τον χειρόγραφο κώδικα «Περί οξέων και χρονίων παθών» («De acutis et diurnis morbis») που φέρει το όνομά του. Πρόκειται για εύχρηστο εγχειρίδιο, ένα είδος «Εγκολπίου», το οποίο μπορούσαν εύκολα να φέρουν μαζί τους οι γιατροί στις κατ’ οίκον επισκέψεις τους. «Είχε παρατηρήσει», γράφει ο Timothy Miller, «πως οι γιατροί - της τάξεως των ‘περισσών’ ή ίσως και των ‘υπουργών’ (βοηθοί) - έπρεπε να επισκέπτονται τις στενωπούς και τους παράμερους δρομίσκους της Κωνσταντινούπολης. Δεν μπορούσαν λοιπόν να μεταφέρουν ογκώδη ιατρικά βιβλία μαζί τους. Έτσι ο Ρωμανός ετοίμασε αυτή τη βραχεία ιατρική σύνοψη, για να τη φέρουν οι γιατροί στις επισκέψεις τους». Το βιβλίο αρχίζει με την περιγραφή των πυρετών και συνεχίζει με την έκθεση συμπτωμάτων κλπ. κατά ανατομική περιοχή: κεφαλή, τράχηλος, θώρακας, κοιλία, άκρα. Η σειρά διαταράσσεται στα τελευταία κεφάλαια με παρεμβολή διαφόρων θεμάτων, τα οποία ο συγγραφέας δεν είχε περιλάβει στην οικεία θέση ή δεν μπορούσε να τα ταξινομήσει. Το χειρόγραφο θεωρείται από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα των έργων που είχαν γραφεί για να καλύπτουν τις εκπαιδευτικές ανάγκες των γιατρών που ασκούσαν τη θεραπευτική τέχνη στους Ξενώνες, που είχαν αναπτυχθεί σε διάφορες πόλεις της Βυζαντινής επικράτειας.
Το 1944 ο Αριστοτέλης Κούζης παρουσίασε σε συνεδρίαση της Ακαδημίας Αθηνών «Το ιατρικόν έργον του Ρωμανού κατά τον Βατικανόν Ελλ[ηνικόν] Κώδικα 280». Η ανακοίνωση δημοσιεύθηκε στα «Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών» το 1947. Το έργο αυτό του Ρωμανού έχει τίτλο «Περί οξέων και χρονίων παθών» και θεωρείται ως μέρος, μόνο, ευρύτερης εργασίας, η οποία είτε δεν αντιγράφηκε πλήρως στον συγκεκριμένο κώδικα είτε είναι οριστικά χαμένη. Στην παράγραφο με το θέμα «Ό,τι χρη τον ιατρόν επιστήμονα είναι» ο συγγραφέας θεωρεί ότι ο γιατρός πρέπει να είναι εξασκημένος στο «Προγνωστικόν» του Ιπποκράτη. Για τη θεραπεία πιστεύει ότι απαιτείται η συμβολή του γιατρού που είναι σύμμαχος της φύσης, αλλά και του αρρώστου, που πρέπει να συνεργάζεται («τον άρρωστον πειθήνιον όντα») και να τηρεί τη σωστή δίαιτα («και μηδέν εν τη διαίτη αμαρτάνοντα»). Πιστεύει ο Ρωμανός ότι, αν ο γιατρός δεν κάνει τη σωστή πρόγνωση, δεν μπορεί και να θεραπεύσει σωστά: «άνευ του προγνώναι την νόσον ουχ οίον τε καλώς θεραπεύειν». Δίνει δε ο ίδιος σε ιδιαίτερες παραγράφους τόσο τα καλά (ή «αγαθά») όσο και τα αρνητικά (ή «φαύλα») προγνωστικά σημεία. Μεταξύ των αγαθών αναφέρει το «εύσημον πρόσωπον», τις αισθήσεις ακοής και όσφρησης, τη δυνατότητα καλής ομιλίας («το διαλεκτικόν όργανον της γλώσσης»), την καλή αναπνοή («εύπνοια») και τον καλό καρδιακό ρυθμό («η ευταξία των σφυγμών») και πολλά άλλα. Μεταξύ των φαύλων σημείων ο Ρωμανός θεωρεί ότι περιλαμβάνονται «προσώπου παντός και κροτάφου σύμπτωσις, οφθαλμοί πεπηγότες και κοίλοι, δάκρυον ακούσιον και τα λευκά των οφθαλμών κατά τον ύπνον φαινόμενα», ο τρόμος των δοντιών, η υπνηλία, η απώλεια της όρεξης, οι διαταραχές του ύπνου, καθώς και δεκάδες άλλων συμπτωμάτων και ευρημάτων.